Στο επίκεντρο της «Ακτινογραφίας των Ψηφοφόρων» βρίσκονται κρίσιμα ερωτήματα για την κατανόηση της πολιτικής δράσης και συμπεριφοράς των πολιτών στην Ελλάδα. Το ερευνητικό project, αποσκοπεί στην εις βάθος διερεύνηση των ιδεολογικών και πολιτικών προσανατολισμών της ελληνικής κοινωνίας, υπερβαίνοντας τα περιορισμένα ερμηνευτικά πλαίσια των συμβατικών ερευνών κοινής γνώμης.
Επιδιώκεται η ανάδειξη των βασικών αξιακών και αντιληπτικών σχημάτων που διαμορφώνουν τον τρόπο σκέψης των πολιτών, καθώς και η ανάλυση των μεταβολών που έχουν επέλθει σε σύγκριση με προηγούμενες χρονικές περιόδους.
Το ερευνητικό πρόγραμμα που ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2023 και σε βάθος χρόνου διαμορφώνει χρονοσειρές, οι οποίες θα αποτυπώνουν την ιδεολογική και πολιτική εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας.
Συντονιστής του Project είναι ο Διδάκτωρ Πολιτικών Επιστημών του ΑΠΘ, Αντώνης Γαλανόπουλος
Η πολιτική εγγύτητα, δηλαδή η αίσθηση των πολιτών ότι ένα κόμμα εκφράζει τις ιδέες και τις αξίες τους, αποτελεί θεμέλιο της πολιτικής αντιπροσώπευσης και της σχέσης πολιτών–κομμάτων στις σύγχρονες δημοκρατίες. Συνδέεται άμεσα με την έννοια της ιδεολογικής σύγκλισης, στοιχείο κεντρικό για την ποιότητα της δημοκρατικής εκπροσώπησης. Προηγούμενες μελέτες στην Ελλάδα έχουν δείξει ότι η διάσταση Αριστερά–Δεξιά εξακολουθεί να λειτουργεί ως οργανωτικό σχήμα για την κατανόηση των σχέσεων αντιπροσώπευσης, αν και δεν αρκεί από μόνη της για να ερμηνεύσει τις διακυμάνσεις στην πολιτική εγγύτητα και τα μοτίβα εκλογικής συμπεριφοράς, ιδιαίτερα σε περιόδους πολιτικής αστάθειας ή κρίσης (Kartsounidou & Andreadis, 2020). Παράλληλα, η παρουσία μιας «δεύτερης προτίμησης», δηλαδή ενός κόμματος με το οποίο οι πολίτες δηλώνουν ότι αισθάνονται επίσης κοντά, αποτελεί ένδειξη μιας εν δυνάμει εκλογικής μετατόπισης ή ιδεολογικής πολυμορφίας.
Η παρούσα ανάλυση αξιοποιεί τα δεδομένα της «Ακτινογραφίας των Ψηφοφόρων» (Απρίλιος 2025) της aboutpeople για το Εteron για να διερευνήσει τη δυναμική της πολιτικής εγγύτητας και τα περιθώρια απόκλισης, σε ένα περιβάλλον που χαρακτηρίζεται από πολιτική ρευστότητα και αλλαγές στις σχέσεις αντιπροσώπευσης. Συγκεκριμένα, αναλύουμε:
Μέσα από αυτές τις παραμέτρους, αποτυπώνεται η δυναμική της πολιτικής εγγύτητας και τα περιθώρια απόκλισης που συνθέτουν τη σημερινή Ελληνική εκλογική πραγματικότητα.
Ιδεολογική Ταύτιση Ψηφοφόρων
Η περίοδος μετά την κρίση χαρακτηρίστηκε από την εμφάνιση νέων κομμάτων και την αποδυνάμωση παραδοσιακών σχηματισμών, γεγονός που επηρέασε σημαντικά την πολιτική εγγύτητα και τις σχέσεις μεταξύ ψηφοφόρων και κομμάτων. Σύμφωνα με προηγούμενη ανάλυση σύγκλισης εκείνης της δεκαετίας (Καρτσουνίδου & Ανδρεάδης, 2024, Kartsounidou & Andreadis, 2020), κόμματα όπως η ΝΔ καθώς και νεότερα κόμματα όπως η Ελληνική Λύση και το ΜέΡΑ25 παρουσίαζαν υψηλό βαθμό σύγκλισης με το εκλογικό τους ακροατήριο, σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, όπου διαπιστώθηκε μεγαλύτερη απόσταση από τους ψηφοφόρους του. Στην παρούσα έρευνα, οι συμμετέχοντες κλήθηκαν να επιλέξουν την ιδεολογική ταυτότητα που τους εκφράζει περισσότερο, ανεξάρτητα από την κομματική τους προτίμηση. Εξετάζοντας τις απαντήσεις των ψηφοφόρων σε συνδυασμό με την εκλογική τους προτίμηση, αποτυπώνεται μια ενδιαφέρουσα ποικιλομορφία ως προς την ιδεολογική τους ταύτιση.
Παρατηρείται σημαντική ιδεολογική ομοιογένεια σε κόμματα της ευρύτερης Κεντροαριστεράς/Αριστεράς. Για παράδειγμα, το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ παρουσιάζει σημαντική ταύτιση με τη σοσιαλδημοκρατία (61,7%). Το ΚΚΕ συγκεντρώνει την πλειονότητα των ψηφοφόρων του στον κομμουνισμό (52,6%) και στον δημοκρατικό σοσιαλισμό (17,2%). Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ ταυτίζονται σε μεγάλο βαθμό με τον δημοκρατικό σοσιαλισμό (54,5%), αντανακλώντας μια παραδοσιακή αριστερή βάση. Η Νέα Αριστερά συγκεντρώνει τους ψηφοφόρους της γύρω από έναν καθαρό αριστερό-προοδευτικό προσανατολισμό, με 45,8% να ταυτίζεται με τον δημοκρατικό σοσιαλισμό και σημαντικά ποσοστά στη σοσιαλδημοκρατία (19,1%) και τον κομμουνισμό (19,1%). Από την άλλη, η Πλεύση Ελευθερίας αναδεικνύει μια ιδεολογικά ετερογενή κομματική βάση, με υψηλή ταύτιση στον δημοκρατικό σοσιαλισμό (22,7%), αλλά και αξιοσημείωτη απήχηση στην οικολογία (8,2%) και στον φιλελευθερισμό (7,9%).
Η Νέα Δημοκρατία παρουσιάζει σημαντική ιδεολογική διασπορά, συγκεντρώνοντας ψηφοφόρους που τοποθετούνται στον φιλελευθερισμό (45,7%) και τον νεοφιλελευθερισμό (18,2%), αλλά και σε σοσιαλδημοκρατία (11,4%) και συντηρητισμό (9,4%). Αυτό ίσως να σημαίνει ότι αντλεί ψήφους από διαφορετικές κοινωνικές και ιδεολογικές ομάδες, πέρα από τον παραδοσιακό δεξιό χώρο. Σε προηγούμενες έρευνες, η ΝΔ εμφάνιζε διαχρονικά (2009-2019) υψηλή σύγκλιση με το εκλογικό της ακροατήριο σε διάφορες διαστάσεις του πολιτικού ανταγωνισμού (Kartsounidou & Andreadis, 2020). Ειδικά το 2019, η σύγκλιση ενισχύθηκε στα κοινωνικά ζητήματα (GAL/TAN), με μεγάλο αριθμό υποψηφίων βουλευτών και ψηφοφόρων να τοποθετούνται στο κέντρο του άξονα (Καρτσουνίδου & Ανδρεάδης, 2024, Kartsounidou, Tsigkou & Andreadis, 2022) , τάση που φαίνεται να επιβεβαιώνεται και το 2025, ενισχύοντας τη διαπίστωση της ευρείας ιδεολογικής εμβέλειας του κόμματος.
Κόμματα που τοποθετούνται δεξιότερα από τη ΝΔ, όπως η Ελληνική Λύση και η ΝΙΚΗ, καταγράφουν υψηλά ποσοστά σε εθνικισμό (29,7% και 16,3% αντίστοιχα) και συντηρητισμό (13,8% και 28,4%), χωρίς να προκύπτει σαφής ταύτιση με κλασικές ιδεολογικές κατηγορίες, ενισχύοντας τον αντισυστημικό χαρακτήρα τους. Η Φωνή Λογικής εμφανίζει επίσης ιδεολογική διασπορά, με υψηλή ταύτιση σε εθνικισμό (44,4%) και συντηρητισμό (21,9%), αντικατοπτρίζοντας έναν δεξιόστροφο αλλά αντισυστημικό λόγο.
Τέλος, οι αναποφάσιστοι εμφανίζουν χαμηλή ιδεολογική σταθερότητα, με προτίμηση σε σοσιαλδημοκρατία (22,6%), φιλελευθερισμό (12,8%) και σημαντικά ποσοστά σε «Άλλο» ή άρνηση απάντησης, στοιχείο που συνάδει με το προφίλ πολιτικά ευμετάβλητων ή αποστασιοποιημένων πολιτών.
Η σημασία του άξονα Αριστερά–Δεξιά: μετατόπιση ή απαξίωση;
Ο άξονας Αριστεράς-Δεξιάς (Α-Δ) αποτελεί μια «υπερ-διάσταση» που επιτρέπει τη σύγκριση των θέσεων των πολιτών με τις θέσεις των κομμάτων και των υποψηφίων (Powell, 2009, Marks & Steenbergen, 2002) σε μια σειρά από επιμέρους πολιτικά ζητήματα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο (Inglehart & Klingemann, 1976). Ωστόσο, η μείωση πολλών διαφορετικών πολιτικών διαστάσεων σε μία μπορεί να είναι προβληματική και περιοριστική (Huber & Powell, 1994, Lutz et al., 2012). Σύμφωνα με προηγούμενες έρευνες, τα τελευταία χρόνια η διάσταση Α-Δ, αν και διατηρεί ακόμη την αξία της ως βασικό πλαίσιο πολιτικής τοποθέτησης, δεν επαρκεί από μόνη της για την πλήρη κατανόηση της δυναμικής της πολιτικής εγγύτητας και των αποκλίσεων μεταξύ ψηφοφόρων και κομμάτων, ειδικά σε περίπλοκα και μεταβαλλόμενα πολιτικά περιβάλλοντα όπως το ελληνικό (Καρτσουνίδου & Ανδρεάδης, 2024, Kartsounidou & Andreadis, 2020).
Τα ευρήματα της παρούσας έρευνας επιβεβαιώνουν αυτή την παρατήρηση, υπογραμμίζοντας ότι ο παραδοσιακός άξονας Αριστεράς–Δεξιάς, που επί δεκαετίες δομούσε την πολιτική συμπεριφορά και την κομματική ταύτιση, βρίσκεται πλέον υπό διαρκή αποδυνάμωση. Μόλις το 37,3% των πολιτών θεωρεί ότι εξακολουθεί να έχει νόημα, ενώ το 41,1% το απορρίπτει ρητά. Παράλληλα, το υψηλό ποσοστό όσων αποφεύγουν να τοποθετηθούν (21,6%) είναι ενδεικτικό της ιδεολογικής σύγχυσης ή της απόστασης που χαρακτηρίζει ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας. Ωστόσο, η αποδυνάμωση αυτή δεν σημαίνει απαραίτητα την πλήρη κατάρρευση των ιδεολογικών διαφορών, αλλά μάλλον την αναδιατύπωσή τους με νέους όρους, όπως ζητήματα ταυτότητας, πολιτισμικά διλήμματα, εμπιστοσύνη στους θεσμούς, τεχνολογικές εξελίξεις και στάσεις απέναντι στην επιστήμη και την ενημέρωση.
Παρότι αρκετές κομματικές βάσεις συνεχίζουν να έχουν σαφή ιδεολογικό προσανατολισμό (όπως προέκυψε από την παραπάνω ανάλυση της ιδεολογικής ταύτισης), τα δεδομένα δείχνουν ότι οι ψηφοφόροι ίσως δεν αντιλαμβάνονται πλέον τις πολιτικές διαφορές αυστηρά μέσα από τον παραδοσιακό άξονα Αριστερά–Δεξιά.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα απαξίωσης της διάστασης Α-Δ αποτελεί η Πλεύση Ελευθερίας, καθώς το 68,7% των ψηφοφόρων της θεωρεί ότι η διάσταση αυτή δεν ανταποκρίνεται στη σύγχρονη πολιτική πραγματικότητα. Παράλληλα, η ανάλυση ιδεολογικής ταύτισης παραπάνω δείχνει ότι η Πλεύση Ελευθερίας έχει σαφές αριστερό ιδεολογικό προφίλ, με υψηλή ταύτιση στον δημοκρατικό σοσιαλισμό (38,5%), στον κομμουνισμό (15,4%) και στη σοσιαλδημοκρατία (13,5%), ενώ παράλληλα καταγράφονται και στοιχεία οικολογικής ή εναλλακτικής ταυτότητας. Ωστόσο, η δημόσια ρητορική του κόμματος συχνά υπερβαίνει τον παραδοσιακό άξονα Α-Δ, εστιάζοντας σε ζητήματα κυριαρχίας, λογοδοσίας και θεσμικής σύγκρουσης. Έτσι, αν και οι ψηφοφόροι της Πλεύσης Ελευθερίας εμφανίζουν αριστερή ιδεολογική ταύτιση, η πολιτική της έκφραση λειτουργεί κυρίως ως φορέας διαμαρτυρίας, υπερβαίνοντας ενίοτε το παραδοσιακό δίπολο Αριστερά–Δεξιά.
Αντίστοιχα, στο χώρο της ευρύτερης δεξιάς/κεντροδεξιάς, η Νέα Δημοκρατία διατηρεί ιδεολογική πολυσυλλεκτικότητα και το 66,2% των ψηφοφόρων της θεωρεί ότι η διάσταση Α-Δ δεν ανταποκρίνεται στη σύγχρονη εποχή. Επιπλέον κόμματα όπως η Ελληνική Λύση ή η ΝΙΚΗ τοποθετούνται περισσότερο στον χώρο του συντηρητικού πολιτισμικού εθνικισμού, συχνά εκτός του άξονα Α-Δ όπως παραδοσιακά οριζόταν, με το συντριπτικό 82% και 78,5% των ψηφοφόρων τους, αντίστοιχα, να θεωρεί ότι δεν ανταποκρίνεται στη σύγχρονη εποχή. Αντίστοιχα, και η Φωνή Λογικής αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα κόμματος που η πλειοψηφία των ψηφοφόρων της απορρίπτει ανοιχτά την ταξινόμηση αριστερά–δεξιά (56,8%). Το προφίλ αυτό των ψηφοφόρων εμφανίζει μεγάλη ιδεολογική διασπορά, και αντανακλά μια αντισυστημική πολιτική στάση με δεξιά κοινωνικά χαρακτηριστικά, όμως χωρίς σαφή ιδεολογική αυτοτοποθέτηση.
Αξιοσημείωτο είναι ότι, παρά τον παραδοσιακό ρόλο του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ ως ενός από τα κεντρικά κόμματα της μεταπολίτευσης και τον σαφή κεντροαριστερό ιδεολογικό προσανατολισμό, με υψηλή ταύτιση των ψηφοφόρων του με τη σοσιαλδημοκρατία (61,7%), το 56,8% των ψηφοφόρων του απορρίπτει τον παραδοσιακό άξονα Αριστερά–Δεξιά, θεωρώντας πως δεν ανταποκρίνεται στη σύγχρονη εποχή. Το εύρημα αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, καθώς υποδηλώνει ότι ακόμη και στους ψηφοφόρους ενός κόμματος που έχει ιστορικά δομήσει την πολιτική του ταυτότητα γύρω από τον άξονα Α-Δ, φαίνεται να αναπτύσσεται μια διάθεση για αλλαγή και υιοθέτηση νέων πολιτικών τάσεων που υπερβαίνουν τον παραδοσιακό δίπολο, που πιθανόν να συνδέεται με μια ανάγκη προσαρμογής σε ένα πολιτικό περιβάλλον αυξημένης ρευστότητας και διαχωρισμών.
Σε αντίθεση με τα κόμματα που τείνουν να υπερβαίνουν ή να απορρίπτουν τη διάκριση Αριστερά–Δεξιά, ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Αριστερά και το ΚΚΕ εμφανίζουν υψηλή ιδεολογική συνέπεια και σαφή προσανατολισμό εντός του παραδοσιακού άξονα Α-Δ. Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ συγκροτούν έναν ξεκάθαρα προοδευτικό-αριστερό ιδεολογικό κορμό, με το 43,6% να ταυτίζεται με τον δημοκρατικό σοσιαλισμό, το 10,3% με τη σοσιαλδημοκρατία και το 9% με τον κομμουνισμό. Αντίστοιχα, οι ψηφοφόροι της Νέας Αριστεράς εκφράζουν ισχυρή ταύτιση με τον δημοκρατικό σοσιαλισμό (39%), τον κομμουνισμό (15,3%) και την οικολογία (12,5%). Αυτή η εικόνα επιβεβαιώνει ότι οι ψηφοφόροι και των δύο κομμάτων εξακολουθούν να προσδιορίζουν την πολιτική μέσω του άξονα Αριστερά–Δεξιά (81,5% στον ΣΥΡΙΖΑ και 69,5% στη Νέα Αριστερά), όχι μόνο σε επίπεδο ρητορικής αλλά και ως προσωπική ιδεολογική ταύτιση. Το ΚΚΕ, όπως είδαμε, παρουσιάζει υψηλή ιδεολογική συνοχή και η πλειονότητα των ψηφοφόρων του ΚΚΕ (61,7%) αποδέχεται πλήρως τον διαχωρισμό Αριστερά–Δεξιά, ο οποίος αποτελεί κεντρικό στοιχείο της πολιτικής του κοσμοθεωρίας. Ωστόσο, η περιορισμένη διασύνδεση των ψηφοφόρων του ΚΚΕ με άλλες κομματικές δεξαμενές (χαμηλά ποσοστά δεύτερων προτιμήσεων από και προς άλλα κόμματα, όπως θα δούμε παρακάτω) υποδηλώνει μια ιδεολογική αυτάρκεια που συνοδεύεται από πολιτική απομόνωση.
Η αξιολόγηση της διάστασης Αριστερά–Δεξιά από τους συμμετέχοντες στην έρευνα δείχνει ότι οι πολίτες συχνά αντιλαμβάνονται τον άξονα αυτό ως μια γενική συντομογραφία της πολιτικής τους ταυτότητας, η οποία συμπυκνώνει πολιτισμικά, κοινωνικά και ιστορικά νοήματα, χωρίς απαραίτητα να ταυτίζεται με σαφείς θέσεις σε συγκεκριμένα πολιτικά ζητήματα (Costello et al., 2012). Αυτό εξηγεί τόσο την υψηλή αποδοχή της διάστασης Α-Δ σε συγκεκριμένα κομματικά ακροατήρια (όπως ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Αριστερά), όσο και την ταυτόχρονη απόρριψή της από ένα μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος. Επιπλέον, ενδέχεται να ερμηνεύει και την αποστασιοποίηση ενός σημαντικού ποσοστού πολιτών από τον παραδοσιακό αυτό άξονα, παρόλο που διατηρούν ξεκάθαρες απόψεις και προτιμήσεις σε επιμέρους ζητήματα οικονομικής πολιτικής και κοινωνικών αξιών.
Δεύτερη Κομματική Προτίμηση: Δυνητικές συμμαχίες και εκλογική ρευστότητα
Η ερώτηση για τη δεύτερη κομματική προτίμηση αποτυπώνει τις πολιτικές συμπάθειες που διαμορφώνονται πέρα από την κύρια εκλογική ταύτιση, αναδεικνύοντας ότι για σημαντική μερίδα των πολιτών, η εγγύτητα προς ένα κόμμα δεν αποκλείει τη συναισθηματική ή ιδεολογική σχέση με ένα δεύτερο. Το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ καταγράφεται ως η δημοφιλέστερη δεύτερη επιλογή, ιδιαίτερα μεταξύ των ψηφοφόρων της ΝΔ (52,2%) και του ΣΥΡΙΖΑ (23,4%), ενισχύοντας την εικόνα του ως κόμματος-γέφυρα ικανού να συγκεντρώνει ψηφοφόρους από διαφορετικά ιδεολογικά στρατόπεδα. Παρά τον σαφή κεντροαριστερό του προσανατολισμό και τη σύνδεση των ψηφοφόρων του με τη σοσιαλδημοκρατία (61,7%), το ΠΑΣΟΚ διατηρεί αυτή τη δυναμική, επιβεβαιώνοντας τον διαμεσολαβητικό ρόλο του στο πολωμένο ελληνικό κομματικό σύστημα. Παράλληλα, η ΝΔ διατηρεί τη δυνατότητα να διευρύνει την εκλογική της βάση, προσελκύοντας ψηφοφόρους από τον χώρο του Κέντρου (από το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ 20,7%), αλλά κυρίως από πιο συντηρητικά κόμματα (ΝΙΚΗ 36,5% και Φωνή Λογικής 36,3%). Την ίδια στιγμή, η περιορισμένη ροή δεύτερων προτιμήσεων προς δεξιότερα κόμματα, όπως η Ελληνική Λύση ή η ΝΙΚΗ, υποδηλώνει ότι η ΝΔ διατηρεί οργανική απόσταση από πιο συντηρητικές ή εθνικιστικές κομματικές δυνάμεις, τουλάχιστον όπως φαίνεται από τις απαντήσεις των ψηφοφόρων της στην έρευνα.
Έντονη ρευστότητα παρατηρείται στον χώρο της ευρύτερης Κεντροαριστεράς και Αριστεράς. Ψηφοφόροι της Νέας Αριστεράς, του ΠΑΣΟΚ και της Πλεύσης Ελευθερίας εμφανίζουν σε σημαντικά ποσοστά δεύτερη προτίμηση προς τον ΣΥΡΙΖΑ (44,1%, 13,1% και 14,5%, αντίστοιχα), ενώ οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν δεύτερη προτίμηση προς πιο ριζοσπαστικά αριστερά κόμματα, όπως το ΜέΡΑ25 (21,3%) και η Νέα Αριστερά (32,4%), αλλά και προς το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ (23,4%). Αυτό αποτυπώνει μια οριζόντια κινητικότητα στον αριστερό χώρο, με κοινές ιδεολογικές αναφορές, παρά τις επιμέρους διαφοροποιήσεις μεταξύ των κομμάτων. Παράλληλα, οι ψηφοφόροι της Πλεύσης Ελευθερίας και του ΜέΡΑ25 εμφανίζουν εγγύτητα μεταξύ τους, αλλά και προς τη Νέα Αριστερά. Ενδεικτικά, η Πλεύση καταγράφει δεύτερες προτιμήσεις προς τον ΣΥΡΙΖΑ (14.5%), το ΜέΡΑ25 (14,7%) και το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ (14,8%), υποδεικνύοντας κοινά πολιτικά και ιδεολογικά ερείσματα μεταξύ των ακροατηρίων αυτών, παρά τις διαφορές ύφους και στρατηγικής.
Η Ελληνική Λύση, η ΝΙΚΗ και η Φωνή Λογικής εμφανίζουν σημαντική ροή δεύτερων προτιμήσεων μεταξύ τους, καθώς και προς τη Νέα Δημοκρατία, αλλά όχι προς ή από άλλα κόμματα. Αυτό ενισχύει την υπόθεση ότι τα κόμματα αυτά προσελκύουν ψηφοφόρους με έντονα «αντισυστημικά» ή «μονοθεματικά» χαρακτηριστικά, των οποίων η πολιτική εγγύτητα βασίζεται κυρίως σε εθνικές, πολιτισμικές ή θρησκευτικές αναφορές. Πιθανώς αυτός να είναι και ο λόγος που οι ψηφοφόροι τους απορρίπτουν τον κλασικό διαχωρισμό Αριστεράς-Δεξιάς, όπως έχει ήδη αναφερθεί. Η περιορισμένη σύνδεση αυτών των εκλογικών βάσεων με τον υπόλοιπο κομματικό χάρτη καθιστά πιο δύσκολες τις μετακινήσεις ψηφοφόρων, αλλά ενισχύει τη σταθερότητα της γενικότερης πολιτικής τους στάσης, στοιχείο που μπορεί να αποδειχθεί καθοριστικό σε μελλοντικές εκλογικές αναμετρήσεις με υψηλή πόλωση.
Ανάλυση Ιδεολογικής Ταύτισης και Δεύτερης Κομματικής Προτίμησης
Αν συνδέσουμε την ανάλυση της ιδεολογικής ταύτισης με τη δεύτερη κομματική προτίμηση, αναδεικνύονται πολιτικά οικοσυστήματα εντός των οποίων κινούνται οι ψηφοφόροι. Αυτά δεν συγκροτούνται απαραίτητα γύρω από ένα κόμμα, αλλά γύρω από συγγενείς ιδεολογικές αξίες και ευρύτερες πολιτικές στάσεις.
Κέντρο–Αριστερά: Οι ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Αριστεράς εμφανίζουν ιδεολογική ταύτιση είτε με τη σοσιαλδημοκρατία είτε με τον δημοκρατικό σοσιαλισμό, διατηρώντας σαφή προοδευτικό προσανατολισμό. Οι μεταξύ τους «δεύτερες προτιμήσεις» είναι υψηλές: ο ΣΥΡΙΖΑ προσελκύει ως δεύτερη επιλογή ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ και της Πλεύσης Ελευθερίας, ενώ η Νέα Αριστερά συγκεντρώνει συμπάθεια από ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ, του ΜέΡΑ25 και σε μικρότερο βαθμό από το ΚΚΕ. Η Νέα Αριστερά, αν και ανήκει στον χώρο της ριζοσπαστικής/εναλλακτικής αριστεράς, λειτουργεί ταυτόχρονα ως γέφυρα με τον ευρύτερο χώρο της Κεντροαριστεράς, καθώς προσελκύει δεύτερες προτιμήσεις από ψηφοφόρους διαφορετικών προοδευτικών κομμάτων, αναδεικνύοντας τον διπλό της ρόλο στο κομματικό οικοσύστημα. Αυτό διαμορφώνει μια ευρύτερη αριστερή–προοδευτική δεξαμενή, όπου οι ψηφοφόροι έχουν παρόμοιο ιδεολογικό υπόβαθρο αλλά διαφορετικές στρατηγικές και πολιτικά ύφη.
Κεντρώα συμπύκνωση: Το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ αποτελεί χαρακτηριστικό κόμμα-πυρήνα, με υψηλή εσωτερική ιδεολογική συνοχή (61,7% ταύτιση με τη σοσιαλδημοκρατία) και ταυτόχρονα τη δημοφιλέστερη δεύτερη προτίμηση για ψηφοφόρους τόσο της ΝΔ όσο και του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό υποδηλώνει ότι πολίτες που αυτοτοποθετούνται στο κέντρο διατηρούν υψηλή εγγύτητα με το ΠΑΣΟΚ, ακόμη κι αν επιλέγουν άλλο κόμμα ως πρώτη προτίμηση, ενισχύοντας τον διαμεσολαβητικό του ρόλο σε έναν πολωμένο κομματικό χάρτη.
Ριζοσπαστική/Εναλλακτική Αριστερά: Κόμματα όπως η Πλεύση Ελευθερίας και το ΜέΡΑ25, μαζί με τη Νέα Αριστερά, συγκροτούν έναν κλειστό αλλά συνεκτικό ιδεολογικό χώρο, με παρουσία του δημοκρατικού σοσιαλισμού, της οικολογίας και στοιχείων αντισυστημικού λόγου. Η στενή πολιτική τους συνάφεια επιβεβαιώνει την τάση που είχε ήδη καταγραφεί από το 2019, όπου τα νεοεμφανιζόμενα κόμματα εμφάνιζαν υψηλή σύγκλιση με το ακροατήριό τους, στοιχείο που εξηγεί εν μέρει τη σταθερή πολιτική στάση των ψηφοφόρων τους ακόμη και σε περιόδους ρευστότητας (Καρτσουνίδου & Ανδρεάδης, 2024, Kartsounidou, Tsigkou & Andreadis, 2022). Η μεταξύ τους ροή δεύτερων προτιμήσεων (π.χ. Πλεύση ↔ ΜέΡΑ25, Νέα Αριστερά) δείχνει ένα οικοσύστημα κοινών αξιών και έντονης πολιτικής εγγύτητας.
Δεξιά/Κεντροδεξιά: Η Νέα Δημοκρατία, παρά τον πολυσυλλεκτικό της χαρακτήρα, διατηρεί δυνατότητα διεύρυνσης προς το κέντρο μέσω δεύτερων προτιμήσεων, ενώ η περιορισμένη ροή προτιμήσεων προς δεξιότερα κόμματα (Ελληνική Λύση, ΝΙΚΗ) δείχνει ότι διατηρεί απόσταση από τον χώρο της δεξιάς. Αντίθετα, κόμματα όπως η Ελληνική Λύση και η ΝΙΚΗ, που εμφανίζουν υψηλή ταύτιση με τον εθνικισμό και τον συντηρητισμό, καταγράφουν περιορισμένες δεύτερες προτιμήσεις από άλλα κόμματα, γεγονός που υποδηλώνει μια πιο μονοδιάστατη και στατική πολιτική ταύτιση.
Η πολυδιάστατη ανάλυση ιδεολογικής ταύτισης και πολιτικής εγγύτητας δείχνει ότι οι δεύτερες κομματικές συμπάθειες συνδέονται όχι μόνο με τον άξονα Αριστερά–Δεξιά, αλλά και με στάσεις απέναντι σε ζητήματα οικονομικής πολιτικής και πολιτισμικών αξιών. Η κατανόηση αυτών των υποκείμενων διαστάσεων βοηθά στην ερμηνεία της ρευστότητας ή της σταθερότητας που καταγράφεται στο ελληνικό εκλογικό σώμα.
Συμπεράσματα
Η αναλυτική επισκόπηση των ευρημάτων της Ακτινογραφίας των Ψηφοφόρων (Απρίλιος 2025) φανερώνει ένα σύνθετο πολιτικό και κομματικό τοπίο. Η ιδεολογική ταύτιση εξακολουθεί να παίζει ρόλο στη διαμόρφωση της εκλογικής συμπεριφοράς, ιδιαίτερα στα κόμματα που διατηρούν σαφή ιδεολογικό προσανατολισμό — όπως το ΚΚΕ, ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά, που κινούνται εντός του άξονα αριστερά–δεξιά με μεγάλη συνέπεια. Η σημασία του άξονα αριστερά–δεξιά επανεξετάζεται: αν και συνολικά ένα μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης τον αμφισβητεί (μόλις 37,3% πιστεύει ότι έχει ακόμα νόημα), η διάκριση αυτή παραμένει ζωντανή και λειτουργική για συγκεκριμένες ομάδες ψηφοφόρων — ιδίως στην αριστερά και την κεντροαριστερά.
Η δεύτερη κομματική προτίμηση λειτουργεί ως ένδειξη πολιτικής «εγγύτητας» πέρα από την ψήφο. Κόμματα όπως το ΠΑΣΟΚ και ο ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνουν σημαντικές δεύτερες συμπάθειες, κάτι που τα καθιστά κομβικούς παίκτες σε μελλοντικές ανακατατάξεις του προοδευτικού χώρου. Αντίθετα, κόμματα όπως το ΚΚΕ, η ΝΙΚΗ και η Φωνή Λογικής εμφανίζουν περιορισμένες διασυνδέσεις με άλλα κομματικά ακροατήρια, στοιχείο που φανερώνει είτε ιδεολογική αυτάρκεια είτε περιχαράκωση.
Η ανάλυση της παρούσας έρευνας επιβεβαιώνει ευρήματα προηγούμενων μελετών για την ελληνική περίπτωση (Καρτσουνίδου & Ανδρεάδης, 2024, Kartsounidou, Tsigkou & Andreadis, 2022, Kartsounidou & Andreadis, 2020), σύμφωνα με τα οποία η κατανόηση της πολιτικής εγγύτητας απαιτεί ανάλυση πέρα από τον άξονα Αριστερά–Δεξιά, ενσωματώνοντας διαστάσεις όπως η economic L/R και η GAL/TAN, που επιτρέπουν πιο ακριβή αποτύπωση της σχέσης ψηφοφόρων και κομμάτων. Η διατήρηση της ιδεολογικής συνέπειας σε ορισμένα κομματικά ακροατήρια (ΚΚΕ, ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά), αλλά και η ύπαρξη αποστάσεων σε άλλα ζητήματα, δείχνει την ανάγκη ανάλυσης της πολιτικής εκπροσώπησης σε πολλαπλά επίπεδα για την κατανόηση των μοτίβων εκλογικής συμπεριφοράς και των δυνατοτήτων αναδιάταξης στο κομματικό σύστημα.
Η εικόνα που προκύπτει είναι αυτή μιας πολιτικής κοινωνίας με ανοικτές αποστάσεις αλλά και νέες δυνατότητες διαλόγου και μετακίνησης. Ο παραδοσιακός διαχωρισμός δεν έχει εξαφανιστεί, έχει όμως εμπλουτιστεί με νέες γραμμές διαφοροποίησης (τεχνολογικές, πολιτισμικές, θεσμικές) που συνυπάρχουν με τις παλιές. Σε αυτή τη νέα πραγματικότητα, η ανάλυση της εγγύτητας, της ιδεολογικής συνέπειας και των εκλογικών εναλλακτικών γίνεται κρίσιμη για την κατανόηση όχι μόνο του εκλογικού ανταγωνισμού, αλλά και του μετασχηματισμού της πολιτικής αντιπροσώπευσης.
Βιβλιογραφικές αναφορές
Costello, R., Thomassen, J., & Rosema, M., (2012). European parliament elections and political representation: Policy congruence between voters and parties. West European Politics, 35(6), 1226-1248.
Huber, J. D., & Powell, G. B., (1994). Congruence between citizens and policymakers in two visions of liberal democracy. World Politics, 46(3), 291-326.
Inglehart, R., & Klingemann, H.-D., (1976). Party identification, ideological preference, and the left-right dimension among western mass publics. In I. Crewe, D. Farlie, & I. Budge (Eds.), Party identification and beyond (pp. 234 – 273). Wiley.
Καρτσουνίδου, Ε. & Ανδρεάδης, Ι., (2024). Διερεύνηση της σύγκλισης ψηφοφόρων-υποψηφίων στην Ελλάδα (2009-2019). Ε. Τεπέρογλου & Ι. Παπαγεωργίου (επιμ.) Πρακτικά Συνεδρίου. Η ελληνική πολιτική σκηνή μετά τις τριπλές εκλογές του 2019, (σελ. 65-83 ), Τμήμα Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ Διαθέσιμο: https://www.polsci.auth.gr/wp-content/uploads/sites/98/2024/07/conf19polls_edited-volume.pdf
Kartsounidou E., Tsigkou M., Andreadis I., (2022). Exploring Congruence on Left/Right and Populism Dimensions. In I. Andreadis, Y. Stavrakakis & E. Teperoglou (Eds.), Proceedings of the DataPopEU Conference (2022): Populism and Euroscepticism in Perspective (pp. 91- 121), Sofia PA Διαθέσιμο: https://www.datapopeu.gr/sites/default/files/Chapter5-DataPopEU-Proceedings.pdf
Kartsounidou E., and Andreadis I., (2020) Exploring Congruence in Greece (2009-2019), ECPR Virtual General Conference, 24– 28 August 2020
Lutz, G., Kissau, K., & Rosset, J., (2012). The dynamics of representation: How different dimensions of voters’ preferences matter in political representation. Representation, 48(1), 47-61
Marks, G., & Steenbergen, M. (2002). Understanding Political Contestation in the European Union. Comparative Political Studies, 35(8), 879–892.https://doi.org/10.1177/001041402236297
Powell, G. B. (2009). The Ideological Congruence Controversy: The Impact of Alternative Measures, Data, and Time Periods on the Effects of Election Rules. Comparative Political Studies, 42(12), 1475–1497. https://doi.org/10.1177/0010414009332147