Ως Generation Z (Gen Z) ορίζουμε τη γενιά που ακολουθεί χρονικά τους Millenials και στην οποία εντάσσονται όλα τα άτομα που γεννήθηκαν από τα μέσα με τέλη της δεκαετίας του ‘90 μέχρι και τις αρχές του 2010.
Στόχος μας είναι να αμφισβητήσουμε γενικευτικούς και υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς που αποδίδονται στα μέλη αυτής της γενιάς, να κατανοήσουμε τα χαρακτηριστικά και τις αντιλήψεις τους και να ενδυναμώσουμε τις φωνές τους.
Το project ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2022. Επικοινωνία: gen-z-voice-on@eteron.org
Τον Μάιο του 2022, το Eteron πραγματοποίησε βίντεο-συνέντευξη με την Donatella Della Porta, καθηγήτρια Πολιτικών και Κοινωνικών Επιστημών, της οποίας το έργο αποτελεί σημείο αναφοράς διεθνώς στο πεδίο μελέτης των κοινωνικών κινημάτων.
Στο πλαίσιο του project Gen Z | Voice On, συζητήσαμε μαζί της για την πολιτικοποίηση των νέων παγκοσμίως, τον ψυχολογικό αντίκτυπο των πολλαπλών κρίσεων και τη χρήση των social media ως εργαλείο για τη διάχυση κοινωνικών μηνυμάτων.
Παρακάτω μπορείτε να βρείτε τη συνέντευξη σε γραπτή μορφή.
Ποια είναι τα κύρια ευρήματα των ερευνών σας σχετικά με τις διαμαρτυρίες των Millennials;
Νομίζω ότι η έννοια της γενιάς είναι πολύ σημαντική για την ανάπτυξη, γενικά, μιας κριτικής θεώρησης γύρω από την αδικία και τις διάφορες μορφές της, ούτως ώστε να αντιμετωπίζονται διαθεματικά οι αδικίες σε κοινωνικό επίπεδο, έμφυλο, φυλετικό κ.ο.κ. Και αυτό έγινε επίσης ξεκινώντας από την αναγνώριση ορισμένων ειδικών χαρακτηριστικών των εμπειριών των Millennials. Έτσι, μελετήσαμε κυρίως το τμήμα αυτής της γενιάς που κινητοποιήθηκε, εκείνoυς και εκείνες δηλαδή που ήταν πολιτικά ενεργοί και ενεργές. Αυτό που είδαμε είναι ότι πρόκειται για μια γενιά που αυτοπροσδιορίζεται ως επισφαλής όχι μόνον όσον αφορά στις συνθήκες εργασίας αλλά και γενικότερα όσον αφορά στην εμπειρία της ζωής της.
Και αυτό συμβαίνει επειδή υπάρχει ταυτόχρονα συρρίκνωση των διαφόρων τύπων προστασίας των εργαζομένων στην αγορά εργασίας, αλλά και μια απώλεια γενικά κοινωνικών δικαιωμάτων που επηρεάζει καθοριστικά και με πολλούς τρόπους αυτή τη γενιά. Όπως, για παράδειγμα, το ότι αλλάζουν οι αντιλήψεις για το πώς θα είναι η ζωή τους και αναβάλλεται η επίτευξη ορισμένων από τα πλέον βασικά βήματα στην πορεία τους στην κοινωνία. Είναι επίσης μια γενιά που έχει έντονη την αίσθηση της προδοσίας, όχι μόνο από τις προηγούμενες γενιές αλλά κυρίως από το πολιτικό και κοινωνικό σύστημα που δεν συμπεριλαμβάνει τη γενιά των Millennials στην πολιτική και κοινωνική διαδικασία. Και αισθάνεται προδομένη όχι μόνο από την κυβέρνηση, αλλά συχνά και από τα κόμματα που υποτίθεται ότι ενδιαφέρονται για την κοινωνική αδικία. Παρ’ όλα αυτά, είναι μια γενιά που δεν απελπίζεται, γιατί παραμένει ιδιαίτερα προσηλωμένη στην κοινωνική αλλαγή. Αυτό το γνωρίζουμε γιατί εκτός από την έρευνα που έχουμε κάνει για την πιο κινηματική πλευρά αυτής της γενιάς, βλέποντας τις δημοσκοπήσεις, αυτό που μαθαίνουμε είναι ότι σε αντίθεση με τις προσδοκίες αποπολιτικοποίησης, στην πραγματικότητα σε πολλές χώρες αυτή η γενιά χαρακτηρίζεται από μια έντονη διάσταση πολιτικής δέσμευσης, ανεκτικότητας και ευαισθησιών γύρω από γενικότερα θέματα δικαιωμάτων.
Ποιες είναι οι διαφορές στην πολιτικοποίηση της Gen Z και σε αυτή των Millennials;
Αυτό που επισημάναμε στην έρευνά μας είναι ότι και για τους ακτιβιστές και τις ακτιβίστριες, οι γενιές αναφέρονται σε πιο σύντομες περιόδους και μικρότερες ηλικιακές ομάδες, επειδή σχετίζονται πολύ με συγκεκριμένες εμπειρίες που έχουν ζήσει στην εφηβική ζωή και παράλληλα επηρεάζονται πολύ από τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά των κοινωνικών κινημάτων εκείνης της περιόδου. Έτσι, για παράδειγμα, οι διαμαρτυρίες για τη λιτότητα είχαν διαφορετικά αποτελέσματα στην Ελλάδα ή στη Γερμανία για τη γενιά των Millennials, επειδή είχαν διαφορετικό βαθμό έντασης και, επομένως, διαφορετική ικανότητα να εμπλέξουν τη νέα γενιά. Λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις διαφορές καθώς και τις διαφορές στον ίδιο τον ορισμό των γενεών, νομίζω ότι αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι η γενιά των Millennials χαρακτηρίστηκε από εμπειρίες κινημάτων με μεγάλη ευρύτητα, που μπόρεσαν να έχουν αντίκτυπο και σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο, αλλά κυρίως σε πολιτιστικό επίπεδο σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες.
Η Generation Z είναι μια γενιά που γεννήθηκε και αναπτύχθηκε σε στιγμές κρίσης που ήταν εξαιρετικά έντονες και έχουν αλληλεπιδράσει μεταξύ τους. Συγκεκριμένα, η χρηματοπιστωτική κρίση δεν είχε ακόμη τελειώσει σε αρκετές χώρες, ιδίως στην ευρωπαϊκή περιφέρεια, όπως η Νότια Ευρώπη, κι επιπρόσθετα ξέσπασε η υγειονομική κρίση, η κλιματική κρίση έγινε ακόμα πιο ορατή και τώρα υπάρχει και μια στρατιωτική κρίση. Έτσι, πρόκειται για μια γενιά που έχει ενσωματώσει όχι απλά μία κατάσταση κρίσης αλλά πολλαπλές διαφορετικές κρίσεις.
Σε διαφορετικές χώρες αυτή η γενιά βιώνει διαφορετικού τύπου εμπειρίες. Η περίοδος της πανδημίας είχε φυσικά ιδιαίτερα ισχυρό αντίκτυπο σε αυτή τη γενιά. Ωστόσο σε ορισμένες χώρες οι εμπειρίες πολιτικής συμμετοχής ήταν αρκετά σημαντικές. Σκεφτείτε για παράδειγμα τη Χιλή, η οποία κατά τη διάρκεια της πανδημίας μπόρεσε ως χώρα να προωθήσει και να αναπτύξει τους σπόρους μιας αλλαγής που είχε ήδη ξεκινήσει το 2019 την περίοδο πριν την πανδημία. Οι νέες και οι νέοι της Generation Z συμμετείχαν σε μεγάλο βαθμό στο Λίβανο στις διαδηλώσεις για τη δημοκρατία, όπως και στην Καταλονία και σε άλλες χώρες. Επομένως, η Generation Z έχει επίσης υπάρξει μια κινηματική γενιά, αλλά μένει ακόμη να δούμε τι είδους ευκαιρίες δημιουργήθηκαν για τη γενιά αυτή.
Τι ψυχολογικό αντίκτυπο είχαν οι κρίσεις της τελευταίας δεκαετίας, όπως η οικονομική ύφεση και η πανδημία, στους Millennials?
Δεν είμαι ψυχολόγος, αλλά αυτό που βλέπουμε μελετώντας το κινηματικό τμήμα αυτής της γενιάς είναι ότι οι προσωπικές συνθήκες ζωής είναι πολύ σημαντικές για τις κινητοποιήσεις. Έτσι, είδαμε ότι πολλές από τις διαμαρτυρίες, όπως το Fridays for Future και το Black Lives Matter, που αναφέραμε και προηγουμένως, χαρακτηρίζονται από έναν έντονο βαθμό προβληματισμού και αναστοχασμού γύρω από τις συνθήκες της ζωής. Ενώ, λοιπόν, στο παρελθόν τα προοδευτικά κινήματα και οι ακτιβιστές/τριες των κινημάτων επικεντρώνονταν κυρίως στις συλλογικές εμπειρίες, τα κινήματα αυτά εστίασαν περισσότερο στους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι ατομικά βιώνουν αυτές τις εμπειρίες. Τόσο ο πόνος που προκαλούν οι πολλαπλοί αποκλεισμοί όσο κι η ανασφάλεια που σχετίζεται με όλες τις κρίσεις που προαναφέραμε έχει αποτελέσει μέρος και κομμάτι του αφηγήματος των Fridays for Future, τονίζοντας τις συνθήκες ζωής τους ως μια γενιά που στερείται το μέλλον, τη δυνατότητα να αποφασίσει για τη ζωή στο μέλλον και ούτω καθεξής. Βέβαια, σε ατομικό επίπεδο, ο τρόπος αντίδρασης στο αίσθημα της ανασφάλειας μπορεί να είναι πολύ διαφορετικός. Αυτό που είδαμε στις διαμαρτυρίες που ανέφερα είναι ότι αυτή η γενιά δεν είναι τελείως χωρίς πόρους, καθώς έχει επιπλέον την ικανότητα να χρησιμοποιεί τις τεχνολογικές δεξιότητές της για να πυροδοτεί αντιδράσεις εντός των υπαρχουσών συνθηκών με πολύ ευρηματικούς και αποτελεσματικούς τρόπους.
Ποια είναι η σχέση μεταξύ της χρήσης των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και των κινημάτων νεολαίας;
Οι ακτιβιστές και οι ακτιβίστριες που πήραμε συνέντευξη συνέδεαν ρητά τα γενικά τους βιώματα ως προς τις κοινωνικές τους αλληλεπιδράσεις με τα online βιώματά τους. Και ταυτόχρονα ασκούσαν κριτική στους τρόπους με τους οποίους συχνά οργανώνονται οι συλλογικότητες των κοινωνικών κινημάτων. Έτσι, θυμάμαι ότι ένα από τα συνεντευξιαζόμενα άτομα είπε: “Ναι, είμαστε η γενιά που ανταλλάσσει συνέχεια μηνύματα και είναι συνηθισμένη σε πολύ γρήγορες συνδέσεις. Δεν είμαστε μια γενιά που μπορεί να καθίσει δύο ώρες σε ένα δωμάτιο για να μιλήσει ας πούμε για γενικά θέματα”. Και οι εμπειρίες με τις τεχνολογίες ωθούν συχνά στην αναζήτηση πολύ γρήγορων αντιδράσεων αλλά και σε μια θετική αίσθηση δημιουργικότητας. Και αυτό είναι κάτι που είδαμε για παράδειγμα στο κίνημα Black Lives Matter, μια πρακτική χρήση πολύ διαφορετικών μορφών επικοινωνίας από νέους ανθρώπους. Από ό,τι είδαμε δηλαδή στην έρευνά μας, προκύπτει ότι δόθηκε πολύ μεγαλύτερη προσοχή στην πολιτικοποίηση της ιδιωτικής σφαίρας της ζωής.
Πολλές από τις ομάδες που μελετήσαμε και οι οποίες αποτελούνταν από νέους και νέες ακτιβιστές και ακτιβίστριες, εστίαζαν τις δραστηριότητές τους σε θέματα αθλητισμού και τέχνης και μας έλεγαν ότι πρέπει να το κάνουμε αυτό γιατί η γενιά μας βιώνει μια συνεχή επισφάλεια, συνέχεια δεν έχουμε χρόνο, πρέπει να κάνουμε 3 δουλειές, να πηγαίνουμε σε Πανεπιστήμια που απαιτούν όλο και μεγαλύτερη δέσμευση στη γρήγορη μάθηση και ούτω καθεξής. Επομένως, [μας έλεγαν] «δεν μπορούμε να ζητάμε από τους ανθρώπους να θυσιάσουν τον ελάχιστο ελεύθερο χρόνο που έχουν, πρέπει να τον πολιτικοποιήσουμε». Νομίζω ότι αυτό είναι σημαντικό και ως προς τις γενικές παρατηρήσεις σχετικά με τις επικοινωνίες και θα προσέθετα ότι το γεγονός ότι αυτή η γενιά είναι online δεν σημαίνει ότι δεν είναι και offline. Έτσι, οι επικοινωνιακές δεξιότητες επηρεάζονται από τις εμπειρίες στο διαδίκτυο, αλλά καλλιεργούνται επίσης από διάφορες εξωδιαδικτυακές μορφές αλληλεπιδράσεων. Και αυτό για τις ακτιβίστριες και τους ακτιβιστές ήταν ήδη ένα μάθημα από τις διαμαρτυρίες του 2011. Επομένως, τα κινήματα των πλατειών ήταν αυτά που ήταν επειδή οι ακτιβιστές/τριες είχαν συνειδητοποιήσει ότι δεν αρκεί να κινητοποιηθούν μόνο στο facebook ή μόνο κάνοντας tweets, αλλά ότι πρέπει να χρησιμοποιήσουν αυτά τα μέσα και παράλληλα να συναντήσουν τους ίδιους τους ανθρώπους. Και αυτό είναι κάτι που από τη γενιά των Millennials πέρασε στη Generation Z με την πολύ συχνή εμφάνιση μορφών διαμαρτυρίας που διευκολύνουν τις άμεσες αλληλεπιδράσεις. Έτσι, οι διαμαρτυρίες διαρκείας εμπεριέχουν και στιγμές δια ζώσης ανταλλαγών και αλληλεπιδράσεων μεταξύ των ακτιβιστών και ακτιβιστριών.
Πώς μπορούν τα κοινωνικά κινήματα να υπερασπιστούν αποτελεσματικά τις πολιτικές ελευθερίες και να προστατεύσουν τις διαμαρτυρίες τους από την αστυνομική βία;
Νομίζω ότι η επικοινωνία είναι ένας τρόπος να το πετύχουν. Για παράδειγμα, κάτι που είδαμε στις κινητοποιήσεις μετά τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ είναι η σημασία του ότι καταγράφηκε η δολοφονία και ότι, όπως αναφέρατε πιο πριν, αυτή η πολύ επιδέξια γενιά είναι επίσης πολύ προσεκτική στην απόκτηση και τη διατήρηση οπτικής γνώσης. Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί αυτό το είδος γνώσης έχει μεγαλύτερη δυνατότητα να προκαλεί συναισθήματα τόσο αρνητικά όσο και θετικά. Επομένως, σε μια περίοδο πληροφοριοδημίας (infodemic) ως προς τις διάφορες προκλήσεις – από την πανδημία μέχρι τον τωρινό πόλεμο – νομίζω ότι αυτό που είναι πολύ σημαντικό σε σχέση με την εναντίωση στην καταστολή είναι το να καταγράφεται η καταστολή καθιστώντας την ορατή και παρέχοντας εναλλακτική γνώση και αντιπληροφόρηση.
Και η υπόθεση του Assange είναι ένα παράδειγμα του πόσο πολύ το ζήτημα της καταστολής συνδέει τον ακτιβισμό με την ελευθερία του Τύπου, την ελευθερία των ΜΜΕ. Το κίνημα του Black Lives Matter θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί ως παράδειγμα αντίστασης στην καταστολή γιατί δεν αρκεί να καταγγείλει κανείς αυτό που έγινε και να συλλέξει τεκμήρια του ίδιου του περιστατικού καταστολής, αλλά είναι επίσης πολύ σημαντικό να διαδοθεί αυτή η πληροφορία. Και ως προς αυτό, η πετυχημένη παγκόσμια καμπάνια που ξεπήδησε με αφορμή τη δολοφονία του Τζορτζ Φλόιντ δείχνει επίσης ότι το μήνυμα πρέπει να διαδοθεί μέσα από διαφορετικά κανάλια και με διαφορετικές μορφές.
Αυτό που προέκυψε από την έρευνά μας ήταν ότι η μνήμη είναι πολύ σημαντική για τους νέους ανθρώπους, καθώς συνδέει συγκεκριμένες πράξεις καταστολής με προηγούμενες αντίστοιχες μνήμες καθώς επίσης και τις εμπειρίες των γενεών με διαφορετικές μορφές καταπίεσης και καταστολής. Και νομίζω ότι αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό για τον επιπλέον λόγο ότι όλο και περισσότερο εκτός από τις κρατικές μορφές καταστολής στις οποίες οι ακτιβιστές/τριες είναι πάνω-κάτω συνηθισμένοι/ες, όπως είναι η καταστολή και διάλυση διαδηλώσεων, υπάρχουν και άλλες διαφορετικές μορφές καταστολής μέσω παρενόχλησης και στιγματισμού στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Το ειρηνιστικό κίνημα υφίσταται αυτή τη στιγμή πολύ ισχυρές μορφές τέτοιου τύπου καταστολής. Επιπλέον, κάτι που καταγγέλλουν πολλά κινήματα είναι οι ευρείες μορφές καταστολής δικαιωμάτων. Έχουμε τα παραδείγματα της νέας γενιάς γυναικείων κινημάτων που καταγγέλλουν τη βία εναντίον των γυναικών και άλλες μορφές καταπίεσης των γυναικών αλλά και δολοφονίες, όπως στις περιπτώσεις του κινήματος για την κλιματική δικαιοσύνη με τις δολοφονίες ακτιβιστών/τριών στο Νότο από κυβερνήσεις αλλά και ιδιωτικούς φορείς. Ή σκέφτομαι ακόμη και τις ρατσιστικές δολοφονίες και ούτω καθεξής.
Νομίζω, λοιπόν, ότι η αντίσταση στην καταστολή υπερβαίνει την αντίσταση στην κρατική καταστολή και συνεπάγεται την ανάγκη να σκεφτούμε πώς να αντισταθούμε και να αντιταχθούμε και στις ιδιωτικές και τις πολιτισμικές μορφές καταστολής.