Η Αριστερά είναι μία δυναμική έννοια το περιεχόμενο της οποίας μετασχηματίζεται μέσα στα χρόνια. Η Αριστερά είναι το βίωμα αγώνων, εξοριών, αντίστασης, πατριωτισμού που καθόρισε και προσδιόρισε την ταυτότητα της στον ελληνικό χώρο. Αυτό το βίωμα που μας κληροδοτήθηκε έγινε σπίτι για πολλούς ανθρώπους στην Ελλάδα τις επιλογές των οποίων καθόρισε.
Μετασχηματίζεται όμως και το πολιτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο γειώνονται οι ιδεολογίες και οι ταυτότητες. Η θέση της Αριστεράς στον παγκόσμιο χάρτη άλλαξε μετά το ’89, η σοσιαλδημοκρατία κατέρρευσε στην Ευρώπη, ο τρίτος δρόμος του εργατικού κόμματος της Αγγλίας υποστήριξε μία νέα προοπτική, ο Μακρόν στην Γαλλία ευαγγελίζεται την υπέρβαση της διαιρετικής τομής Αριστεράς και Δεξιάς καταλαμβάνοντας τον χώρο του απροσδιόριστου κέντρου, η ισχυρή παράδοση της Αριστεράς στην Ιταλία απομειώθηκε.
Η ρευστοποίηση των ορίων μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς δεν είναι νέο φαινόμενο στην Ελλάδα. Το εγχείρημα του εκσυγχρονισμού, ήδη στις εκλογές του 1996, έστρεψε το βλέμμα στην κεντροαριστερά ενώ και ο Κ. Καραμανλής είκοσι και πλέον χρόνια πριν στράφηκε στον μεσαίο χώρο και υιοθέτησε το αξίωμα ότι οι εκλογές κερδίζονται στο κέντρο. Έχει γίνει επίσης σαφές ότι ο Κ. Μητσοτάκης επιδίωξε να τοποθετηθεί στον χώρο του κέντρου πριν και μετά τις εκλογές.
Το πρώτο ερώτημα είναι εάν η διαίρεση Αριστεράς –Δεξιάς διατηρεί την αγκύρωσή της στις πολιτικές ταυτότητες ακόμα και αν έχει χάσει τη δυναμική της στην εκλογική αρένα. Μπορεί η διάκριση να έχει ισχύ ενώ τα όρια της αλλάζουν με ισχυρότερη τη ρευστοποίησή της στις επιλογές των εκλογέων αλλά και στις πολιτικές ταυτότητες ; Μεγάλο ποσοστό πολιτών δεν αναγνωρίζουν πλέον τον εαυτό τους σε αυτή τη διάκριση. Το 58,3% των πολιτών πιστεύει ότι η διάκριση ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά δεν ανταποκρίνεται στη σημερινή εποχή έναντι του 36,1% που τη θεωρεί σημαντική με τους ψηφοφόρους της Αριστεράς να θεωρούν πλειοψηφικά ότι η διάκριση παραμένει σημαντική (ΣΥΡΙΖΑ, 62,7%, ΜέΡΑ25, 52,4%, ΚΚΕ, 49,7%).
Ενδιαφέρον έχει και το προφίλ όσων δεν είχαν αποφασίσει τι θα ψηφίσουν στις εκλογές του 2023. Δυσαρεστημένοι από την οικονομική κατάσταση, αυτοπροσδιορίζονται στη μεσαία τάξη, έλκονται από τον φιλελευθερισμό, αλλά και από τον κοινωνικό φιλελευθερισμό (υπέρ του γάμου και της τεκνοθεσίας μεταξύ ομόφυλων ζευγαριών), ενώ ταυτόχρονα εκφράζουν τον συντηρητισμό, υποστηρίζοντας π.χ. ότι ο αριθμός των μεταναστών είναι πολύ μεγάλος. (Για τα παραπάνω στοιχεία βλ. Ινστιτούτο Eteron σε συνεργασία με την εταιρεία aboutpeople, Απρίλιος 2023). Πρέπει, επομένως, να συζητήσουμε στη βάση της αυτό-τοποθέτησης στην κλίμακα Αριστεράς-Δεξιάς τη ρευστοποίηση των τοποθετήσεων των πολιτών απέναντι στα διαφορετικά προβλήματα.
Πολίτες ευαισθητοποιούνται και κινητοποιούνται σε επιμέρους ζητήματα, χωρίς απαραίτητα να πολιτικοποιούνται, να ψηφίζουν ή να φέρουν ένα καθαρό ιδεολογικό στίγμα. Στοιχεία από το Brexit στο Ηνωμένο Βασίλειο τεκμηριώνουν ότι οι θέσεις απέναντι στη μετανάστευση ήταν η βασική διαιρετική τομή, ενώ οι ψηφοφόροι συνέκλιναν σε ζητήματα φυλετικών προκαταλήψεων ή υγειονομικής περίθαλψης. Στην Ελλάδα, η αποδοχή ή απόρριψη προγραμμάτων διάσωσης κατά τη διάρκεια της κρίσης του δημόσιου χρέους δημιούργησε μια νέα διαχωριστική γραμμή μνημονιακών-αντιμνημονιακών δυνάμεων, ενώ η διεθνής εμπειρία δείχνει και άλλες υποκείμενες διαιρέσεις στο εκλογικό σώμα, όπως παγκοσμιοποίηση-εθνικισμός, θρησκευτική-κοσμική κλπ.
Έχουμε να αντιμετωπίσουμε νέες διαιρετικές τομές που στηρίζονται σε μια μίξη ετερόκλητων πεποιθήσεων που οδηγούν σε σύνθετες ταυτότητες και τις οποίες πρέπει η Αριστερά να αξιολογήσει.
Το δεύτερο ερώτημα είναι από πού αντλούν οι διαιρετικές τομές το περιεχόμενό τους. Η δεκαετία της οικονομικής κρίσης έφερε στο προσκήνιο διαιρέσεις που επανασυγκρότησαν το πεδίο του πολιτικού ανταγωνισμού ενώ υπήρξαν ισχυρές ταυτοτικές διαφοροποιήσεις στα αριστερά και στα δεξιά του πολιτικού συστήματος. Κατέστη σαφές ότι οι διαιρέσεις αποκτούν περιεχόμενο μέσα από τις διακριτές γραμμές της προγραμματικής πολιτικής των κομμάτων και ότι η ρευστοποίηση της διαίρεσης Αριστεράς-Δεξιάς αντανακλά τη ρευστοποίηση των θέσεων μεταξύ των δύο πόλων, όπως ήταν η περίπτωση του συγκλίνοντα δικομματισμού.
Η κυριαρχία της αγοράς και της εξατομίκευσης δεν άφησε πολλά περιθώρια στην Αριστερά η οποία έχει επενδύσει στο οικονομικό πεδίο στην ανάπτυξη κοινωνικών πολιτικών προς όφελος των ευπαθών ομάδων, τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων και στην ανάδειξη ταυτοτικών θεμάτων, επιμένοντας ιδιαίτερα στον πολιτισμικό φιλελευθερισμό.
Σήμερα εν μέσω πολλαπλών κρίσεων, αλληλουχία οικονομικής, υγειονομικής, ενεργειακής και περιβαλλοντικής κρίσης, επιβάλλεται η αναζήτηση και επεξεργασία μίας νέας ατζέντας και στρατηγικής η οποία θα δίνει απαντήσεις στα κρίσιμα νέα προβλήματα και στις νέες θεματικές αναζητήσεις στη βάση των οποίων διαμορφώνονται και οι ταυτοτικές διαφοροποιήσεις.
Η ταυτότητα της Αριστεράς θα προκύψει μέσα από τις απαντήσεις που θα δώσει στις νέες προκλήσεις και η τοποθέτηση στον πολιτικό χάρτη θα προκύψει μέσα από τις απαντήσεις στις δυσμενείς συνέπειες των πολλαπλών κρίσεων με παράλληλους τομεακούς ριζοσπαστισμούς σε καίρια πεδία των δημόσιων πολιτικών. Ο ΣΥΡΙΖΑ έλυσε προβλήματα, έδωσε λύσεις αλλά δεν έχει εξέλθει από τη φάση στρατηγικής αμηχανίας, στην οποία εισήλθε μετά τις εκλογές του 2019 και δεν απέκτησε το βηματισμό του ούτε στις εκλογές του 2023.
Χρειάζεται μία συνθετική στρατηγική. Από τη μία, μια μάκρο-στρατηγική προγραμματική πολιτική με απαντήσεις σε καίρια εργασιακά, περιβαλλοντικά ζητήματα με συμπερίληψη των νέων προκλήσεων (πχ. ψηφιακοί νομάδες, κλιματικοί πρόσφυγες) αλλά και παρεμβάσεις διακριτές σε κρίσιμους τομείς (παιδεία και φορολογία) παράλληλα με την επιδίωξη της μετατόπισης και της ανάδειξης στον πολιτικό του λεξιλόγιο εννοιών που κάποτε μπορεί να μην ήταν αρεστές. Είναι η έννοια, για παράδειγμα, της ασφάλειας, που αναδεικνύεται εμφατικά σε έναν κόσμο ρωγμών, ρήξεων και πολλαπλών διακινδυνεύσεων, που δημιουργεί συνθήκες διευρυμένης οικονομικής, υλικής αλλά και υπαρξιακής ανασφάλειας. Η ασφάλεια είναι ένα συναίσθημα που βαδίζει μαζί με την εμπιστοσύνη και θεμελιώνει το αύριο.
Είναι, επίσης, η συγκρότηση της ταυτότητας του ΣΥΡΙΖΑ ως δύναμης μεταρρυθμιστικής, με προγραμματικές πολιτικές ουσιαστικές που εγγυώνται την κοινωνική ισότητα και το παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο για τα επόμενα χρόνια αντλώντας πάντα από τις αξίες που πλαισιώνουν την αριστερά και αναζητώντας και τα νέα λαϊκά ή μεσαία στρώματα και τις ανάγκες τους. Από την άλλη, χρειάζεται μία μεσο-στρατηγική πολιτικοποίησης ζητημάτων επικαιρότητας που προκύπτουν διαρκώς και με σφοδρότητα τους τελευταίους μήνες.
Ανακύπτουν ανάγκες αποτελεσματικής διακυβέρνησης των καθημερινών αναγκών που εξοβελίζουν τις προεκλογικές εξαγγελίες περί επαναφοράς στην κανονικότητα. Η Αριστερά πρέπει να στέκεται στα μεγάλα και τα μικρά, τα οραματικά και τα καθημερινά με συνέπεια, χωρίς δογματισμούς και αποκλεισμούς και με το βλέμμα στραμμένο στον ρεαλισμό του σήμερα και στις προσδοκίες του αύριο, διατηρώντας το αξιακό της υπόβαθρο.