Ως Generation Z (Gen Z) ορίζουμε τη γενιά που ακολουθεί χρονικά τους Millenials και στην οποία εντάσσονται όλα τα άτομα που γεννήθηκαν από τα μέσα με τέλη της δεκαετίας του ‘90 μέχρι και τις αρχές του 2010.
Στόχος μας είναι να αμφισβητήσουμε γενικευτικούς και υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς που αποδίδονται στα μέλη αυτής της γενιάς, να κατανοήσουμε τα χαρακτηριστικά και τις αντιλήψεις τους και να ενδυναμώσουμε τις φωνές τους.
Το project ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2022. Επικοινωνία: gen-z-voice-on@eteron.org
Εισαγωγή
Αυτό το κείμενο προέκυψε μετά την πρόσκληση του Eteron, να σχολιάσω την έρευνά του «Gen Z Voice ON ETERON», από την οπτική γωνία του έργου DigiGen H2020 «Ο αντίκτυπος των τεχνολογικών μετασχηματισμών στην ψηφιακή γενιά».
Η έρευνα διεξήχθη από την aboutpeople (συλλογή δεδομένων) για λογαριασμό του Εteron – Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή, μεταξύ 10-18 Δεκεμβρίου 2021. Τα δεδομένα συλλέχθηκαν χρησιμοποιώντας δομημένα διαδικτυακά ερωτηματολόγια που απαντήθηκαν από ένα δείγμα 403 ατόμων ηλικίας 16-25 ετών από όλη την Ελλάδα.
Για το έργο DigiGen, διεξήγαμε μια έρευνα για τις Τεχνολογίες Πληροφοριών και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) και τη Συμμετοχή των Πολιτών στην Εσθονία, την Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο, επικεντρώνοντας στους εφήβους ηλικίας 16-18 ετών, αλλά συμπεριλαμβάνοντας και μεγαλύτερες ηλικίες, όπου κάτι τέτοιο προέκυπτε από το συγκείμενο, χρησιμοποιώντας netnography (διαδικτυακή ανάλυση περιεχομένου, διαδικτυακές συνεντεύξεις), εργαστήρια ψηφιακής αφήγησης, και ανάλυση εγγράφων πολιτικής για την ψηφιακή ιθαγένεια. Επιπλέον, συμβάλλαμε σε μια μελέτη για τις ΤΠΕ και τον ελεύθερο χρόνο στην Αυστρία, την Ελλάδα, τη Νορβηγία, τη Ρουμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου μελετήσαμε παιδιά 9-15 ετών, χρησιμοποιώντας συνεντεύξεις, ημερολόγια εφαρμογών και παρατήρησή τους όσο έπαιζαν το παιχνίδι Minecraft.
Σε αυτό το κείμενο, θα συμπεριλάβω αποτελέσματα από την τελευταία αυτή έρευνα που σχετίζονται με τα αποτελέσματα του Eteron για τη χρήση των ΤΠΕ, μόνο στην ενότητα των συμπερασμάτων. Όσον αφορά το επίκεντρο της έρευνας του Eteron στη Gen Z, και στις δύο μελέτες ερευνήσαμε τη χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών στον νεότερο πληθυσμό αυτής της Gen Z, δηλαδή εκείνους και εκείνες που γεννήθηκαν μεταξύ 2003-2012, που επομένως βρίσκονται στη Generation Alpha.
Ο σχολιασμός για την έρευνα του Eteron διαρθρώνεται σε τρεις ενότητες. Μετά από αυτήν την εισαγωγή, η δεύτερη ενότητα εξηγεί τη μεθοδολογία μας και πώς μπορούν να διαβαστούν τα βασικά μας ευρήματα από την έρευνα του DigiGen «ΤΠΕ και Συμμετοχή των Πολιτών» σε σχέση με εκείνα του Eteron, υπογραμμίζοντας ότι εμείς εξετάσαμε κυρίως τον νεότερο πληθυσμό, καθώς και πώς μπορούν να διαβαστούν ορισμένα ευρήματα σχετικά με τη χρήση των ΤΠΕ από την έρευνα του DigiGen «ΤΠΕ και Ελεύθερος Χρόνος» επίσης σε σχέση με την έρευνα του Eteron. Η τελευταία ενότητα ολοκληρώνει το κείμενο εισχωρώντας σε ζητήματα πολιτικής σχετικά με διάφορα θέματα που ανακύπτουν και από τα δύο ερευνητικά έργα, και τα οποία ενδέχεται να επιδράσουν στις μελλοντικές πολιτικές για την ψηφιακή ιθαγένεια της Generation Alpha (γεννημένη μεταξύ 2010-2024).
Βασικές ομοιότητες και διαφορές στα αποτελέσματα των ερευνών του Eteron και του DigiGen σχετικά με τη συμμετοχή των πολιτών και τη γενική χρήση των ΤΠΕ
Στο έργο DigiGen, εξετάσαμε τον αντίκτυπο του ψηφιακού μετασχηματισμού σε παιδιά και νέους/ες ηλικίας από 5 έως 18 ετών στους τομείς οικογένεια, εκπαίδευση, αναψυχή και πολιτική συμμετοχή, παίρνοντας κάθε δειγματοληψία από συγκεκριμένα ηλικιακά πλαίσια (2019-2022). Στο έργο που διεξήγαμε στο Πανεπιστήμιο του Leicester, βάλαμε ως στόχο να αξιολογήσουμε τη διαδικτυακή πολιτική συμπεριφορά των νέων λαμβάνοντας υπόψη κοινωνικοοικονομικές και έμφυλες παραμέτρους, και τα κίνητρά τους για τη χρήση ψηφιακού περιεχομένου και συσκευών για την έκφραση πολιτικών απόψεων και τη συμμετοχή σε πολιτικές δράσεις, καθώς κινούνται προς την εργασία και τη δημόσια ζωή (ψηφιακοί πολίτες). Συνολικά, ορίσαμε ως στόχους:
Αυτά τα στοιχεία προς διερεύνηση μεταφράστηκαν σε τρεις κύριες συγκριτικές φάσεις ποιοτικής έρευνας. Στην πρώτη, κάναμε έρευνα netnographic (διαδικτυακή παρατήρηση, περιεχόμενο και 65 συνεντεύξεις συνολικά) που διεξήχθη μεταξύ Σεπτεμβρίου 2020 και Απριλίου 2021 στην Εσθονία, την Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο, συγκρίνοντας τους λόγους και τα μέσα με τα οποία οι νέοι και οι νέες εμπλέκονται σε διαδικτυακή πολιτική συμμετοχή, εστιάζοντας σε διαδικτυακά κινήματα που κινητοποιούνται για φυλετική, κοινωνική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη (βλ. Karatzogianni et al., 2021). Στη δεύτερη φάση, οργανώθηκαν συζητήσεις σε ομάδες εστίασης (focus groups) με τη μορφή εργαστηρίων ψηφιακής αφήγησης, με νέους και νέες που εμπλέκονται στην παραγωγή διαδικτυακού πολιτικού λόγου, με στόχο τον εντοπισμό του τρόπου με τον οποίο επηρεάζονται από το διαδικτυακό περιβάλλον της επιλογής τους και των βασικών πτυχών της ιδεολογικής διαδικτυακής παραγωγής των νέων.
Στα εργαστήρια, χρησιμοποιήθηκε ένα ψηφιακό εργαλείο (PowerPoint) για τη συμπαραγωγή σχετικού υλικού (φωτογραφίες, στιγμιότυπα οθόνης σχετικού διαδικτυακού περιεχομένου) για την ενημέρωση σχετικά με τα κίνητρα, τις αιτίες και τα μέσα που οι νέοι/ες βρίσκουν κατάλληλα και ουσιαστικά για αυτό που αντιλαμβάνονται ως συμμετοχή των πολιτών (ως ψηφιακοί πολίτες) (βλ. Karatzogianni et al., 2022a). Στην τρίτη φάση, αξιολογήσαμε κριτικά την ψηφιακή ιθαγένεια σε εκπαιδευτικά συστήματα και σε εθνικά έγγραφα ψηφιακής ιθαγένειας (συμπεριλαμβανομένων των πολυμέσων) στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ελλάδα και την Εσθονία, εστιάζοντας στη συμπερίληψη και την προώθηση της ψηφιακής ιθαγένειας (βλ. Karatzogianni et al., 2022b, διαθέσιμη εδώ) .
Εδώ, αξίζει να συνοψίσουμε μόνο τα αποτελέσματα του «ΤΠΕ και Συμμετοχή των Πολιτών» που σχετίζονται με τα αποτελέσματα του Eteron, ώστε να μπορέσουμε να εντοπίσουμε διαφορές και ομοιότητες, λαμβάνοντας υπόψη ότι το έργο DigiGen περιλάμβανε τρεις χώρες (Εσθονία, Ελλάδα και Ηνωμένο Βασίλειο) και επικεντρώθηκε στους εφήβους αλλά όχι αποκλειστικά, ενώ η έρευνα του Eteron επικεντρώθηκε μόνο στην Ελλάδα και περιελάμβανε μόνο εν μέρει εφήβους αλλά κυρίως νέους/ες ενήλικες.
Στην πρώτη φάση στις τρεις χώρες, εστιάσαμε σε κυρίαρχες πτυχές της συμμετοχής των πολιτών, εστιάζοντας σε διαδικτυακά κινήματα που κινητοποιούνται για φυλετική, κοινωνική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη. Στην Ελλάδα, συλλέξαμε πρωτογενή δεδομένα γύρω από τους νέους/ες που κινητοποιούνται κατά της έμφυλης βίας και κατά της αστυνομικής βίας, στην Εσθονία επικεντρωθήκαμε στον διαδικτυακό ακτιβισμό των νέων σχετικά με τα ΛΟΑΤΚΙ+ ζητήματα και το Black Lives Matter (BLM), ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο εστιάσαμε στην αντιρατσιστική συμμετοχή των πολιτών γύρω από το BLM στο Leicester και την περιβαλλοντική συμμετοχή των πολιτών στο κίνημα Extinction Rebellion (XR και XR Youth). Στην τελευταία περίπτωση, πήραμε επίσης συνεντεύξεις από μεγαλύτερους συμμετέχοντες/ουσες για να μάθουμε πώς καθοδηγούσαν τους νέους σε αυτές τις οργανώσεις και τη δική τους εμπειρία από την πολιτική εκπαίδευση των εφήβων και την ανάπτυξη της χρήσης των ΤΠΕ. Στην Εσθονία, η δημόσια τοποθέτηση υπέρ των περιθωριοποιημένων θεωρείται θέμα ευθύνης και ως ο μόνος τρόπος να κινηθούμε προς μια καλύτερη κοινωνία, καθώς κάτι τέτοιο οδηγεί στην ενημέρωση άλλων ανθρώπων και την αλλαγή των απόψεών τους.
Οι αιτίες για την πολιτική συμμετοχή συνδέονται με την προσωπική εμπειρία διακρίσεων που επηρεάζει την ικανότητα ενός ατόμου για ενσυναίσθηση, καθώς και με τον λόγο γύρω από την κουλτούρα που περιβάλλει την κοινωνική δικαιοσύνη. Στην Ελλάδα υπάρχει δυσπιστία προς τα πολιτικά κόμματα και τις κυβερνητικές οργανώσεις και καταγράφεται ενδιαφέρον να γίνουν κάποια πράγματα, όχι για να αλλάξει ο κόσμος, αλλά πρώτα για να αλλάξει η καθημερινότητα. Η ενεργοποίηση και η πολιτικοποίηση πυροδοτούνται από προσωπικές εμπειρίες που συνδέονται με τους τρόπους που αντιμετωπίζονται οι (πολλαπλές) ταυτότητες φύλων σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό πλαίσιο, αλλά και στην κοινωνία γενικότερα. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, υιοθετούνται νέες, πιο αποτελεσματικές προσεγγίσεις στον περιβαλλοντικό ακτιβισμό, θυμός για την αστυνομική βία και αγώνας για ίσα δικαιώματα, λόγω της εκτεταμένης ανισότητας: «άνθρωποι που βασίζονται σε επιδόματα για να ταΐσουν τα παιδιά τους σε μια πλούσια χώρα».
Όσον αφορά τις οργανωτικές και επικοινωνιακές πτυχές, στην Εσθονία χρησιμοποιείται το Facebook, το Instagram, το Twitter, το YouTube, το Reddit, το VKontakte και το Tiktok, ενώ οι συμμετέχοντες/ουσες δεν ασχολούνται με ζητήματα επιτήρησης και δεν λαμβάνουν επιπλέον μέτρα για την προστασία τους. Οι διεθνείς (αγγλόφωνοι) λογαριασμοί θεωρούνται πολύ καλύτεροι για ενημερωτικούς σκοπούς από τους τοπικούς εσθονικούς, οι οποίοι συχνά κατηγορούνται ότι είναι κακώς ενημερωμένοι, στενόμυαλοι, ακόμη και ρατσιστικοί και ομοφοβικοί. Στην Ελλάδα, υπάρχει χρήση των Facebook, Instagram, YouTube και εφαρμογών ανταλλαγής μηνυμάτων, καθώς και πλατφορμών τηλεδιάσκεψης. Υπάρχει απροθυμία, δυσπιστία και κριτική προς τις πλατφόρμες και τις εφαρμογές, και προτίμηση για λογισμικό ανοιχτού κώδικα.
Τα ψηφιακά δίκτυα θεωρούνται περισσότερο ως μέσα διάδοσης (αντί)πληροφόρησης και λιγότερο ως ουσιαστικός χώρος όπου μπορούν να αναπτυχθούν πολιτικές στρατηγικές. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, υπάρχει καινοτομία στην οργάνωση και την επικοινωνία, για παράδειγμα στα κινήματα XR και XR Youth (μοντέλο holacracy/ολοκρατίας, carbon neutral cloud, χρήση glassfrog, basecamp, mattermost), ενώ στο BLM στο Leicester βλέπουμε προϋπάρχοντα δίκτυα που υποστηρίζονται από νέους/ες που είναι πολύ εξοικειωμένοι/ες με τα κοινωνικά δίκτυα. Οι έφηβοι τείνουν να μην χρησιμοποιούν το Facebook, εκτός αν θέλουν να προσεγγίσουν τους γονείς, αλλά χρησιμοποιούν πολύ το Twitter και το Instagram για την ενημέρωσή τους, τον συντονισμό και τη δημοσιοποίηση της πολιτικής συμμετοχής τους.
Η Εσθονία είναι διαφορετική από την Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο, επειδή οι συμμετέχοντες/ουσες τοποθετούνται ανοιχτά υπέρ των περιθωριοποιημένων, αλλά μπορεί να μην είναι οι ίδιοι/ες περιθωριοποιημένοι/ες και ανησυχούν λιγότερο για θέματα ιδιωτικότητας και επιτήρησης. Οι ομοιότητες περιλαμβάνουν το γεγονός ότι η πολιτική τους συμμετοχή συνδέεται με την προσωπική εμπειρία διακρίσεων και αδικίας και ότι υπάρχει παρόμοια χρήση εμπορικών πλατφορμών.
Η Ελλάδα είναι διαφορετική από την Εσθονία και το Ηνωμένο Βασίλειο, επειδή υπάρχει πολύ μεγαλύτερη δυσπιστία προς τα πολιτικά κόμματα και τις εμπορικές πλατφόρμες, και οι ΤΠΕ θεωρούνται λιγότερο ως χώροι οργάνωσης και στρατηγικής. Μια ομοιότητα εδώ είναι ότι η πολιτικοποίηση μπορεί να πυροδοτηθεί από προσωπικές εμπειρίες. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι διαφορετικό από την Ελλάδα και την Εσθονία, καθώς υπάρχει οργανωτική και επικοινωνιακή καινοτομία, υπάρχει μεγάλη εξάρτηση από προϋπάρχοντα δίκτυα και υπάρχει πιο συστηματική καθοδήγηση για τους νεότερους ακτιβιστές/ριες. Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι παρόμοιο με την Εσθονία, στο γεγονός ότι υπάρχει οργή για την ανισότητα, τη φυλετική και κοινωνική αδικία, και με την Ελλάδα όσον αφορά ένα ορισμένο επίπεδο δυσπιστίας προς την αστυνομία και την κυβέρνηση.
Συνολικά, διαπιστώσαμε ότι οι συμμετέχοντες/ουσες που είναι ενεργά μέλη οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, και οι οποίες είναι στιβαρά οργανωμένες (αποκεντρωμένες ή ιεραρχικές) χρησιμοποιούν εξειδικευμένους τύπους πλατφορμών για διαφορετικές δραστηριότητες και έχουν επίγνωση των θεμάτων ασφάλειας και επιτήρησης του διαδικτύου, ενώ όσοι/ες είναι μέλη λιγότερο οργανωμένων κινημάτων βασίζονται σε πιο εμπορικές και γενικές πλατφόρμες για την οργάνωση, την επικοινωνία, τον συντονισμό και τη δημοσιοποίηση των δραστηριοτήτων τους.
Τα βασικά ευρήματα από τη δεύτερη φάση της από κοινού έρευνας με 12 νέους και νέες ηλικίας 15-18 ετών, χρησιμοποιώντας την τεχνική των εργαστηρίων ψηφιακής αφήγησης που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ Σεπτεμβρίου 2021 και Ιανουαρίου 2022 στην Εσθονία, την Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο: Στόχος ήταν η σύγκριση του οπτικού, διαλογικού περιεχομένου που παράγεται από τους συμμετέχοντες/ουσες και των αλληλοεπιδράσεων τους, σχετικά με το τι εμπνέει και προκαλεί την πολιτική τους συμμετοχή όταν χρησιμοποιούν ψηφιακές τεχνολογίες.
Στην Εσθονία, οι συμμετέχοντες/ουσες που αυτοπροσδιορίζονταν ως ακτιβιστές και ακτιβίστριες είχαν από την αρχή πολύ πιο ξεκάθαρο όραμα για το πού ήθελαν να επικεντρώσουν τις ιστορίες τους, ενώ οι νέοι/ες που ενδιαφέρονταν για την πολιτική και θεωρούσαν τον ακτιβισμό σημαντικό έτειναν να μένουν πιο αυστηρά στα δύο προτεινόμενα θέματα των εμπνεύσεων/κινήτρων έναντι των προκλήσεων. Μια συμμετέχουσα που συμμετείχε σε μια ΛΟΑΤΚΙ+ οργάνωση μίλησε για την εσωτερική της ανάγκη να κάνει κάτι για τις ανισότητες στον κόσμο, χρησιμοποιώντας εικόνες που ήταν είτε φωτογραφίες που τραβήχτηκαν από την ίδια είτε εικόνες από τη σελίδα της οργάνωσης στο Facebook.
Αντίθετα, οι ιστορίες από τους άλλους νέους/ες ήταν λιγότερο συνεκτικές αφηγήσεις και περισσότερο παρουσιάσεις πραγμάτων που τους κάνουν να θέλουν να είναι πολιτικά ενεργοί/ές και πραγμάτων που τους αποτρέπουν από το να είναι πολιτικά ενεργοί/ες ή δυσκολεύουν την πολιτική συμμετοχή. Η κυρίαρχη ρητορική τοποθετούσε την πολιτική συμμετοχή ως πολύ σημαντική, ακόμα και ηθικά επιβεβλημένη, ενώ συνέχιζε ομολογώντας ότι δεν ήταν τόσο ενεργοί/ές όσο θα ήθελαν, συνεχίζοντας με τους λόγους και τη δικαιολόγηση για αυτό που παρουσιαζόταν ως «ανεπαρκής» συμμετοχή. Οι συμμετέχοντες/ουσες μιλούσαν για την αίσθηση ότι κάποιος/α έχει την επιλογή να υποστηρίξει τοπικές πρωτοβουλίες που εκτιμάει και να «μιλήσει μαζί» με άλλους/ες για σημαντικά προβλήματα όπως η κλιματική αλλαγή. Όλοι οι μη ακτιβιστές/ριες συμμετέχοντες/ουσες ανέφεραν την έλλειψη χρόνου ως την κυρίαρχη πρόκληση που αντιμετωπίζουν όσον αφορά την πολιτική συμμετοχή, ενώ ο φόβος του να κριθούν ή η πολιτική καθαυτή και η έλλειψη αυτοπεποίθησης αναφέρονταν επίσης ως προκλήσεις για την πολιτική τους συμμετοχή.
Το κίνητρο για την πολιτική συμμετοχή συνδεόταν επίσης με τη βελτίωση του εαυτού, το «να γνωρίζω την πολιτική κατάσταση και να νιώθω σαν να με συμπεριλαμβάνει» και την ανάγκη «να κάνω κάτι γι’ αυτό». Όσον αφορά τις ομοιότητες μεταξύ των αφηγήσεων των ακτιβιστών/ριών και μη, όλοι και όλες μίλησαν για την επιθυμία για έναν καλύτερο κόσμο και για την πολιτική συμμετοχή ως κάτι εποικοδομητικό. Όλοι και όλες μίλησαν για τις ψηφιακές τεχνολογίες ως διευκολυντικές για την πολιτική τους συμμετοχή, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να μιλήσουν δημόσια και να κάνουν τη φωνή τους να ακουστεί ως κινητήριο, ωστόσο, ένας από τους συμμετέχοντες στην ιστορία του αναφέρθηκε στη σημασία της ανωνυμίας, προτιμώντας να μιλάει ως κομμάτι ενός πλήθους, χωρίς να είναι μεταξύ των λίγων που βρίσκονται στο προσκήνιο.
Στην Ελλάδα όσοι/ες συμμετείχαν επέλεξαν θέματα που στιγμάτισαν την ελληνική κοινωνία την τελευταία δεκαετία – θέματα σχετικά με τη βία: Τρία άτομα επέλεξαν το θέμα της φασιστικής βίας, όπως εκδηλώθηκε από το νεοναζιστικό κόμμα της Χρυσής Αυγής, ενώ ένα έχτισε το περιεχόμενό του γύρω από τη σεξιστική βία που είδαμε στη δολοφονία του ΛΟΑΤΚΙ ακτιβιστή Ζακ Κωστόπουλου/ Ζάκι Ο’ από δύο άντρες και αρκετούς αστυνομικούς. Σε όλες τις περιπτώσεις συζητήθηκε με κριτικό τρόπο ο ρόλος των παραδοσιακών ΜΜΕ, ενώ παρουσιάστηκαν και στοιχεία σχετικά με την κάλυψη των γεγονότων από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης (ΜΚΔ). Η πρώτη ιστορία εστίασε στη δίκη της Χρυσής Αυγής που κράτησε πέντε χρόνια.
Το υλικό περιείχε λεπτομέρειες της έρευνας σχετικά με το αν η Χρυσή Αυγή είναι εγκληματική οργάνωση, αλλά και με τα τρία συγκεκριμένα κακουργήματα που υπήρχαν στο κατηγορητήριο. Η δεύτερη ιστορία εστίασε σε ένα από τα κακουργήματα που διέπραξε η Χρυσή Αυγή: τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, ενός ράπερ με αντιρατσιστική και ακτιβιστική δράση. Το συμμετέχον άτομο τόνισε τα αντανακλαστικά των ΜΜΕ στην κάλυψη του γεγονότος, εξηγώντας πως άργησαν πολύ να παρουσιάσουν το γεγονός ως πολιτική δολοφονία και πως αρχικά το υποβάθμισαν παρουσιάζοντάς το ως έναν καυγά για το ποδόσφαιρο. Η τρίτη ιστορία είχε ως θέμα της την ιστορία της Χρυσής Αυγής από τις αρχές της δεκαετίας του ‘80. Το συμμετέχον άτομο κατέδειξε τις νεο-ναζιστικές ρίζες της οργάνωσης και τα σταδιακά της βήματα ώσπου αναδείχτηκε σε κοινοβουλευτικό κόμμα το 2012. Η τέταρτη ιστορία αφορούσε τη δολοφονία του ΛΟΑΤΚΙ ακτιβιστή Ζακ Κωστόπουλου/ Ζάκι Ο’ και κυρίως την κάλυψη της είδησης από τα ΜΜΕ, καθώς και τις αντιδράσεις της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας και άλλων πολιτών που διαμαρτύρονταν κατά των ομοφοβικών αντιδράσεων των κοινωνικο-πολιτικών και μιντιακών παραγόντων στην Ελλάδα.
Αυτές οι επιλογές θεμάτων δεν εκδηλώνουν ένα θεωρητικό ή αφηρημένο ιδεολογικό ενδιαφέρον, αλλά αντίθετα βασίζονται σε πρωτοφανή περιστατικά που σημάδεψαν τη συλλογική μνήμη της ελληνικής κοινωνίας και των νέων αυτών ατόμων. Οι ιστορίες τους αποτυπώνουν την ποιότητα της δημοκρατίας και των θεσμών της σε μία κοινωνία κατακερματισμένη από κοινωνικές και πολιτικές αναταραχές. Μια κοινωνία όπου οι νέοι άνθρωποι μεγαλώνοντας αντιμετωπίζουν σοβαρές περιπτώσεις ρατσιστικής και σεξιστικής βίας και η πολιτική τους συμμετοχή επηρεάζεται ξεκάθαρα από την πολιτική κουλτούρα πόλωσης που προκύπτει ως αποτέλεσμα των παραπάνω φαινομένων.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι τρεις ιστορίες εστίασαν στον ρατσισμό, τη ρητορική μίσους και την αστυνομική βία. Η πρώτη ιστορία αφορούσε τον γάμο της Μέγκαν Μαρκλ με τον Πρίγκιπα Χάρι. Η συμμετέχουσα ανέφερε πόσο σημαντικό είναι που μία γυναίκα με την συγκεκριμένη εμφάνιση θα γινόταν πριγκίπισσα, αλλά και συγκεκριμένα παραδείγματα από ρατσιστικά δημοσιεύματα ενός γνωστού δημοσιογράφου όπου έκανε επίθεση στην Μέγκαν Μαρκλ, ενώ συμπεριέλαβε κι ένα δημοσίευμα που περιείχε μια φωτογραφία όπου το μωρό του βασιλικού ζεύγους απεικονιζόταν ως πίθηκος. Στην πρώτη ιστορία, η συμμετέχουσα τόνισε σχόλια που γράφτηκαν σε ΜΚΔ για τη βασιλική οικογένεια και αναφορές στο πόσο σκούρο θα έβγαινε το μωρό και ανέφερε και μία συνέντευξη που παραχώρησε το ζεύγος στην Όπρα Γουίνφρεϊ λίγο αργότερα. Κι άλλοι/ άλλες συμμετέχοντες/ συμμετέχουσες σχολίασαν αυτό που εκλαμβάνουν ως διαδεδομένο ρατσισμό τόσο στην βρετανική κοινωνία όσο και στο περιβάλλον των ΜΜΕ.
Η δεύτερη ιστορία αφορούσε τον τραγικό φόνο ενός νεαρού ονόματι Τζορτζ Νκέντσο στην Ιρλανδία, τις διαμαρτυρίες μετά την δολοφονία του αλλά και τις ψευδείς πληροφορίες που κυκλοφόρησαν σχετικά με το άτομό του στα ΜΚΔ. Ο συμμετέχων δήλωσε ότι το συγκεκριμένο γεγονός ήταν “ο βασικός παράγοντας που με ώθησε να μιλήσω για τα δικαιώματα των μαύρων κι αυτό που με έκανε να στρέψω την προσοχή μου στη διαδικτυακή κοινότητα και να μιλήσω για τα προβλήματα της κοινότητάς μας”. Επίσης επεσήμανε τις ψευδείς πληροφορίες “που διαδόθηκαν από άτομα που θέλησαν να δικαιολογήσουν τη δολοφονία του, κάτι που με ώθησε να μιλήσω ανοιχτά και να εναντιωθώ στη διάδοση τέτοιων πληροφοριών”.
Η τρίτη ιστορία ήταν για τις διαδηλώσεις με σύνθημα το #EndSARS στη Νιγηρία, οι οποίες πυροδότησαν την πολιτική ενασχόληση της συμμετέχουσας, αφού είδε φωτογραφίες θυμάτων αστυνομικής βίας στο Twitter και το Instagram. Επίσης ανέφερε την Αΐσα Γιεσούφου, συνιδρύτρια του κινήματος BringBackOurGirls (= φέρτε πίσω τα κορίτσια μας), ως μία βασική πηγή έμπνευσης για την ίδια. Τόνισε ότι το γεγονός δεν προβλήθηκε καθόλου από τα βρετανικά ΜΜΕ αλλά ούτε και συζητήθηκε από την κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου. Ένιωσε ότι υπήρξε ελλειπής ή λανθασμένη πληροφόρηση αλλά ότι παρόλα αυτά, το γεγονός τη βοήθησε να συνδεθεί με την χώρα καταγωγής της και με άλλα μέλη της νιγηριανής διασποράς. “Ένιωσα ότι γίνονταν πολύ λίγα για το συγκεκριμένο θέμα σ’ αυτήν την πλευρά του κόσμου κι ότι έπρεπε η ίδια να ερευνήσω και να ψάξω τι συνέβαινε σχετικά μ’ αυτό”, ανέφερε.
Μπορούμε να διακρίνουμε ξεκάθαρα κοινές πολιτικές ανησυχίες ανάμεσα στα 12 νεαρά άτομα που συμμετείχαν στα ψηφιακά εργαστήρια αφήγησης. Αυτές αφορούν μεταξύ άλλων την πολιτική πόλωση, τη βία και την τιτλοποίηση είτε πρόκειται για ρατσιστική (ΗΒ και Ελλάδα) είτε φυλετική (Ελλάδα και Εσθονία) είτε αναδυόμενη περιβαλλοντική συνείδηση (Εσθονία). Αυτά τα ζητήματα αναπαράγουν τα θέματα που είχαν συζητηθεί και στην προηγούμενη ερευνητική φάση (βλ. Καρατζογιάννη κ.ά., 2021). Τα συμμετέχοντα άτομα από την Εσθονία παρουσίασαν ως προκλήσεις τους χρονικούς περιορισμούς, τον φόβο και την έλλειψη αυτοπεποίθησης, ενώ εστίασαν περισσότερο στους εαυτούς τους, στα κίνητρά τους και στην προσπάθεια να ακουστεί περισσότερο η φωνή τους για την βελτίωση της κοινωνίας, την πάλη για περισσότερη δικαιοσύνη και κατά των ρατσιστιστικών διακρίσεων ή των διακρίσεων απέναντι στη ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα.
Από την άλλη, στην Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο, οι νέοι κι οι νέες επέλεξαν να μιλήσουν για βίαια περιστατικά όπου διαφαίνεται δομικός θεσμικός ρατσισμός, για την φυλετική βία, για προβλήματα σχετικά με την μιντιακή ορατότητα, την παραπληροφόρηση και την αστυνομική βία. Αυτό συνάδει και με τα ευρήματα της πρώτης ερευνητικής φάσης, όπου τα άτομα από την Εσθονία επέδειξαν λιγότερη καχυποψία απέναντι στην κυβέρνηση και το μιντιακό κατεστημένο εν γένει σε σχέση με αυτά από την Ελλάδα και την Βρετανία, τα οποία νιώθουν πως ζουν εντός ενός ιδιαίτερα πολωτικού πολιτικού περιβάλλοντος, όπου η παραπληροφόρηση, η ρητορική μίσους και η τιτλοποίηση είναι πιο διαδεδομένα.
Τα βασικά ευρήματα από τις δύο πρώτες φάσεις που ανέφερα παραπάνω, επιβεβαιώνουν τέσσερα από τα βασικά ευρήματα της έρευνας του Eteron. Πιο συγκεκριμένα:
Τέλος, παρατηρούμε και μια βασική διαφορά ανάμεσα στα αποτελέσματα της έρευνας του Eteron και αυτά της DigiGen. Ένα από τα ευρήματα του Eteron είναι ότι “Όσον αφορά τις κινητοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν Φεβρουάριο-Μάρτιο του 2021 ενάντια στην εγκαθίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας, το 48% δηλώνει ότι συμφωνεί με αυτές, ενώ το 18,8% διαφωνεί και ένα σημαντικό ποσοστό (31%-μεγαλύτερο από κάθε άλλη ερώτηση), δηλώνει πως «ούτε συμφωνεί ούτε διαφωνεί». Εδώ υπάρχουν δύο σημαντικές διαφοροποιήσεις με βάση τα δημογραφικά χαρακτηριστικά. Η πρώτη σχετίζεται με το φύλο: το 54,7% των γυναικών συμφωνεί με τις κινητοποιήσεις ενάντια στην πανεπιστημιακή αστυνομία σε σύγκριση με το 40,6% των ανδρών. Η δεύτερη (και πιο απρόσμενη) αφορά την εργασία: το 57,3% των εργαζομένων έναντι του 41,2% των μη εργαζομένων συμφωνεί με τις κινητοποιήσεις”.
Τα αποτελέσματα της DigiGen δείχνουν σημαντική διάθεση κινητοποίησης ενάντια στην αστυνόμευση και την τιτλοποίηση τόσο στην Ελλάδα όσο και στη Μ. Βρετανία, και λιγότερο στην Εσθονία. Αυτό εξηγείται από την πολιτική κουλτούρα των δύο χωρών που διακατέχονται από έντονη πόλωση κατά την τελευταία δεκαετία και ευρεία καχυποψία απέναντι τόσο στο πολιτικό κατεστημένο, όσο και στον χώρο των ΜΜΕ.
Ψηφιακή ιθαγένεια για την Generation Alpha
Το Demos, ένα διακομματικό think-tank στο Ηνωμένο Βασίλειο, ορίζει την ψηφιακή ιθαγένεια ως “τα αστικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα ενός πολίτη/ μιας πολίτισσας στις διαδικτυακές τους δραστηριότητες, την πολιτική τους ενασχόληση και δράση με ψηφιακά μέσα και τη συμμετοχή τους σε διαδικτυακές κοινότητες με διακριτή ταυτοτική πηγή (Raynolds και Scott 2016: 19)”. Η μελέτη αναφέρει ότι η ψηφιακή ιθαγένεια περιλαμβάνει ενεργά εμπεριστατωμένη ενασχόληση ατόμων εντός του τοπικού τους ή του ψηφιακού περιβάλλοντος με δημόσια θέματα εντός ενός επιμορφωτικού πλαισίου. Ο ορισμός τους συμπεριλαμβάνει τόσο νέες και νέους όσο και παιδιά και ενήλικες. Είτε πρόκειται για πολιτικά είτε για αστικά νομικά ζητήματα, η ενασχόληση είναι βασικό στοιχείο της ψηφιακής ιθαγένειας. Η χρήση της ψηφιακής ιθαγένειας ως θεματική έννοια συνδέεται στενά με το έργο και τις παρεμβάσεις των ΜΚΟ και άλλων τρίτων οργανισμών που δρουν μαζί με άλλους παράγοντες στον τομέα της εκπαίδευσης.
Στην τελευταία φάση της DigiGen με τίτλο “ΤΠΕ και Πολιτική Συμμετοχή”, αναλύσαμε κριτικά περισσότερα από σαράντα έγγραφα πολιτικής που σχετίζονται με την ψηφιακή ιθαγένεια στην Εσθονία, την Ελλάδα και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η ανάλυση διεξήχθη στις τρεις αυτές χώρες εστιάζοντας στην συμπερίληψη και την προώθηση της ψηφιακής ιθαγένειας. Το επίκεντρο ήταν έγγραφα πολιτικής κυβερνητικών οργανισμών, εκπαιδευτικών θεσμών και οργανώσεων της κοινωνίας των πολιτών, όπου αυτές υπήρχαν.
Παρατηρήσαμε ότι γενικά υπάρχει μια τάση να περιορίζεται το θέμα της ψηφιακής ιθαγένειας σε τεχνικές πληροφορικές και επικοινωνιακές δεξιότητες ή, στην καλύτερη περίπτωση, ψηφιακές δεξιότητες που εστιάζουν κυρίως στην χρήση ψηφιακών υπηρεσιών της κυβέρνησης (e-government) ή άλλων οργανισμών στην καθημερινή ζωή των πολιτών. Εμείς προτείνουμε έναν πιο συμμετοχικό ορισμό των δεξιοτήτων ψηφιακής ιθαγένειας που εστιάζουν στην χρήση ψηφιακών υπηρεσιών, του διαδικτύου, των εργαλείων ΤΠΕ και των ΜΚΔ όχι απλά σαν ένα κομμάτι της ζωής ενός πολίτη/ μιας πολίτισσας, αλλά και ως μέρος της πολιτικής τους συμμετοχής, της ενασχόλησής τους με τα κοινά και της έκφρασης της προσωπικής πολιτικής τους στάσης. Ιδανικά, οι δεξιότητες της ψηφιακής ιθαγένειας θα έπρεπε να είναι κάτι παραπάνω από το άθροισμα των μερών της (δηλαδή να μην είναι απλώς ψηφιακές δεξιότητες + δεξιότητες στις ΤΠΕ + γραμματισμός των μέσων επικοινωνίας).
Θεωρούμε πως θα ήταν χρήσιμο για την χάραξη ψηφιακής πολιτικής – εν αναμονή και των ψηφιακών πολιτών της Generation Alpha – να παραθέσουμε κάποιες σκέψεις σχετικά με το πώς τα συνολικά ευρήματα όλων των διαστάσεων της DigiGen (οικογένεια, εκπαίδευση και ελεύθερος χρόνος) μπορούν να αξιοποιηθούν για τις πολιτικές της ΕΕ, τους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ αλλά και για καλύτερη εν γένει λειτουργία σε όλους τους τομείς.
Υπό αυτή την έννοια, τα γενικά αποτελέσματα (βλ. Ayllón, et al., 2020; Ayllón, et al., 2021) υποδεικνύουν τους ακόλουθους παράγοντες, από τους οποίους άλλοι επηρεάζουν αρνητικά και άλλοι θετικά την ψηφιακή ιθαγένεια:
Γενικά, όσον αφορά τις θετικές και αρνητικές πρακτικές για παιδιά ή νέους/νέες ως χρήστες ΤΠΕ, τα αποτελέσματα από τις συζητήσεις μας σε μια πρόσφατη συνάντηση της Κοινοπραξίας δείχνουν τα εξής (βλ. επίσης Eickelmann et al., 2021):
Όσον αφορά τα αποτελέσματα που υποδεικνύουν καλές πρακτικές που επιτρέπουν την πολιτική συμμετοχή για τους γονείς, όπως έδειξε η έρευνα της DigiGen για τη χρήση των ΤΠΕ στα παιδιά και τον αντίκτυπό τους στην οικογενειακή ζωή (βλ. επίσης Lorenz and Kapella 2020):
Τα αποτελέσματα του έργου DigiGen, δείχνουν ότι το σχολείο είναι το πεδίο των πρώτων εμπειριών συμμετοχής/ακτιβισμού. Ως τόπος εμπειριών διακρίσεων που οδηγούν στη συμμετοχή, συνιστά ένα περιβάλλον που ενδυναμώνει ή περιορίζει τη συμμετοχή/ακτιβισμό, αλλά και ως κάτι που εμποδίζει τους ανθρώπους να συμμετέχουν επειδή χρειάζεται πολύς χρόνος. Η πρώτη συμμετοχή στις κινητοποιήσεις γίνεται είτε στο λύκειο είτε στο πανεπιστήμιο. Καθώς η αύξηση της πολιτικής ευαισθητοποίησης συμβαίνει συχνά μέσω εναλλακτικών καναλιών ενημέρωσης ή/και μέσων κοινωνικής δικτύωσης, το σχολείο ως τέτοιο δεν θεωρείται χρήσιμο να εκπαιδεύσει πώς θα γίνει κάποιος/α ενημερωμένος/η πολίτης. Για να αλλάξει αυτό, όσον αφορά τις καλές πρακτικές ψηφιακής ιθαγένειας των εκπαιδευτικών για τη χρήση των ΤΠΕ για μαθητές κάτω των 18 ετών, τα σχετικά αποτελέσματα του DigiGen (βλ. επίσης Eickelmann et al. 2021) τονίζουν:
Συνολικά, σε σχέση με τους επαγγελματίες του κλάδου, τα αποτελέσματα υποδεικνύουν το γεγονός ότι η χρήση των ΤΠΕ ενισχύει την καθημερινή επικοινωνία και τη διατήρηση των φιλιών, ακόμη και σε έκτακτες περιστάσεις, όπως η πανδημία. Το παιχνίδι και γενικά ο “χρόνος οθόνης” συμβάλλουν στην ενίσχυση των ψηφιακών ικανοτήτων (π.χ. εξάσκηση μιας γλώσσας, συντεταγμένες ανάγνωσης, λογική σκέψη, δεξιότητες συντονισμού χεριού-ματιού), κάτι που μπορεί να έχει κινητήριο αποτέλεσμα για την ψηφιακή ιθαγένεια. Τα παιδιά και οι νέοι άνθρωποι μπορεί να αναπτύξουν ενδιαφέρον για την πολιτική, να λάβουν πληροφορίες μέσω ψηφιακών πλατφορμών (Twitter, YouTube ή δημιουργία πολιτικών memes) και να επηρεάσουν την ανάπτυξη κανονιστικών οδηγιών/ηθικών κωδίκων συμπεριφοράς, για παράδειγμα όταν παίζουν παιχνίδια, καθώς μαθαίνουν πώς να αντιμετωπίζουν τις συγκρούσεις στο διαδίκτυο.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι αρχιτεκτονικές διακυβέρνησης για τα ψηφιακά παιχνίδια ή άλλα κοινωνικά περιβάλλοντα που επιτρέπονται στα παιδιά, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη ότι μέσω αυτών, τα παιδιά και οι νέοι άνθρωποι μπορούν να εκπαιδεύονται για την ενίσχυση ή τη συρρίκνωση της πολιτικής συμπεριφοράς, ως μελλοντικοί ψηφιακοί πολίτες.
References
Ayllón, S., Barbovschi, M., Casamassima, G., Drossel, K., Eickelmann, B., Ghețău, C., Haragus, T.P., Holmarsdottir, H.B., Hyggen, C., Kapella, O., Karatzogianni, A., Lado, S., Levine, D., Lorenz, T., Mifsud, L., Parsanoglou, D., Port, S., Sisask, M., Symeonaki, M. & Teidla-Kunitsõn, G.. ICT usage across Europe. A literature review and an overview of existing data, 2020 (DigiGen – working paper series No. 2), doi: 10.6084/m9.figshare.12906737
Ayllón, S., Holmarsdottir, H.B. & Lado, S. Digitally deprived children in Europe, 2021 (DigiGen – working paper series No. 3), doi: 10.6084/m9.figshare.14339054
Eickelmann, B., Barbovschi, M., Casamassima, G., Drossel, K., Gudmundsdottir, G.B., Holmarsdottir, H.B., Kazani, A., Mifsud, L., Parsanoglou, D., Port, S., Sisask, M., Symeonaki, M. & Teidla-Kunitsõn, G. . The younger generation’s views on how their education is preparing them for the digital age against the background of COVID-19: Results of an exploratory study in five European countries. 2021 (DigiGen – working paper series No. 5). doi: 10.6084/m9.figshare.16669345
Karatzogianni, A., Tiidenberg, K., Parsanoglou, D, Olabode, S., Ostashow, N. (2022) DigiGen Policy Brief: Digital Citizenship Policy Analysis (Estonia, Greece and the UK). Διαθέσιμη εδώ: https://www.digigen.eu/wp-content/uploads/2022/04/Policy-brief-WP6-website-final-130322.pdf
Karatzogianni, A., Tiidenberg, K. & Parsanoglou, D.. Multimodal research: Youth becoming digital citizens, 2022a (DigiGen-working paper series No 7). DOI: 10.5281/zenodo.6382187. Online available at: https://www.digigen.eu/wp-content/uploads/2022/04/DigiGen-working-paper-7-multimodal-research-youth-becoming-digital-citizens-website-040422.pdf
Karatzogianni, A., Tiidenberg, K., Parsanoglou, D., Lepik, K.S., Raig, M., Suitslepp, M.L., Matthews, J., Symeonaki, M., Kazani, A., & Pnevmatikaki, M. Online Political Behaviour and ideological Production by Young People: A Comparative Study of ICT and Civic Participation in Estonia, Greece and the United Kingdom, 2021. (DigiGen – working paper series No. 4). doi: 10.6084/m9.figshare.14535156. Online available at: https://digigen.eu/wp-content/uploads/2021/10/Online-political-behaviour-and-ideological-production-by-young-people-DigiGen-working-paper-series-no.-4.pdf
Reynolds, L. and Scott, R, 2016. Digital citizens: Countering extremism online. Demos. https://demos.co.uk/project/digital-citizens/