Όψεις: Στάσεις και Αντιλήψεις για το Δημογραφικό στην Στερεά Ελλάδα

Κλείσιμο
«Οι κοινότητες που δεν φροντίζουν
προτιμούν να επενδύουν σε αστυνόμευση και παρατήρηση,
αντί σε κοινωνικές παροχές για την προώθηση της ευημερίας».

Το Μανιφέστο της Φροντίδας 1


Το Eteron – Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή, ως επιστημονικά υπεύθυνο στο φετινό STAR FORUM, πραγματοποίησε σε συνεργασία με την about people την ποσοτική έρευνα «Στάσεις και Αντιλήψεις για το Δημογραφικό στην περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας». Για την υλοποίηση της έρευνας και την ανάλυση των αποτελεσμάτων της, το Ινστιτούτο συνεργάστηκε με τον δημογράφο και ερευνητή του ΕΚΚΕ, Παύλο Μπαλτά, και τον καθηγητή Γεωγραφίας στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο και διευθυντή του Ινστιτούτου Κοινωνικών Ερευνών του ΕΚΚΕ, Απόστολο Παπαδόπουλο.

Στο Eteron, προσπαθούμε να προσεγγίσουμε το δημογραφικό με όσο το δυνατόν πιο ρεαλιστικό και σφαιρικό τρόπο γίνεται καθώς θεωρούμε ότι είναι ένα θέμα που χρήζει αναπλαισίωσης λόγω του συντηρητικού αφηγήματος που κυριαρχεί στη δημόσια συζήτηση. Το δημογραφικό είναι ένα σύνθετο και πολυπαραγοντικό φαινόμενο που δεν προέκυψε σήμερα στην Ελλάδα, αλλά μάς απασχολεί τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, όπως άλλωστε και πολλές άλλες χώρες της Ευρώπης. Όμως, η Ελλάδα έχει την ιδιαιτερότητα να κουβαλάει στις πλάτες της διαδοχικές κρίσεις και, όπως δείχνουν τα στατιστικά στοιχεία, να γερνάει πιο γρήγορα από άλλες χώρες. 

Η δεκαετής οικονομική κρίση που αντιμετώπισε η χώρα τα προηγούμενα χρόνια, σε συνδυασμό με την υγειονομική κρίση, τις διαρκείς ανατιμήσεις στην ενέργεια και τις – ετήσιες σχεδόν – καταστροφές από πλημμύρες και πυρκαγιές έχουν επηρεάσει ριζικά τις συνθήκες διαβίωσης των πολιτών. Συρρικνωμένα εισοδήματα, αύξηση της οικονομικής ανισότητας, μείωση της απασχόλησης με σχέσεις αποκλειστικής εργασίας, εκτίναξη της ημι-απασχόλησης και της εργασιακής επισφάλειας 2, αύξηση των τιμών σε βασικά προϊόντα και ενοίκια καθώς και περιορισμένη στήριξη των πολιτών από το κράτος, το οποίο κινείται στη γραμμή των επιδοματικών – επομένως, παροδικών και όχι μόνιμων – πολιτικών, είναι μερικά μόνο από τα σημεία που συνθέτουν το ψηφιδωτό της ελληνικής πραγματικότητας στην αρχή του 2024.

Αυτό το ασφυκτικό σκηνικό που έχει δημιουργηθεί τα τελευταία δώδεκα χρόνια καθόρισε σε τεκτονικό επίπεδο τόσο την καθημερινότητα και τις συνθήκες διαβίωσης των πολιτών 3, όσο και τις αποφάσεις τους σε μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα που αφορούν την προσωπική τους ζωή. Τα στοιχεία της απογραφής του 2021 4 συνηγορούν σε ένα τέτοιο συμπέρασμα: Ο πληθυσμός (10,48 εκ.) της Ελλάδας μειώθηκε κατά 3,1% σε σύγκριση με το 2011, ενώ το 2022 έκλεισε με το μεγαλύτερο έλλειμμα στο ισοζύγιο γεννήσεων – θανάτων από το 1931. 5

 

Ταυτόχρονα, παρατηρήθηκαν οι εξής αλλαγές: 

α/ Η Ελλάδα για πρώτη φορά στην μεταπολεμική της ιστορία, από το 2010 κι έπειτα, γνωρίζει σταθερή μείωση του πληθυσμού της από έτος σε έτος.

β/ Ο πληθυσμός της είναι όλο και μεγαλύτερος ηλικιακά: αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που ξεπερνούν τα 60 έτη (1 στους 3 κατοίκους) καθώς και εκείνων που ξεπερνούν τα 80 έτη. 

γ/ Το μεγαλύτερο μέρος των νοικοκυριών είναι μονομελή (32,2%) ή αποτελούνται από δύο άτομα (28,4%). 6

δ/ Φυγή στο εξωτερικό ελλήνων και αλλοδαπών, υψηλής και χαμηλής εξειδίκευσης. Ειδικότερα, ο αριθμός των αλλοδαπών που διαμένουν νόμιμα στη χώρα μειώθηκε κατά 16,1%, ενώ αλλαγές καταγράφονται και στη σύνθεση του πληθυσμού που μεταναστεύει στην Ελλάδα. Άνθρωποι από την Αλβανία και τη Βουλγαρία εγκαταλείπουν τη χώρα, αναζητώντας καλύτερες θέσεις εργασίας και συνθήκες ζωής, ενώ αυξάνεται ο αριθμός των ανθρώπων από την Ασία και την Αφρική που φτάνουν στην Ελλάδα, κυρίως από εμπόλεμες ζώνες, αναζητώντας ασφάλεια. 

Ωστόσο, όπως επισημαίνουν στο άρθρο τους «Μέρος Α – Η Δημογραφική Αλλαγή σε Εθνικό και Περιφερειακό επίπεδο», οι κ.κ. Μπαλτάς και Παπαδόπουλος, η δημογραφική αλλαγή αποτελεί ένα σημαντικό φαινόμενο που συχνά δεν αντικατοπτρίζεται πλήρως μέσω των εθνικών μέσων όρων, καθώς αγνοούνται οι περιφερειακές διαφοροποιήσεις στην έντασή της. «Υπάρχουν περιοχές που γνωρίζουν μεγαλύτερη μείωση του πληθυσμού τους (μεγαλύτερη ένταση), ενώ ακόμη υπάρχουν άλλες που γνωρίζουν αύξηση (αντίθετη τάση). Συγκεκριμένα ανάμεσα στις δύο απογραφές 2011 με 2021, ο πληθυσμός της Ελλάδας μειώθηκε κατά 3,1%. Όμως περιφερειακές ενότητες, ιδιαίτερα της κεντρικής και βόρειας Ελλάδας (όπως η Φθιώτιδα, η Ευρυτανία, τα Γρεβενά), γνώρισαν μείωση του πληθυσμού τους της τάξης του 12-16%. Αντίθετα υπήρξαν περιφερειακές ενότητες, κυρίως γύρω από το Πολεοδομικό Συγκρότημα της Αθήνας και στο Νησιωτικό χώρο (ιδιαίτερα τα νησιά του Νοτίου Αιγαίου), που την ίδια χρονική περίοδο γνωρίσαν αύξηση από 3 έως και 12%» αναφέρουν χαρακτηριστικά. 

Ειδικότερα στην περιφέρεια της Στερεάς Ελλάδας, στην οποία επικεντρώθηκε η έρευνα του Eteron, παρατηρείται μεγαλύτερη μείωση, σχεδόν διπλάσια (-7,1%), σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο, ενώ διαφοροποιήσεις υπάρχουν και σε ό,τι αφορά τη δημογραφική γήρανση. «Ενώ η διάμεσος ηλικία σε εθνικό επίπεδο είναι τα 46,1 έτη, υπάρχουν υπερ-γερασμένες περιφερειακές ενότητες με διάμεση ηλικία μεγαλύτερη με τιμή άνω των 50 ετών, αντίστοιχα υπάρχουν περιφέρειες πολύ πιο νεανικές με τιμή γύρω από τα 42 έτη» συμπληρώνουν οι κ.κ. Μπαλτάς και Παπαδόπουλος. 

 

Αναφορικά με τον τρόπο που οι κάτοικοι της περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας αντιλαμβάνονται και βιώνουν το δημογραφικό ζήτημα, η ποσοτική έρευνα που πραγματοποίησε η about people για λογαριασμό του Eteron και του STAR Forum έδειξε τα ακόλουθα συμπεράσματα: 

–  Δηλώνουν ικανοποιημένοι/ες (60,1%) από τον τόπο που ζουν, μολονότι θίγουν σε μεγάλο βαθμό ζητήματα ακρίβειας, ανεργίας, φυγής των νέων και ελλιπών υποδομών. Ωστόσο, απαντούν πως δεν νιώθουν αισιόδοξοι/ες για το μέλλον του τόπου τους (68,7%) και θεωρούν ότι οι τομείς που επηρεάζονται περισσότερο αρνητικά από το δημογραφικό είναι η τοπική οικονομία, η ποιότητα ζωής, οι προοπτικές και η ψυχολογία των κατοίκων του.

– Σχεδόν 6 στους 10 απαντούν πως δεν έχουν σκεφτεί να μετακομίσουν από την περιοχή που κατοικούν, αλλά 5 στους 10 έχουν κάποιον/α συγγενή πρώτου βαθμού που έχει μετακομίσει ή σκέφτεται να μετακομίσει από την περιοχή. 

– Οικονομικοί λόγοι (75,7%), εργασιακή επισφάλεια (40,8%), φόβος για το μέλλον (22,6%) και απουσία υποστηρικτικών δομών και πολιτικών απαραίτητων για το μεγάλωμα ενός παιδιού (16,5%) είναι οι κύριοι λόγοι που αποτρέπουν έναν άνθρωπο που ζει στην περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας από το να κάνει οικογένεια. 

– Αναφορικά με το μεγάλωμα της οικογένειας τους, δηλαδή την απόκτηση δεύτερου ή τρίτου παιδιού, οι οικονομικοί λόγοι (84,3%) αποτελούν την κύρια ανασταλτική δύναμη. Ακολουθούν η εργασιακή επισφάλεια (30,9%) και ο φόβος για το μέλλον (20,3%).  

– Σε συντριπτικό ποσοστό (79,1%) είναι δυσαρεστημένοι/ες από το κοινωνικό κράτος στην Ελλάδα. 

– Το 62,9% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι το brain gain (η επιστροφή των Ελλήνων που έφυγαν στο εξωτερικό) μπορεί να είναι λύση για την αντιμετώπιση του δημογραφικού. 

– Ως κύριες αιτίες της δημογραφικής κατάστασης στην Ελλάδα θεωρούν την οικονομική κρίση (68,8%), την απουσία κράτους πρόνοιας (43,3%), την ανεργία (34,7%), το υψηλό κόστος ανατροφής παιδιών (26,9%), και τον φόβο για το μέλλον (19%).

– Θεωρούν (60%) ότι για το δημογραφικό πρόβλημα ευθύνεται κυρίως το κεντρικό κράτος. Ακολουθούν οι προσωπικές επιλογές των πολιτών (15,4%), οι διαδοχικές κρίσεις (8,9%), η Ευρωπαϊκή Ένωση (6,6%), αντικειμενικές συνθήκες (6,2%) και η τοπική αυτοδιοίκηση (1,5%). Γι’ αυτό και στην πλειοψηφία τους εκτιμούν ότι η όποια λύση στο πρόβλημα μπορεί να δοθεί πρωτίστως από την ελληνική κυβέρνηση (57%) και δευτερευόντως από τους ίδιους τους πολίτες (16,7%), την Ευρωπαϊκή Ένωση (6,7%) και την τοπική αυτοδιοίκηση (2,5%). Ωστόσο ένα σημαντικό ποσοστό, της τάξης του 15%, των ερωτηθέντων απαντά ότι δεν βλέπει λύση στο πρόβλημα. 

– Το 62,4% διαφωνεί ότι το ελληνικό κράτος είναι κράτος πρόνοιας. 

– Το 68,1% διαφωνεί ότι το ελληνικό κράτος παρέχει ένα υποστηρικτικό περιβάλλον στο μεγάλωμα των παιδιών. 

– Τέλος, σε συντριπτικό βαθμό (72,7%) 7 θεωρούν ότι το επίδομα γέννησης τέκνου των 2.400 ευρώ δεν είναι αποτελεσματικό μέτρο για το δημογραφικό πρόβλημα. 

Με βάση όλα τα παραπάνω γεννάται εύλογα το ερώτημα τι μπορεί να γίνει για την αντιμετώπιση της δημογραφικής αλλαγής που συντελείται στη χώρα. Σίγουρα το ζήτημα υπερβαίνει νουθεσίες της λογικής «γεννάτε γιατί χανόμαστε» που όλο και πιο συχνά και με ποικίλους τρόπους ακούγονται στον δημόσιο διάλογο, ενοχοποιώντας σε μεγάλο βαθμό τους νέους και κυρίως τις νέες γυναίκες. Η απόφαση ενός ατόμου να μην κάνει παιδιά θα πρέπει να εκλαμβάνεται ως συνειδητή και καθ’ όλα σεβαστή επιλογή. Αντίστοιχα, θα πρέπει να υποστηρίζεται και να προστατεύεται το δικαίωμα στη γονεϊκότητα και να μην εξαιρείται κανένα άτομο από αυτό – μονογονεϊκές οικογένειες, ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα

Για την αντιμετώπιση του ζητήματος θα ήταν χρήσιμο να αξιοποιηθούν παράμετροι, περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς στην κοινή γνώμη, όπως η δημιουργία συνθηκών επιστροφής για εκείνες και εκείνους που έφυγαν στο εξωτερικό τα χρόνια της κρίσης, αλλά και η ισότιμη ένταξη μεταναστών και προσφύγων στην ελληνική κοινωνία. Σημειώνεται ότι τα τελευταία 12 χρόνια καταγράφεται μεγάλη φυγή νέων ανθρώπων από τη χώρα, ελλήνων και αλλοδαπών παραγωγικής και αναπαραγωγικής ηλικίας (25-45 ετών). Η απουσία των δεύτερων μάλιστα έγινε ακόμα πιο έντονη τα τελευταία δύο χρόνια, οπότε και σημειώθηκαν μεγάλες ελλείψεις σε τομείς του τουρισμού, του κατασκευαστικού κλάδου και του αγροτικού τομέα. Σχετικά με αυτό οι κ.κ. Μπαλτάς και Παπαδόπουλος υπογραμμίζουν στο τρίτο μέρος της ανάλυσης τους, με τίτλο «Προς μια δημογραφική προσαρμογή: Προτάσεις πολιτικής»: «Ο πληθυσμός της Ελλάδας άρχισε να μειώνεται από το 2010 και έπειτα, όταν σταμάτησε η χώρα να αποτελεί ελκυστικό προορισμό για τους μετανάστες – όπως ήταν κατά την δεκαετία του 1990 – και επιπλέον όταν ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού της αποφάσισε να μεταναστεύσει στο εξωτερικό». 

Όπως ξεκαθαρίζουν, η μετανάστευση από μόνη της δεν μπορεί να ανατρέψει την χαμηλή γονιμότητα ή τη δημογραφική γήρανση. Εκείνο όμως που μπορεί να κάνει είναι να συγκρατήσει την συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού. «Στα πλαίσια σταθεροποίησης του ολοένα συρρικνούμενου εργατικού δυναμικού, η μετανάστευση, όπως και πολιτικές που θα ευνοούσαν την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των γυναικών, θα μπορούσαν να αποτελέσουν λύση» σημειώνουν.

Παράλληλα – κι αυτό είναι κάτι που προκύπτει πολύ έντονα από τις απαντήσεις των συμμετεχόντων/ουσών στην έρευνα του Eteron – αποτελεί επιτακτική ανάγκη η δημιουργία ενός υποστηρικτικού και φροντιστικού πλαισίου τόσο σε επίπεδο δημόσιων δομών, όσο και οικονομίας για εκείνες και εκείνους που είναι ήδη γονείς ή επιθυμούν να κάνουν ένα ή περισσότερα παιδιά αλλά το αναβάλουν λόγω των χαμηλών μισθών, της ακρίβειας και της στεγαστικής κρίσης, την οποία εσχάτως βιώνουμε πολύ έντονα. 

Το αίτημα για ανάσχεση της πτωτικής πορείας που έχει πάρει το βιοτικό επίπεδο των πολιτών μέσω της αύξησης των δημόσιων πόρων επιβεβαιώνει όμως και κάτι ακόμα. Επιβεβαιώνει πως όσο κι αν υποβαθμίζονται συστηματικά τα τελευταία χρόνια αξίες και αντιλήψεις γύρω από ζητήματα κοινωνικής πρόνοιας και το αίσθημα της κοινότητας, με ατομιστικές έννοιες περί ανθεκτικότητας και αυτοβελτίωσης να κερδίζουν ισχυρό έδαφος στη δημόσια συζήτηση και να αποτελούν κυρίαρχη γραμμή χάραξης πολιτικής στα κέντρα λήψης αποφάσεων, σήμερα γίνεται πιο ξεκάθαρο από ποτέ ότι νευραλγικοί τομείς της ζωής και της καθημερινότητας μας, ξεπερνούν κατά πολύ την ατομική προσπάθεια και δουλειά

Η διόρθωση της αδικίας που αντιμετώπιζαν νέες μητέρες, εργαζόμενες στον ιδιωτικό τομέα, αυτοαπασχολούμενες και αγρότισσες αναφορικά με το επίδομα μητρότητας, το οποίο επεκτάθηκε τις προηγούμενες μέρες στους εννέα μήνες (σ.σ. με ημερομηνία εφαρμογής του μέτρου για όσες έχουν γεννήσει από 24 Σεπτεμβρίου 2023 κι έπειτα) αποτελεί ένα πρώτο, αλλά πολύ μικρό, βήμα για τη στήριξη της γονεϊκότητας. 

Οι κ.κ. Μπαλτάς & Παπαδόπουλος επισημαίνουν στο κείμενο με τις προτάσεις πολιτικής για την αντιμετώπιση του δημογραφικού ζητήματος, ότι απαιτείται μια σειρά μέτρων που σε επίπεδο διαχείρισης της μείωσης και της γήρανσης του πληθυσμού θα περιλαμβάνει: α. την αύξηση των δημόσιων δαπανών για τη στήριξη της γονεϊκότητας 8, με στόχο τη συμφιλίωση της επαγγελματικής ζωής με την ανατροφή των παιδιών και την παροχή οικονομικής στήριξης σε οικογένειες με χαμηλό εισόδημα, β. την ενίσχυση της ένταξης των γυναικών στην αγορά εργασίας και την αύξηση του εισοδήματος τους, γ. τη συνολική άμβλυνση των έμφυλων ανισοτήτων, δ. την ουσιαστική αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης για τους νέους και τις νέες, λαμβάνοντας υπόψη ότι η αναχώρηση από το γονεϊκό σπίτι προϋποθέτει μείωση της ανεργίας, προσφορά σταθερών θέσεων εργασίας και πρόσβαση στην κατοικία μέσω της μείωσης των ενοικίων, ιδιαίτερα στα μεγάλα αστικά κέντρα καθώς και ε. την ανάπτυξη πολιτικών στέγασης που θα επιτρέπουν την μετεγκατάσταση στις περιοχές της υπαίθρου ηλικιακά νεότερων ατόμων με τις οικογένειές τους. 

Αναφορικά με τον χωρικό σχεδιασμό της υπαίθρου υπογραμμίζουν ότι είναι ανάγκη να υλοποιηθούν πολιτικές που αφορούν: α. την υποστήριξη και βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στην ύπαιθρο, ώστε να αντιμετωπιστεί η πληθυσμιακή συρρίκνωση κυρίως των ορεινών και των πιο απομακρυσμένων περιοχών, β. τη δημιουργία πολεοδομικών σχεδίων που θα λαμβάνουν υπόψη την ηλικιακή ευαλωτότητα κάθε περιοχής και όπου θα προσαρμόζονται οι δημόσιοι χώροι και οι διαθέσιμες υπηρεσίες προκειμένου να επωφελούνται οι ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, γ. τη διασφάλιση ότι οι δημόσιες κοινωνικές υπηρεσίες και τα συστήματα υποστήριξης θα είναι εύκολα προσβάσιμα και επαρκή για τις μεταβαλλόμενες ανάγκες του πληθυσμού και δ. τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου στρατηγικού σχεδίου χωρικής ανάπτυξης για την αξιοποίηση του οικιστικού αποθέματος των εγκαταλελειμμένων περιοχών της υπαίθρου.

Τέλος, σε επίπεδο δομών, προτείνονται: α. η αύξηση υπηρεσιών υγείας και φροντίδας για τον πληθυσμό της υπαίθρου που τείνει όλο και περισσότερο να ξεπερνά τα 65 έτη  β. η δημιουργία κοινωνικών υποδομών που αφορούν την υγειονομική περίθαλψη, την εκπαίδευση και την κοινωνική πρόνοια, υποδομών μεταφοράς και υποδομών αναψυχής, γ. η εξασφάλιση αξιοπρεπούς εισοδήματος και διαβίωσης στις αγροτικές περιοχές, δ. η στήριξη των κοινωνικά ευαίσθητων κοινωνικών ομάδων (π.χ. ηλικιωμένοι, άτομα ανάπηρα, μετανάστες, κ.λπ.), όπως και όσων προσφέρουν υπηρεσίες στην κοινότητα (π.χ. δάσκαλοι, καθηγητές, γιατροί, δημόσιοι υπάλληλοι) στις τουριστικοποιημένες περιοχές αλλά και ευρύτερα στην ύπαιθρο. 

  1. «Το Μανιφέστο της Φροντίδας», Andreas Chatzidakis, Jamie Hakim, Jo Littler, Catherine Rottenberg, Lynne Segal, εκδόσεις ΡΟΠΗ. []
  2. Έρευνα του Eteron για την εργασιακή επισφάλεια των νέων, διαθέσιμη εδώ.[]
  3. Στο τελευταίο Ευρωβαρόμετρο για την Ελλάδα, το 74% δηλώνει ότι το βιοτικό του επίπεδο να έχει πέσει τον τελευταίο χρόνο και το 36% δηλώνει αδυναμία να πληρώσει τους λογαριασμούς του.[]
  4. Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), Αποτελέσματα Απογραφής Πληθυσμού-Κατοικιών 2021. Διαθέσιμο εδώ[]
  5. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και του Ληξιαρχείου, ο αριθμός των γεννήσεων ανήλθε στις 77.100 και των θανάτων στις 140.292. []
  6. Τάνια Γεωργιοπούλου, «Οι Έλληνες γερνούν, οι μετανάστες φεύγουν», Η Καθημερινή, 3/9/2023.[]
  7. Ειδικότερα, οι αρνητικές απαντήσεις διαμορφώνονται ως εξής: Το 44,6% απαντά «όχι, γιατί από μόνο του δεν αρκεί», το 18,2% λέει «σε καμία περίπτωση» και το 9,9% απαντά «όχι, γιατί η επιλογή τεκνοποίησης στηρίζεται σε άλλα κριτήρια». []
  8. «Οι αναπτυγμένες χώρες δαπανούν μεταξύ του 1% και του 4% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) τους για τη στήριξη των οικογενειών μέσω απευθείας επιδομάτων σε χρήμα, παροχών σε υπηρεσίες αλλά και φοροαπαλλαγών. Όσον αφορά την Ελλάδα για το έτος 2019 με βάση τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 1,8% (1,4% σε απευθείας χρηματικές ενισχύσεις και το υπόλοιπο 0,4% σε υπηρεσίες), ενώ σε χώρες με υψηλότερη γονιμότητα όπως η Γαλλία και η Σουηδία το ποσοστό του ΑΕΠ ήταν σχεδόν το διπλάσιο 3,4%. Παράλληλα, το ποσοστό της Ελλάδας παρέμεινε χαμηλότερο από την μέση δαπάνη τόσο για τις χώρες του ΟΟΣΑ που ήταν 2,3% όσο και για τις χώρες της ΕΕ που ήταν 2,6%, το ίδιο έτος» (Μπαλτάς, Παπαδόπουλος). []
Πολιτική Cookies