PROJECT: Κλιματική κρίση και εκλογές

PROJECT: Κλιματική κρίση και εκλογές

Κλείσιμο
Project: Κλιματική κρίση και εκλογές
Γιώργος Βελεγράκης

Γιώργος Βελεγράκης – Εκλογές 2023 και το ερώτημα της κλιματικής κρίσης. Φάσεις και αντιφάσεις;

Είναι εμφανές ότι η κλιματική και οικολογική κρίση καλά κρατεί. Αυτή η σχετικά απλή διατύπωση, διαμορφώνει την πραγματικότητα που βιώνουμε τόσο σε παγκόσμιο και εθνικό επίπεδο. Αυτή την πραγματικότητα η Naomi Klein την αποτυπώνει ως «κατάσταση έκτακτης ανάγκης» 1, η Greta Thunberg ως «ο πλανήτης σε φωτιά» και ο Andreas Malm «ως ορυκτή οικονομία» 2. Με όποια λόγια και να περιγράψουμε αυτή τη συνθήκη, είναι εδώ και γεννάει ερωτήματα σε κοινωνικό και οικονομικό πεδίο. Μα πάνω από όλα η κλιματική κρίση είναι ένα κατεξοχήν πολιτικό επίδικο.

Η κλιματική αλλαγή ως πολιτικό ερώτημα

Σε αυτό το πλαίσιο, και στη χώρα μας το περιβαλλοντικό και κλιματικό ερώτημα με τον ένα ή τον άλλο τρόπο είναι ένα πολιτικό ζήτημα. Παρά το ότι δεν λαμβάνει στο δημόσιο λόγο το χώρο που του αναλογεί, οι επερχόμενες βουλευτικές εκλογές είναι μια ευκαιρία για να το θέσουμε πιο ισχυρά εντός της ατζέντας και να απαιτήσουμε από τους πολιτικούς φορείς να απαντήσουν σε καίρια ερωτήματα.

Εξάλλου, η πλειοψηφία των πολιτών στην Ελλάδα θεωρεί ότι υπεύθυνες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι κυρίως οι εθνικές κυβερνήσεις 3 ενώ την ίδια στιγμή θεωρεί ότι τα μέχρι τώρα μέτρα δεν είναι επαρκή 4. Επιπλέον, παρόλες τις πολιτικές και ιδεολογικές διαφοροποιήσεις των κομμάτων, όλα -ή έστω τα περισσότερα και σίγουρα αυτά που καθορίζουν τον δημόσιο λόγο- θέτουν ψηλά στην ατζέντα τους το ζήτημα του περιβάλλοντος και της κλιματικής αλλαγής.

Αυτό γίνεται για λόγους κοινωνικών εκπροσωπήσεων (κάτι που αφορά κυρίως τα κόμματα του αριστερού φάσματος), για λόγους ανάγνωσης της διεθνούς συγκυρίας και ανταπόκρισης στις διεθνείς δεσμεύσεις της χώρας (κάτι που αφορά κυρίως τα κόμματα εξουσίας) και για λόγους κοινωνικών πιέσεων ή/και για λόγους πιέσεων από μερίδες του κεφαλαίου και αντίστοιχων εκπροσωπήσεων. Είτε για επικοινωνιακούς λόγους, είτε για λόγους ουσίας τα κόμματα πρέπει να έχουν -και έχουν- το περιβαλλοντικό ζήτημα στον πυρήνα τουλάχιστον των προγραμμάτων τους.

Και τελικά τίθεται το ερώτημα. Αν πράγματι το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής και της τρέχουσας οικολογικής κρίσης είναι ένα από τα βασικά επίδικα του κόσμου για την επιλογή του ενός ή του άλλου κόμματος, πώς θα μπορούσε ο ίδιος ο κόσμος να αποκωδικοποιήσει τις θέσεις των κομμάτων για αυτήν; Με ποια κριτήρια θα μπορούσε να τοποθετήσει κάποια/ος τα κόμματα ως προς την αντιμετώπιση της τρέχουσας κλιματικής κρίσης; Ποιοι/ες τομείς/θεματικές είναι πιο κρίσιμοι/ες και πώς προτεραιοποιούνται; Πώς τελικά διαμορφώνεται το «περιβαλλοντικό» όχι ως το δευτερεύον ή τριτεύον ζήτημα σε ένα πολιτικό πρόγραμμα αλλά ένας από τους πυρήνες γύρω από τον οποίο αναπτύσσονται κοινωνικά μέτρα και συγκεκριμένες δεσμεύσεις;

Διαμορφώνοντας κριτήρια

Το συγκεκριμένο κείμενο δεν προσπαθεί να απαντήσει το σύνολο αυτών των ερωτημάτων. Προσπαθεί να θέσει κάποια κριτήρια για την απάντηση τους. Επιπλέον, προσπαθεί να αναδείξει τη κρισιμότητα του ζητήματος ως πολιτικό πρόβλημα, να το εξειδικεύσει στην ελληνική πραγματικότητα και να καταδείξει τις όποιες αντιφάσεις των κυρίαρχων πολιτικών για το περιβάλλον.

Πριν απ’ όλα οφείλουμε να δούμε τι μας λένε τα δεδομένα από τον επιστημονικό, πολιτικό ακόμα και κοινωνικό βίο. Για παράδειγμα, τα επιστημονικά δεδομένα αναφέρουν ότι στην Ευρώπη καταγράφηκε ο θερμότερος Ιανουάριος από τότε που διατηρούνται δεδομένα ενώ αντίστοιχα η Βόρεια Αμερική και η Αφρική βίωσαν έναν Ιανουάριο που συγκαταλέγεται μεταξύ των 10 θερμότερων που έχουν καταγραφεί ποτέ. Στο πολιτικό πεδίο, παρά τις ισχυρές δεσμεύσεις που τυπικά έλαβε η τελευταία σύνοδος του IPCC για την κλιματική αλλαγή τον Νοέμβριο του 2022 στην Αίγυπτο, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου αυξάνονται αντί να μειώνονται και η Ευρώπη -που παραδοσιακά σε αυτές τις συνόδους έχει την πιο φιλοπεριβαλλοντική στάση- αναγνωρίζει πλέον το φυσικό αέριο και την πυρηνική ενέργεια ως πράσινες ή βιώσιμες τεχνολογίες.

Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ το τελικό κείμενο της συνόδου της Αιγύπτου αναγνωρίζει ότι ο περιορισμός της υπερθέρμανσης του πλανήτη στον 1,5 °C απαιτεί μειώσεις των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 43% έως το 2030 σε σχέση με το 2019, μόνο το 2022 οι απαιτήσεις και οι αντίστοιχες εξορύξεις υδρογονανθράκων -υπεύθυνες κατά κύριο λόγο για τις εκπομπές- συνέχισαν να αυξάνονται δραματικά. Και αυτό είναι ένα ξεκάθαρα πολιτικό πρόβλημα. Αλλά και στο κοινωνικό επίπεδο, στο επίπεδο της καθημερινότητας, τα δεδομένα είναι εξίσου σκληρά.

Λόγου χάρη, την τελευταία περίοδο στην Ελλάδα επανεμφανίστηκαν φαινόμενα ενεργειακής φτώχειας όπου νοικοκυριά αδυνατούν να θερμάνουν επαρκώς τις οικείους τους, επιστρέφοντας ίσως στην περίοδο του 2013-2014, μια περίοδο βαθιάς οικονομικής κρίσης και υψηλών τιμών καυσίμων. Στο παγκόσμιο επίπεδο, το 2022 ήταν η χρονιά που πρώτη φορά οι πρόσφυγες και οι εκτοπισμένες ξεπέρασαν τα 100 εκατομμύρια. Το 70% εξ αυτών προήλθε από τις πιο ευάλωτες στην κλιματική αλλαγή χώρες.

Γιατί, όμως, αναφέρονται όλα αυτά; Πώς μας βοηθάνε να διαμορφώσουμε κριτήρια και τελικά να οδηγηθούμε σε «πολιτική πράξη»; 5

Πρώτον, η κλιματική αλλαγή δεν είναι μία φυσική καταστροφή, ένας Αρμαγεδδών που τον περιμένουμε -ανήμπορες και ανήμποροι- να ξεσπάσει στο κοντινό ή απώτερο μέλλον. Η κλιματική κρίση είναι εδώ, συμβαίνει τώρα και ήδη μετράει απώλειες σε ανθρώπους, καθημερινότητα, υποδομές, παραγωγικές δραστηριότητες και κοινωνικο-οικολογικές σχέσεις. Εξάλλου, δεν υπάρχει καμία φυσική καταστροφή ως ένα φαινόμενο πάνω από τις δυνάμεις μας στο οποίο πρέπει να προσαρμοστούμε, αλλά μία συγκεκριμένη κοινωνικοοικολογική συνθήκη την οποία ως κοινωνία έχουμε συνδιαμορφώσει μαζί με το φυσικό περιβάλλον.

Η κλιματική αλλαγή είναι εδώ και είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης δραστηριότητας. Όχι όμως απότοκο μιας δι-ιστορικής και «πανανθρώπινης» παρέμβασης. Η κλιματική κρίση προκύπτει από τις δυνάμεις παραγωγής στη συγκεκριμένη φάση της ανθρώπινης ιστορικής ανάπτυξης – και η φάση αυτή ονομάζεται βιομηχανικός καπιταλισμός. Η αποϊστορικοποίηση, η καθολικοποίηση, η αεναοποίηση και φυσικοποίηση ενός τρόπου παραγωγής, ειδικά για έναν συγκεκριμένο χρόνο και τόπο είναι κλασικές στρατηγικές της ιδεολογικής νομιμοποίησης. Μπλοκάρουν κάθε προοπτική για αλλαγή. Αν το business as usual είναι το αποτέλεσμα της ανθρώπινης φύσης, όπως συχνά προωθείται από τις κυρίαρχες πολιτικές, πώς μπορούμε ακόμα και να φανταστούμε κάτι διαφορετικό; 6

Δεύτερον, οι όποιες πολιτικές για το περιβάλλον δεν μπορούν να γίνονται αντιληπτές ως εφαρμογή απλών τεχνικών, μέτρων και δεικτών ή τεχνολογικών λύσεων -και πολλές φορές φαντασιώσεων. Το περιβάλλον δεν είναι έξω από την κοινωνία, μια εξωτερικότητα που έχουμε όλες και όλοι αδιαμεσολάβητη πρόσβαση και τελικά «ωφελούμαστε» και «κινδυνεύουμε» εξίσου από αυτό. Δεν βιώνει καμία ανθρωπότητα τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής. Την κλιματική κρίση τη βιώνουν άνθρωποι και αυτοί καθορίζονται και υπάρχουν μέσα από τις ταξικές, κοινωνικές, έμφυλες, φυλετικές, εθνικές και πολιτισμικές διαφοροποιήσεις, ανισότητες, διεκδικήσεις και συγκρούσεις τους.

Σε πολλές περιπτώσεις -βλ. νοτιανατολική Ασία ή υποσαχάρεια Αφρική- οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγή έρχονται να επικαθίσουν σε ήδη υπάρχουσες ανισότητες και συγκρούσεις που είναι αποτέλεσμα της ανισοκατανομής ισχύος μεταξύ του παγκόσμιου Βορρά και του παγκόσμιου Νότου. Η πεποίθηση ότι οι επιπτώσεις της κρίσης μπορούν να αμβλυνθούν με τεχνικά μέτρα και «καινοτόμες» τεχνολογίες χωρίς ουσιαστικές οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές προς όφελος των φτωχότερων, είναι σαν να πιστεύεις ότι το εγκεφαλικό αντιμετωπίζεται με παυσίπονο.

Τρίτον, περιβάλλον δεν είναι μόνο ένας φυσικός χώρος, το δάσος έξω από τα όρια της πόλης μας ή η θάλασσα που επισκεπτόμαστε το καλοκαίρι. Περιβάλλον είναι και ο δημόσιος χώρος, οι δημόσιες υποδομές, οι μεταφορές, οι τρόποι μετακίνησής μας, το νερό, η ενέργεια, τα απορρίμματα και τόσες άλλες πτυχές της καθημερινής μας ζωής. Συνεπώς, οι περιβαλλοντικές πολιτικές, ως κοινωνικές πολιτικές, αναπαράγουν, ενισχύουν ή αποδυναμώνουν συγκεκριμένες σχέσεις εξουσίας. Μια ιδιωτικοποίηση μιας βασικής κοινωνικής υποδομής σημαίνει και ιδιωτικοποίηση του περιβάλλοντος. Αντιστρόφως, η ανάπτυξη ενός ισχυρού δικτύου δημόσιων μεταφορών, σημαίνει και πραγματική συμβολή στην προστασία του περιβάλλοντος και τη μείωση των εκπομπών.

Ελλάδα και κλιματική αλλαγή: Ασκήσεις τοπικοποιήσης

Στη χώρα μας αν και σχετικά καθυστερημένα, έχουν αναπτυχθεί πλέον εξειδικευμένες μελέτες για τις πιέσεις που ασκεί η κλιματική αλλαγή στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. Στη συντριπτική πλειοψηφία των κλιματικών παραμέτρων και γεωγραφικών περιοχών που εξετάζονται, οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα είναι αρνητικές, αν και δεν είναι πάντα της ίδιας έντασης και δεν αποτυπώνονται ισότιμα σε όλες τις παραμέτρους ή σε όλες τις περιοχές της χώρας. Όμως ο οριζόντιος άξονας που συνδέει όλες τις εκτιμήσεις είναι ανησυχητικός: η χώρα αποκτά σταδιακά θερμότερο και ξηρότερο κλίμα, με ακραία καιρικά φαινόμενα που θα είναι εντονότερα, συχνότερα και με μεγαλύτερη διάρκεια.

Την ίδια στιγμή, η τουριστικοποίηση της ελληνικής υπαίθρου αλλά και του αστικού χώρου φαίνεται να είναι η κυρίαρχη πολιτική ανάπτυξης καταστρέφοντας αγροτικές εκτάσεις, παράκτιες ζώνες αλλά και γειτονιές των πόλεων. Τα ελληνικά βουνά έχουν και νέους μόνιμους κατοίκους, τις ανεμογεννήτριες που σε πολλές περιπτώσεις αναπτύσσονται σε γιγαντιαία ύψη και μεγάλες εκτάσεις με ολέθριες συνέπειες στο τοπίο, τους τοπικούς υδάτινους πόρους και τη βιοποικιλότητα. Εκτός αυτών, οι προσπάθειες για εξόρυξη υδρογονανθράκων στις ελληνικές θάλασσες ανακινήθηκε. Ακόμα και αν δεν υλοποιηθούν τα μεγαλόπνοα σχέδια στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, η Ελλάδα εισήλθε στις εν δυνάμει εξορυκτικές χώρες. Τεράστιες εκτάσεις γης και θάλασσας υφαρπάζονται και αποτελούν τον νέο παραγωγικό χώρο για την αναπαραγωγή του κεφαλαίου.

Την ίδια στιγμή -και με αρκετή δόση ειρωνίας- πολλές νέες επενδύσεις εμφανίζονται ως φιλοπεριβαλλοντικές ή/και «για την ανάσχεση» της κλιματικής αλλαγής. Οι μεγάλες επιχειρήσεις φαίνεται ότι χρειάζονται και το «πράσινο πιστοποιητικό» για να νομιμοποιήσουν μια σειρά από έργα που δεν έχουν κανένα τοπικό, κοινωνικό ή περιβαλλοντικό όφελος. Για παράδειγμα, η Eldorado Gold, η εταιρεία που δραστηριοποιείται στην εξόρυξη χρυσού στη Χαλκιδική, ονομάζει το νέο της επενδυτικό σχέδιο «Πρώτα το περιβάλλον», τη στιγμή που υφαρπάζει το σύνολο του δάσους των Σκουριών για τις δράσεις της. 7

Στο πεδίο της ενέργειας, η υλοποίηση έργων όλου του φάσματος των ενεργειακών δραστηριοτήτων είναι αντιστρόφως ανάλογη της μειωμένης ζήτησης ενέργειας, λόγω των πολλαπλών κρίσεων, της πολιτικής της λιτότητας και της φτώχειας που αυτή επέφερε. Στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής, η Ελλάδα τον Μάϊο του 2022 ψήφισε τον δικό της κλιματικό νόμο, ένα απαραίτητο εργαλείο που ορίζει την πορεία προς την κλιματική ουδετερότητα. Όπως όμως υποστήριξαν σχεδόν όλες οι περιβαλλοντικές οργανώσεις της χώρας, είναι μισό και ανεπαρκές βήμα, αναφέροντας ρητά ότι «απαιτούνται τομές για την ταχεία απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα και την προστασία της φύσης με γενναίους όρους κοινωνικής δικαιοσύνης, αν θέλουμε να έχουμε μία πιθανότητα να αποτρέψουμε μια ανεξέλεγκτη κλιματική κατάρρευση».

Ο δε πρωθυπουργός της χώρας τον Νοέμβριο του 2022 μίλησε στην COP26 και έθεσε ένα πλαίσιο μέτρων της Ελλάδας για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και τον Δεκέμβριο του 2022 στη σύνοδο των χωρών του ευρωπαϊκού νότου ΕUMED-9 έθεσε ως πρώτη προτεραιότητα την εξόρυξη υδρογονανθράκων στην ελληνική επικράτεια.

Πέρα από τις όποια επικοινωνιακά τεχνάσματα ή τις ασκήσεις ισορροπίας, η ελληνική κυβέρνηση μαζί με τόσες άλλες ανά τον κόσμο επιβεβαιώνει αυτό που δείχνει η πρόσφατη ιστορία, τα επιστημονικά δεδομένα και αισθάνεται η πλειοψηφία του κόσμου, ότι τα μέτρα και οι πολιτικές είναι όχι μόνο ανεπαρκή αλλά και αντιφατικά.

Η χωρική, κοινωνική και περιβαλλοντική δικαιοσύνη στο επίκεντρο

Απέναντι σε όλα αυτά, οι πολίτες πολλές φορές έχουν μερική ενημέρωση και καμία επιλογή συναπόφασης. Γιατί οι περιβαλλοντικές και αναπτυξιακές πολιτικές σήμερα είναι περισσότερο τεχνοκρατικές και λιγότερο συμπεριληπτικές. Οι υπάρχουσες ατζέντες και συζητήσεις, οι οποίες κυριαρχούνται από το σχεδιασμό δεικτών ή τεχνολογιών διαχείρισης και παρακολούθησης για την επίτευξη αόριστων στόχων «αειφορίας», ξεχνούν συνειδητά τον σημαντικότερο παράγοντα, την κοινωνική κίνηση. Οι γνώσεις και οι μέθοδοι που αναπτύσσουν για παράδειγμα από τα κοινωνικά-οικολογικά κινήματα, όχι μόνο δεν εντάσσονται αλλά αντιθέτως θεωρούνται «απειλητικές» προς τους στόχους βιωσιμότητας. Έτσι, αντί να αμβλύνονται οι χωρικές και κοινωνικές ανισότητες, οξύνονται καθώς σημαντικές κοινωνικές ομάδες και οι διεκδικήσεις τους θεωρούνται συνεχώς «εκτός πλαισίου».

Όμως η όποια έννοια δικαιοσύνης -που στη περίπτωση μας είναι χωρική και περιβαλλοντική- δεν είναι κάτι άλλο από το απλό. Τη δυνατότητα συνύπαρξης διαφορετικών χώρων, ετεροτήτων και διεκδικήσεων. Ή όπως το θέτει η Doreen Massey, «αντικρουόμενοι χώροι της δημοκρατίας», 8 δηλαδή χώροι ανοικτοι στην ετερογένεια, τη διαφορετικότητα και τη ριζοσπαστική διεκδίκηση. Υπο αυτό το πρίσμα, αν αναζητούμε πραγματικές έξυπνες λύσεις και πραγματική κοινωνική καινοτομία, εδώ είναι: στις μεθόδους, τις πρακτικές και τις αφηγήσεις που δημιουργούν τα κοινωνικά κινήματα και οι κοινωνικές διεκδικήσεις και στους εναλλακτικούς τρόπους που καθιερώνουν για τη διαχείριση των κοινών.

Σήμερα είναι μια ώριμη και κατάλληλη στιγμή για να δοθεί προσοχή στις κοινωνικοπεριβαλλοντικές καινοτομίες και μεθόδους που δεν προέρχονται από την κοινωνική συναίνεση αλλά από τις πρακτικές διαφωνίας. Από τις συγκρουσιακές πρακτικές διαπραγμάτευσης της φύσης, από τους αντικρουόμενους χώρους που παράγονται από αυτές τις πρακτικές. Αυτό είναι ένα ξεκάθαρο πολιτικό ερώτημα και ως τέτοιο πρέπει να αντιμετωπίζεται -και- από τα πολιτικά κόμματα.

Το ζήτημα της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής είναι και ένα ζήτημα συμμετοχής και δημοκρατίας.


Βιβλιογραφία

  1. Naomi Klein, On Fire[]
  2. Andreas Malm, Fossil Capital[]
  3. ΔιαΝΕΟσις, Πανελλαδική Έρευνα για την Κλιματική Αλλαγή: Αντιλήψεις, Απειλές και Προκλήσεις για μια Νέα Περιβαλλοντική Κουλτούρα, σελ. 43[]
  4. ΔιαΝΕΟσις, Πανελλαδική Έρευνα για την Κλιματική Αλλαγή: Αντιλήψεις, Απειλές και Προκλήσεις για μια Νέα Περιβαλλοντική Κουλτούρα, σελ. 46[]
  5. Για την έννοια της «πολιτικής πράξης» στο περιβαλλοντικό πεδίο βλ. και Βελεγράκης, Γ. (2017). “Ο Γκράμσι, η Φιλοσοφία της Πράξης και η Πολιτική Οικολογία”, στο Βελεγράκης, Γ., Κωνσταντάτος, Χ., & Χατζημιχάλης, Κ. (επιμ.) Πολιτική Οικολογία: Οκτώ συμβολές στην ελληνική συζήτηση, σ. 17 – 31. Νήσος. ISBN: 978-960-589-054-4.[]
  6. Andreas Malm, Ο μύθος της Ανθρωποκαίνου[]
  7. Σύνολο της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων.[]
  8. Massey, D. (2012). Radical Spatiality and the question of democracy. Στο Τμήμα Γεωγραφίας, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο Αναγόρευση της Doreen Massey σε Επίτιμη Διδάκτορα του Τμήματος Γεωγραφίας, σ. 27 – 45. Αθήνα: Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο.[]
Πολιτική Cookies