Αναζητώντας ένα νέο παράδειγμα
Η μεγάλη οικονομική κρίση της προηγούμενης δεκαετίας έχει αποτελέσει την αφορμή για να ανοίξει η συζήτηση σχετικά με τους στόχους, τις προτεραιότητες και τα εργαλεία της οικονομικής πολιτικής. Η πανδημία ενίσχυσε την ανάγκη για τη συζήτηση αυτή, αμφισβητώντας δόγματα και επερωτώντας μονοδρόμους.
Το project Οικονομική Δικαιοσύνη επιδιώκει, μεταξύ άλλων, να αναλύσει τις τάσεις της παγκόσμιας και ελληνικής οικονομίας, να ανιχνεύσει τις αντιλήψεις που διαμορφώνονται αναφορικά με την οικονομική πολιτική και να διαμορφώσει έναν χώρο διαλόγου για την εναλλακτική οικονομική σκέψη.
Το project ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2022. Επικοινωνία: oikonomiki-dikaiosyni@eteron.org
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην Αυγή της Κυριακής 27/2/2022
Οι απόψεις των πολιτών για τη φορολογική πολιτική απασχόλησαν ιδιαίτερα τη μεγάλη ποσοτική έρευνα του Eteron για την οικονομία και την κοινωνική δικαιοσύνη. H έρευνα πραγματοποιήθηκε σε όλη την τη χώρα τον Δεκέμβριο του 2021 από την aboutpeople.
Η φορολογική πολιτική συνιστά κεντρικό διαφοροποιητικό στοιχείο των μεγάλων πολιτικών ρευμάτων. Από τη μια μεριά, η σοσιαλδημοκρατία και η Αριστερά προκρίνουν την αυξημένη φορολογία του πλούτου, προκειμένου να προωθηθεί η αναδιανομή του κοινωνικού εισοδήματος, μέσω ενός ισχυρού κοινωνικού κράτους. Από την άλλη, για τον νεοφιλελευθερισμό, η δραστική μείωση της φορολογίας ανεξαρτήτως εισοδήματος, συνιστά ταυτοτικό στοιχείο.
Σε ό,τι αφορά τη φορολογική πολιτική, η Ελλάδα ακολουθεί τη γενική τάση του δυτικού κόσμου. Η θέση περί μείωσης της φορολόγησης μοιάζει ηγεμονική στο δημόσιο διάλογο. Ταυτόχρονα, η ελληνική οικονομία παρουσιάζει την ιδιαιτερότητα μιας σημαντικής φοροδιαφυγής, παρά τη μείωσή της τα τελευταία χρόνια.
Μεταξύ 2008-2018 τα φορολογικά έσοδα ανέβηκαν από το 33% στο 39% του ΑΕΠ. Παρότι αυτό το ποσοστό είναι περίπου στον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα Μνημόνια ταυτίστηκαν στην κοινωνική συνείδηση με την υπερφορολόγηση και τη φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης.
Στις ελληνικές ιδιαιτερότητες πρέπει να προστεθεί η πρόσληψη των πολιτών σχετικά με την ταξική τοποθέτησή τους. Είναι ενδεικτικές οι αυτο-τοποθετήσεις στην έρευνα του Eterοn -Ινστιτούτο για την Ερευνα και την Κοινωνική Αλλαγή .
Η έρευνά του Eteron επιβεβαίωσε πως αισθάνονται να ανήκουν στη μεσαία πολύ περισσότεροι-ες από όσους-ες ανήκουν σε αυτή “αντικειμενικά”,, με βάση τα εισοδήματά τους.
Ένα ζήτημα με τις έρευνες είναι πάντα η διατύπωση του ερωτήματος. Κι αυτό γιατί ο τρόπος που διατυπωνεται το ερώτημα ενδεχομένως “οδηγεί” σε συγκεκριμένη απάντηση. Επιπλέον, ένα πολυπαραγοντικό ζήτημα δεν μπορεί να φωτιστεί από μία και μόνη ερώτηση. Απαιτούνται πολλαπλές ερωτήσεις ώστε να αναδειχτούν (όσο είναι δυνατό) όλες οι πτυχές της κοινωνικής αντίληψης.
Στην έρευνα του Eteron ακολουθήσαμε τη μέθοδο των πολλαπλών ερωτήσεων, προκειμένου,οι απαντήσεις να είναι όσο το δυνατόν πιο κοντά στις πραγματικές απόψεις των ερωτώμενων. Σε ορισμένες περιπτώσεις χρησιμοποιήθηκαν πολύ “σκληρές” ιδεολογικά διατυπώσεις για να μην υπάρχουν παρερμηνείες.
Το 83,2% συμφωνεί και μάλλον συμφωνεί με το να αυξηθούν οι φόροι στους πλούσιους για να ενισχυθούν οι πιο αδύναμοι. Πρόκειται για σχεδόν καθολική υποστήριξη μιας κλασικής αριστερής θέσης ανεξάρτητα από την πολιτική (αυτο)τοποθέτηση των ερωτώμενων. Εκτός από τους αριστερούς και τους κεντροαριστερούς, με την αύξηση της φορολογίας στους πλούσιους, συμφωνούν οι κεντροδεξιοί σε ποσοστό 75,8% και οι δεξιοί με 76,7%.Είναι αναμενόμενο ότι το οι πλούσιοι έχουν την πιο χαμηλή στήριξη στη φορολόγηση του πλούτου, αν και πάλι το ποσοστό είναι πολύ υψηλό 66.1%.
Η κοινωνική συνείδηση είναι όμως αντιφατική. Το 78,9% υιοθετεί μια κλασική νεοφιλελεύθερη αντίληψη, δίνοντας προτεραιότητα στη μείωση των φόρων ώστε να αναπτυχθούν οι επιχειρήσεις και να κάνουν προσλήψεις. Μόλις το 16,4% δίνει προτεραιότητα στην αύξηση των φόρων για να βελτιωθούν οι δημόσιες υπηρεσίες και το κοινωνικό κράτος, καθώς και για να μειωθούν οι ανισότητες. Να σημειώσουμε βέβαια ότι εδώ έχουμε διλημματική ερώτηση όπου στο ένα μέρος του διλήμματος υπάρχει η ανάπτυξη και η μείωση της ανεργίας ενώ στο άλλο μέρος τίθεται μόνο το ζήτημα της κοινωνική δικαιοσύνης -με τον τρόπο δηλαδή που τίθεται συνήθως στον δημόσιο διάλογο. Ωστόσο, η διαφορά είναι συντριπτική υπέρ της μείωσης των φόρων. Ακομα και μεταξύ των αριστερών καταγράφεται πλειοψηφία (45,7% έναντι 43,6%) υπέρ της μείωσης των φόρων. Ενδεχομένως, ο καταγραφόμενος συσχετισμός να αποτυπώνει επίσης την προτεραιότητα της κοινωνίας στη μείωση της ανεργίας έναντι της άμβλυνσης των ανισοτήτων.
Το 63,4% συμφωνεί και μάλλον συμφωνεί με την εξίσου νεοφιλελεύθερη άποψη ότι η μεσαία τάξη δεν πρέπει να πληρώνει τα επιδόματα αλληλεγγύης στους πιο φτωχούς (40,3% συμφωνεί και 23,1% μάλλον συμφωνε)ί. Μόνο στην Αριστερά είναι μειοψηφική αυτή η άποψη (53,4% των αριστερών διαφωνεί), ενώ την υποστηρίζουν με 62,1% ακόμα και όσοι έχουν εισοδήματα έως 500 ευρώ μηνιαίως. Οι απαντήσεις της συγκεκριμένης ερώτησης πρέπει να συνδυαστούν:
Αναμφίβολα οι απαντήσεις στα ερωτήματα σχετικά με τα επιδόματα δείχνουν την απήχηση του “κοινωνικού αυτοματισμού”, όπως επίσης και την κοινωνική διείσδυση του “αντι-επιδοματικού” λόγου που αναπτύχθηκε τα τελευταία χρόνια. Θα πρέπει όμως να λάβουμε υπόψη μας ότι στην κατηγορία “μεσαία τάξη” οι ερωτηθέντες της έρευνας συμπεριλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της εργατικής τάξης. Επομένως, οι απαντήσεις στην ερώτηση ενδέχεται να αποτυπώνουν την αίσθηση της φορολογικής αδικίας. Σε κάθε περίπτωση, οι απαντήσεις δείχνουν την άρνηση των περισσότερων πολιτών να επωμιστούν οι ίδιοι μεγαλύτερα φορολογικά βάρη.
Το 88,5% συμφωνεί και μάλλον συμφωνεί ότι το φορολογικό βάρος στην Ελλάδα το σηκώνουν κυρίως οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι (71,5% συμφωνεί και 17% μάλλον συμφωνεί). Πρόκειται για τη συνήθη αριστερή κριτική στο φορολογικό σύστημα, η οποία αναδεικνύει την εκτεταμένη φοροδιαφυγή ως μείζονα παράγοντα κοινωνικής αδικίας. Είναι ενδεικτικό της σχεδόν καθολικής αποδοχής αυτή της θέσης ότι την ασπάζεται το 85,9% των αυτοπροσδιοριζόμενων στη Δεξιά. Η μόνη κοινωνική κατηγορία που έχει συγκριτικά χαμηλότερη αποδοχή (αν και πάλι, πολύ υψηλή) είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες με 66,3% -πράγμα αναμενόμενο άλλωστε.
Τις απαντήσεις στη συγκεκριμένη ερώτηση θα μπορούσαμε να τις συνδυάσουμε με την υποστήριξη στη χαμηλή φορολογία και την άρνηση ανάληψης του φορολογικού κόστους των επιδομάτων. Από αυτή τη σκοπιά, οι τοποθετήσεις των πολιτών για τα επιδόματα ενδέχεται να μην αποτυπώνουν μόνο την απήχηση του νεοφιλελευθερισμού, αλλά και την αίσθηση ότι τα φορολογικά βάρη μοιράζονται άδικα. Να σημειώσουμε ότι η έρευνα του Eteron καταγράφει μια γενικευμένη αίσθηση κοινωνικής αδικίας.
Στο δίλημμα αν πρέπει να έχουμε υψηλή φορολογία με ισχυρό κράτος πρόνοιας ή χαμηλή φορολογία με λιγότερη κρατική πρόνοια, το 38,4% προτιμάει την πρώτη επιλογή και το 43,7% τη δεύτερη. Δεδομένης της πολύ σκληρής διατύπωσης της ερώτησης, δεν πρέπει να υπάρχουν αμφιβολίες για την υπεροχή της νεοφιλελεύθερης θέσης περί χαμηλής φορολογίας. Να σημειωθεί ότι λόγω της διαφορετικής διατύπωσης του διλήμματος σε σχέση με την ερώτηση για τις προτεραιότητες της κυβερνητικής πολιτικής στον πίνακα 2, η στήριξη στη χαμηλή φορολογία είναι κατά πολύ μικρότερη. Η νεοφιλελεύθερη θέση υπερέχει κατά 5,3%, ενώ ένα πολύ σημαντικό 17,9% δεν παίρνει θέση.
Στις απαντήσεις στο συγκεκριμένο δίλημμα, είναι έντονο το αποτύπωμα της πολιτικής τοποθέτησης. Το 51,8% των αριστερών και το 51,4% των κεντροαριστερών προκρίνουν το κράτος πρόνοιας, ενώ το 55,3% των κεντροδεξιών και το 52,1% των δεξιών προκρίνουν τη χαμηλή φορολογία. Τη διαφορά την κάνουν οι αυτοτοποθετούμενοι στο Κέντρο, αφού σε ποσοστό 46,1% προκρίνουν τη χαμηλή φορολογία. Ωστόσο, είναι ενδεικτικό ότι 31,1% των αριστερών προκρίνει τη χαμηλή φορολογία σε βάρος του κράτους πρόνοιας.
Από τα στοιχεία της έρευνας του Eteron, δεν προκύπτει άμεση αντιστοιχία της ταξικής θέσης με την πολιτική τοποθέτηση για τη φορολογία και το κράτος πρόνοιας. Το υψηλότερο ποσοστό στη χαμηλή φορολογία το δίνουν όσοι-ες έχουν εισοδήματα έως 500 ευρώ το μήνα, ενώ το υψηλότερο ποσοστό στο κράτος πρόνοιας όσοι-ες έχουν εισοδήματα πάνω από 2.000 ευρώ.
Η έρευνα του Eteron ανέδειξε ότι η η τοποθέτηση των πολιτών απέναντι στην οικονομική πολιτική είναι μικτή και αντιφατική, ενσωματώνοντας τόσο προοδευτικές όσο και και νεοφιλελεύθερες απόψεις. Οι στάσεις που καταγράψαμε αναφορικά με της φορολογία δεν αποτελούν εξαίρεση. Έχει ιδιαίτερη σημασία ότι δεν υπάρχει ακριβής αντιστοίχιση των απόψεων των πολιτών με τα ιδεολογικά ρεύματα αναφοράς τους. Αριστεροί υιοθετούν δεξιές απόψεις και το αντίστροφο. Αυτός ο συγκρητισμός καθιστά εξαιρετικά περίπλοκη την πάλη για την ιδεολογική ηγεμονία.
Η μικτή και αντιφατική κουλτούρα δεν σημαίνει όμως ότι δεν είναι φανερές ορισμένες τάσεις. Συγκεκριμένα:
Μια προοδευτική οικονομική πολιτική βλέπει στη φορολογία ένα βασικό μοχλό αναδιανομής του πλούτου και προώθησης των δημόσιων επενδύσεων. Όποια υποκειμενικότητα επιδιώκει να διευρύνει την απήχηση των προοδευτικών αντιλήψεων για τη φορολογία, θα πρέπει: