Ως Generation Z (Gen Z) ορίζουμε τη γενιά που ακολουθεί χρονικά τους Millenials και στην οποία εντάσσονται όλα τα άτομα που γεννήθηκαν από τα μέσα με τέλη της δεκαετίας του ‘90 μέχρι και τις αρχές του 2010.
Στόχος μας είναι να αμφισβητήσουμε γενικευτικούς και υποτιμητικούς χαρακτηρισμούς που αποδίδονται στα μέλη αυτής της γενιάς, να κατανοήσουμε τα χαρακτηριστικά και τις αντιλήψεις τους και να ενδυναμώσουμε τις φωνές τους.
Το project ξεκίνησε τον Ιανουάριο του 2022. Επικοινωνία: gen-z-voice-on@eteron.org
Πλέον και στην Ελλάδα, η συζήτηση για τη νεολαία έχει έρθει δυναμικά στο προσκήνιο, τόσο στο δημόσιο λόγο, όσο και σε ακαδημαϊκό επίπεδο, με την παραγωγή πρωτογενών δεδομένων από φορείς και ινστιτούτα, αλλά και επιστημονικής αρθρογραφίας. Η έρευνα του Eteron για τη Gen Z εντάσσεται στο ανανεωμένο ερευνητικό ενδιαφέρον που εστιάζει στις νέες και τους νέους και βασίζεται εν μέρει στην (άρρητη) παραδοχή ότι η διαδοχή των γενεών αποτελεί κινητήριο παράγοντα των κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών.1
Το κείμενο αυτό επιχειρεί να σχολιάσει τα βασικά ευρήματα της έρευνας από την οπτική του φύλου, τη διαπλοκή του με την ηλικία και τη γενιά και την (ενδεχόμενη) σημασία του για τη διαμόρφωση διαφορετικών συμμετοχικών πρακτικών και στάσεων.
Disclaimer: λόγω του τρόπου μέτρησης του φύλου στο ερωτηματολόγιο της συγκεκριμένης -και όχι μόνο- έρευνας που επιμένει στη δυαδικότητα, το φύλο εδώ χρησιμοποιείται ως διχοτομική μεταβλητή (με δύο τιμές, γυναίκα-άνδρας), χωρίς αυτό να αποτελεί σε καμία περίπτωση επιστημολογική ή πολιτική παραδοχή της γράφουσας.
Η δομή των έμφυλων σχέσεων κάθε κοινωνίας, ως ένα σύστημα κοινωνικής ιεράρχησης και ταξινόμησης, αποτελεί μία από τις “βαριές” μεταβλητές που επηρεάζουν την πολιτική συμπεριφορά των πολιτών, αφού συγκροτεί (ή ορθότερα συγκροτούσε, όπως θα δούμε στη συνέχεια) δύο διαφοροποιημένα πρότυπα πολιτικής συμμετοχής, με τις γυναίκες ιστορικά να αναπαρίστανται να υστερούν έναντι των ανδρών. Η διαπίστωση αυτή δεν αφορά μόνο στη μειωμένη παρουσία των γυναικών σε επίπεδο πολιτικών ελίτ,2 αλλά συνολικότερα στην πολιτική συμμετοχή σε θεσμικές και μη θεσμικές μορφές δράσης, καθώς και σε άλλα μέτρα πολιτικής συμπεριφοράς. Αυτό το «έμφυλο χάσμα» (gender/activism gap) έχει αποδοθεί, μεταξύ άλλων, στο έλλειμμα συμβολικών και υλικών πόρων, σε θεσμικούς παράγοντες, στην (άνιση) επίδραση του κύκλου της ζωής, αλλά και την έμφυλα διαφοροποιημένη κοινωνικοποίηση, που συχνά λειτουργεί σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία.3
Πιο πρόσφατες, κριτικές προσεγγίσεις τονίζουν την έμφυλη προκατάληψη (gender bias)4 που διαπερνά τους κλασικούς δείκτες μέτρησης της πολιτικής συμμετοχής, οι οποίοι αποδίδουν έμφαση σε πρακτικές στις οποίες οι άνδρες παραδοσιακά εμφανίζουν υψηλότερα ποσοστά εμπλοκής. Προκύπτει επομένως και ένα ζήτημα ως προς τον τρόπο με τον οποίο η παραδοσιακή πολιτική επιστήμη προσέγγιζε το ζήτημα της έμφυλης ανισότητας. Συνήθως, οι έμφυλες διαφορές στην πολιτική συμπεριφορά αντιμετωπίζονταν έχοντας ως σταθερό σημείο αναφοράς και μέτρο σύγκρισης το «ανδρικό» πρότυπο πολιτικής συμμετοχής, υπερτονίζοντας τις διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών και αντιμετωπίζοντας τες ουσιοκρατικά, αναπαράγοντας μία δυϊκή και ιεραρχική αντίληψη για το φύλο.5
Τα πιο πρόσφατα εμπειρικά δεδομένα υποδεικνύουν τη -σε γενικές γραμμές- μείωση του έμφυλου χάσματος, αμφισβητώντας την εγκυρότητα πολλών από τις παραπάνω καθιερωμένες παραδοχές της πολιτικής επιστήμης για τις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες. Οι έμφυλες διαφοροποιήσεις έχουν σχεδόν εξαλειφθεί όσον αφορά στην ψήφο (τουλάχιστον στις εκλογές πρώτης τάξης),6 αλλά παραμένουν για άλλες μορφές θεσμικής πολιτικής συμμετοχής (π.χ. ένταξη σε κόμματα και συνδικάτα), καθώς και ευρύτερα μέτρα εμπλοκής στην πολιτική διαδικασία, όπως το πολιτικό ενδιαφέρον και η αίσθηση υποκειμενικής πολιτικής αποτελεσματικότητας7
Ωστόσο, στην περίπτωση των νέων, μη θεσμικών μορφών συμμετοχής, όπως ο πολιτικός καταναλωτισμός (δηλαδή το μποϊκοτάζ προϊόντων για πολιτικούς, ηθικούς ή περιβαλλοντικούς λόγους και, αντίστροφα, η επιλογή συγκεκριμένων προϊόντων/εταιριών ως επιβράβευση) και ο διαδικτυακός ακτιβισμός, το έμφυλο χάσμα μοιάζει να μειώνεται, ακόμα και να αντιστρέφεται. Οι γυναίκες υπεραντιπροσωπεύονται στις μορφές αυτές που συνδέουν την πολιτική με την καθημερινότητα, επερωτώντας την αυστηρή διάκριση δημόσιο – ιδιωτικό και παρακάμπτοντας τους παραδοσιακούς θεσμικούς διαύλους που τις απέκλειαν από την πολιτική διαδικασία.8
Στην Ελλάδα, το φύλο έχει αποτελέσει σημαντικό παράγοντα διαφοροποίησης των προτύπων πολιτικότητας, ιδίως με αναφορά στη δήλωση πολιτικού ενδιαφέροντος και την εμπλοκή σε θεσμικές συμμετοχικές πρακτικές. Η διαπλοκή φύλου και ηλικίας μάλιστα μοιάζει να καθορίζει -ή να καθόριζε μέχρι πολύ πρόσφατα- συνολικά διαφορετικούς τρόπους συσχέτισης με το πολιτικό, με τις γυναίκες τρίτης ηλικίας να εμφανίζουν όχι μόνο μικρότερη (προδιάθεση για) συμμετοχή, αλλά και μεγαλύτερη απόσταση από την πολιτική εν γένει.9 Το γεγονός αυτό αποτελεί απότοκο της χρονικής υστέρησης στην απόκτηση πολιτικών δικαιωμάτων, αλλά και ενός αρκετά παραδοσιακού συστήματος έμφυλων σχέσεων, που διαιωνίζει τις έμφυλες ανισότητες και τη στερεοτυπική ανάληψη ρόλων.
Ωστόσο, οι ραγδαίοι οικονομικοί και κοινωνικοί μετασχηματισμοί και οι συνακόλουθες αλλαγές στο σύστημα έμφυλων σχέσεων έχουν οδηγήσει και στην Ελλάδα στη σύγκλιση των προτύπων πολιτικότητας ανδρών και γυναικών και στη διάψευση πολλών κλασικών πολιτολογικών βεβαιοτήτων και στερεοτύπων. Ήδη σε έρευνα του 2006 αποτυπώνεται εν μέρει η λείανση του έμφυλου χάσματος στην πολιτική συμπεριφορά νέων γυναικών και ανδρών, ειδικά αν συνεξεταστεί η επίδραση του εκπαιδευτικού επιπέδου.10 Η συγκυρία της κρίσης έρχεται να επιτείνει τις εξελίξεις αυτές, προσφέροντας μάλιστα μία επιπλέον συμμετοχική διέξοδο μέσω των κινητοποιήσεων ενάντια στα μέτρα λιτότητας και των δράσεων πολιτικής ανυπακοής, στις οποίες οι γυναίκες συμμετέχουν μαζικά.11
Επιπλέον, διαψεύδεται και στην περίπτωση της Ελλάδας μία από τις βασικότερες παραδοχές της εκλογικής συμπεριφοράς που αφορά στη συντηρητικότερη ψήφο των γυναικών.12 Συνολικά, μπορεί πλέον να πιστοποιηθεί η ύπαρξη μεγαλύτερων διαγενεακών παρά ενδογενεακών διαφορών, τουλάχιστον στην ευρύτερη περιοχή της πρωτεύουσας, επιβεβαιώνοντας την υπόθεση για την ανάδυση ενός νέου προτύπου πολιτικότητας στην περίπτωση των νέων.
Με βάση τα παραπάνω και λαμβάνοντας υπόψη μερικά κοινώς αποδεκτά χαρακτηριστικά των zoomers (μια γενιά με υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης που χαρακτηρίζεται από έντονη εξατομίκευση αλλά και επισφάλεια· μία γενιά “woke”, κοινωνικά προοδευτική, με προβληματισμούς πάνω σε νέες θεματικές) είναι θεμιτή η αναμονή για μείωση της βαρύτητας του φύλου ως διαφοροποιητικού παράγοντα της πολιτικής τους συμμετοχής. Η υπόθεση αυτή εν πολλοίς επιβεβαιώνεται, αφού από την έρευνα του Eteron προκύπτει μία εικόνα σχετικά μικρών έμφυλων διαφοροποιήσεων, καταρρίπτοντας ένα ακόμα στερεότυπο, αυτό του μειωμένου ενδιαφέροντος και συμμετοχής των γυναικών στην πολιτική. Τα σημεία όμως που αυτές οι διαφορές εντοπίζονται και εκδηλώνονται δεν είναι αμελητέα, αφού υποδηλώνουν διακριτούς τρόπους και χώρους εκδήλωσης της συμμετοχικής τους προδιάθεσης και συνηγορούν υπέρ της ύπαρξης ποιοτικών παρά ποσοτικών διαφορών στην πολιτικότητα νέων ανδρών και γυναικών, συμφωνώντας με τη βιβλιογραφία.13
Ως προς τα θέματα που απασχολούν τους/ις zoomers επιβεβαιώνονται οι τάσεις που παρατηρούνται διεθνώς και θέλουν τη γενιά αυτή πιο προοδευτική, ακόμα και κοινωνικά ριζοσπαστική, με ανησυχίες που εκτείνονται σε νέα πεδία ενδιαφέροντος και πολιτικοποίησης, όπως η περιβαλλοντική κρίση. Συγκεκριμένα, οι νέες 16-25 φαίνεται να προβληματίζονται λίγο περισσότερο από τους άντρες ίδιας ηλικίας για το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής (62.5% ανησυχεί πολύ και πάρα πολύ, έναντι 55.8% των ανδρών), ενώ, αναμενόμενα, δηλώνουν συντριπτική συμφωνία με το περιεχόμενο και τους στόχους του κινήματος #metoo στην Ελλάδα (91.8% των γυναικών του δείγματος και 81.1% των ανδρών συμφωνεί απόλυτα και αρκετά). Αντίστοιχα, οι γυναίκες zoomers συμφωνούν σε πλειοψηφικά ποσοστά με τις κινητοποιήσεις ενάντια στην ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας (54.7%) και μάλιστα αρκετά υψηλότερα από τους άντρες (40.6%). Αξίζει να σημειωθεί ότι η διαδικτυακή καμπάνια #Δεν είναι αθώοι, σχετικά με την καταδίκη της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης, συγκεντρώνει τα ίδια, υψηλά (αν και όχι όσο θα περίμενε ενδεχομένως κάποιος ένα χρόνο μετά την καταδικαστική απόφαση του Αρείου Πάγου) ποσοστά σε γυναίκες και άνδρες (σχεδόν 73%).
Προσπαθώντας να διερευνήσουμε την ιδεολογική συγκρότηση των zoomers, το βασικό εύρημα, όπως έχει ήδη επισημανθεί στο σχετικό διάλογο πάνω στην έρευνα του Eteron,14 αφορά στο χαμηλό ποσοστό όσων απαντούν στη συγκεκριμένη ερώτηση: πιο συγκεκριμένα, το 20% του δείγματος αρνείται την αυτοτοποθέτηση στον άξονα, δηλώνοντας ότι η διάκριση Αριστερά-Δεξιά δεν έχει νόημα, ενώ ένα επιπλέον 12.5% επιλέγει να μην απαντήσει. Λαμβάνοντας υπόψη ταυτόχρονα το υψηλό ποσοστό απαντήσεων που συγκεντρώνουν οι τιμές 5 και 6 (22.8%),15 το οποίο ενδεχομένως να υποδηλώνει όχι το κέντρο, αλλά την έμμεση άρνηση ή αδυναμία αυτοτοποθέτησης, δημιουργούνται ερωτήματα αναφορικά με την ταξινομητική λειτουργία και την ερμηνευτική ισχύ του άξονα, επιβεβαιώνοντας ευρήματα και άλλων ερευνών.16 Από το 67.6% που απάντησε στη σχετική ερώτηση, τεκμηριώνεται ο αριστερός ή καλύτερα αριστερόστροφος αυτοπροσδιορισμός, όπως έχει ήδη τονιστεί, με το 28.9% των γυναικών και το 23.9% των ανδρών να τοποθετείται στα αριστερά του φάσματος (θέσεις 1-4).
Ως προς τη δεξιά αυτοτοποθέτηση, αυτή είναι αισθητά πιο διαδεδομένη στους άνδρες του δείγματος (21% των ανδρών τοποθετείται στις θέσεις 7-10 και 14.8% των γυναικών), στοιχείο που βρίσκεται σε συμφωνία με τα exit polls των τελευταίων χρόνων που επιβεβαιώνουν την μαζική υπερψήφιση κομμάτων της Αριστεράς από γυναίκες, ιδιαίτερα νέες. Ενδιαφέρον έχει ωστόσο ότι οι γυναίκες zoomers, αν και απορρίπτουν ρητά τον άξονα Αριστερά-Δεξιά σε αντίστοιχα ποσοστά με τους άνδρες, αρνούνται να απαντήσουν στην ερώτηση σε σχεδόν διπλάσιο ποσοστό (15.7% έναντι 8.8%).
Το ενδιαφέρον παρακολούθησης της επικαιρότητας εμφανίζεται γενικά υψηλό, με το 55% των ερωτώμενων να δηλώνει ότι ενδιαφέρεται πολύ και πάρα πολύ. Γυναίκες και άντρες ενημερώνονται εξίσου από διαδικτυακές ενημερωτικές ιστοσελίδες, ενώ και το επίπεδο της χρήσης του διαδικτύου μοιάζει να είναι αντίστοιχο, με την πλειοψηφία να περνάει καθημερινά πάνω από 5 ώρες στο διαδίκτυο. Διαφορές εντοπίζονται στα ποιοτικά χαρακτηριστικά της χρήσης και, πιο συγκεκριμένα στο είδος των social media που επιλέγουν. Οι γυναίκες κάνουν αρκετά συχνότερη χρήση του Instagram σε σχέση με τους άνδρες (81.3% έναντι 68.1%) και λιγότερο του Twitter (2% έναντι 7.2%) και του YouTube (35.5% έναντι 44.2%). Ως προς την αξιοπιστία των ενημερωτικών ιστοσελίδων και των social media ως πηγών ενημέρωσης, αυτή κινείται σε γενικά χαμηλά ποσοστά, ειδικά για τα δεύτερα, τα οποία είναι λίγο χαμηλότερα στις γυναίκες.
Περνώντας στο κομμάτι της έμπρακτης πολιτικής συμμετοχής, η πιο κλασική μορφή, αυτή της ψήφου στις εκλογές, συγκεντρώνει πολύ μεγάλα ποσοστά, ανεξαρτήτως φύλου: πάνω από 84% των ερωτώμενων δηλώνει ότι προτίθεται να ψηφίσει στις επόμενες εκλογές. Η ευρύτατη αποδοχή της ψήφου στο πλαίσιο της ελληνικής πολιτικής κουλτούρας επιβεβαιώνεται και από προηγούμενες έρευνες.17 Σε σχέση με το υπόλοιπο ρεπερτόριο δια ζώσης πολιτικής δράσης, πρώτη έρχεται η συμμετοχή σε διαδήλωση, πορεία και διαμαρτυρία (25.6%)∙ ακολουθείται από την οικονομική συνεισφορά σε πολιτική/κοινωνική εκδήλωση ή φεστιβάλ (21.1%), τη συμμετοχή σε κόμμα (9.5%) και τη συμμετοχή σε συλλογικότητες γειτονιάς (7.3%). Η μόνη σημαντική έμφυλη διαφορά εντοπίζεται εδώ στη συμμετοχή σε κόμμα ή οργάνωση νεολαίας: οι άνδρες zoomers δηλώνουν σε διπλάσιο ποσοστό από τις γυναίκες ότι είναι μέλη κομματικής οργάνωσης (12.3% και 6.3% αντίστοιχα), και μάλιστα σε ποσοστό ιδιαίτερα υψηλό αν συνυπολογίσουμε την ηλικία του δείγματος.
Τέλος, ενδιαφέρον έχουν τα ευρήματα αναφορικά με τη γενικά χαμηλή «πολιτική χρήση» του Διαδικτύου, από μία γενιά digital natives. Σχεδόν 18% ακολουθεί λογαριασμούς πολιτικών στα social media, ποσοστό βέβαια που φτάνει το 40% στους λογαριασμούς ΜΚΟ. Σε σχέση με πιο «ενεργητικές» διαδικτυακές δραστηριότητες, βλέπουμε ότι περίπου 22% των ερωτώμενων κοινοποιεί αναρτήσεις με πολιτικό περιεχόμενο (π.χ. δημοσιεύσεις από πολιτικούς, κόμματα, ΜΚΟ, ΜΜΕ, ή άλλους χρήστες διαδικτύου) και 21% κάνει δικές του αναρτήσεις με πολιτικό περιεχόμενο. Στην ενότητα αυτή όμως εντοπίζονται και οι πιο έντονες έμφυλες διαφοροποιήσεις. Οι γυναίκες zoomers ακολουθούν περισσότερο λογαριασμούς ΜΚΟ και (πολύ) λιγότερο λογαριασμούς πολιτικών και κομμάτων στα social media, ενώ το πιο ενδιαφέρον εύρημα αφορά το αισθητά μικρότερο ποσοστό γυναικών που κάνει δικές του «πολιτικές» αναρτήσεις: μόλις 15.2% έναντι 26.8% των ανδρών.
Πρόκειται για ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο στην έρευνα του Eteron, που εδώ αναπαράγεται και στο ψηφιακό περιβάλλον. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ανισότητα δεν αφορά στην ίδια την πρόσβαση, αλλά στα ποιοτικά χαρακτηριστικά και την αυτοπεποίθηση στη χρήση του διαδικτύου, κάτι που προκύπτει και από τη σχετική βιβλιογραφία.18 Παρόμοια είναι τα στοιχεία και για τα fake news, όπου οι γυναίκες δηλώνουν μαζικότερα από τους άνδρες ότι έχουν πέσει θύματα ψευδούς είδησης (76.6% και 65.9% αντίστοιχα), ενώ φαίνεται να έχουν αρκετά μικρότερη εμπιστοσύνη στην ικανότητά τους να εντοπίσουν ψευδείς ειδήσεις (80.4% έναντι 69.5%).
Συμπερασματικά, η γενική εικόνα που προκύπτει από τα ερευνητικά ευρήματα επιβεβαιώνει την υποχώρηση της βαρύτητας του φύλου ως παράγοντα διαφοροποίησης της πολιτικής συμπεριφοράς των zoomers. Η σύγκλιση ωστόσο αφορά πρωτίστως το επίπεδό της συμμετοχικής προδιάθεσης και της έμπρακτης πολιτικής συμμετοχής, ενώ μια πιο ενδελεχής εξέταση φανερώνει κάποιες ποιοτικές διαφορές στον τρόπο με τον οποίο γυναίκες και άνδρες σχετίζονται με την πολιτική.
Συγκεκριμένα, μοιάζει να ακολουθούν διαφορετικά μονοπάτια εμπλοκής με την πολιτική διαδικασία, με τις γυναίκες να παρακάμπτουν σε μεγάλο βαθμό τις θεσμικές μορφές ένταξης, όπως η συμμετοχή σε κόμματα, ενώ φαίνεται να συμμετέχουν εξίσου σε άλλες, μη θεσμικές μορφές και να ελκύονται περισσότερο από τις ΜΚΟ. Την ίδια στιγμή, εμφανίζονται πιο αριστερόστροφες (με ό,τι μπορεί να σημαίνει η λέξη) και κοινωνικά προοδευτικές από τους άνδρες σε μία σειρά από ζητήματα, που εκτείνονται από την έμφυλη ισότητα μέχρι την ίδρυση πανεπιστημιακής αστυνομίας.
Το σημείο που μοιάζει ακόμα να διαφοροποιεί αισθητά γυναίκες και άνδρες zoomers αφορά σε εκείνες τις πρακτικές που χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη δημόσια έκθεση, ένα μοτίβο που αναπαράγεται στο ψηφιακό περιβάλλον: οι γυναίκες κάνουν σε μικρότερα ποσοστά δικές τους αναρτήσεις με πολιτικό περιεχόμενο και χρησιμοποιούν λιγότερο πιο «πολιτικά» social media, όπως το Twitter. Επιπλέον, φαίνεται να έχουν μικρότερη εμπιστοσύνη στις ικανότητες τους να αναγνωρίσουν fake news παρότι προβαίνουν σε διασταύρωση των πηγών πιο συχνά από τους άντρες– ή, αντιστρέφοντας την οπτική, υπάρχει μία υπερεκτίμηση των αντίστοιχων ικανοτήτων από την πλευρά των ανδρών. Βλέπουμε λοιπόν ότι οι έμφυλα καθορισμένες αναμονές συνεχίζουν να δημιουργούν ανισότητες στην έκφραση της πολιτικότητας, όπου η κατά περιπτώσεις μειωμένη ενασχόληση των γυναικών δεν υποδηλώνει έλλειψη γνώσης, ικανοτήτων ή ενδιαφέροντος. Παράλληλα τα εργαλεία μέτρησης συνεχίζουν να είναι ανδροκεντρικά, οδηγώντας πολλές φορές σε ελλιπή αποτύπωση της συμμετοχής των γυναικών που ενδέχεται να εμπλέκονται μέσα από εναλλακτικά δίκτυα κοινωνικοποίησης και πολιτικοποίησης, τόσο offline, όσο και online (π.χ. ενδέχεται να είναι πιο ενεργές σε κλειστές ομάδες ή group chats στα social media).
Τέλος, υπάρχουν κάποιοι επιπλέον περιορισμοί στα συμπεράσματα μας: αφενός η επικέντρωση του δείγματος στους zoomers δεν επιτρέπει συγκρίσεις με άλλες γενιές και, αφετέρου δεν υπάρχει η δυνατότητα συνεξέτασης της επίδρασης διαφορετικών μεταβλητών όπως το φύλο και ο τόπος κατοικίας, για τα οποία υπάρχουν ενδείξεις σημαντικών διαφοροποιήσεων. Τέλος, μία ακόμα παράμετρος που πρέπει να ληφθεί υπόψη είναι η μελλοντική επίδραση του κύκλου της ζωής (life-cycle) στη πολιτικότητα των νέων, αφού έχει πολλαπλά αποδειχθεί ότι η μετάβαση σε στάδια ζωής που χαρακτηρίζονται ως “family intensive” επηρεάζει με άνισο τρόπο γυναίκες και άνδρες, που συνήθως επωμίζονται διαφορετικούς ρόλους.19 Παρότι δηλαδή θεμιτά μπορούμε να μιλήσουμε για ένα νέο και διακριτό πρότυπο πολιτικότητας των zoomers στην Ελλάδα, παραμένει ανοιχτό το ερώτημα αν αυτό αφορά συνολικά τις νέες και τους νέους 16-25 ετών ή αν επικεντρώνεται σε όσες κατοικούν στην Αθήνα ή/και τα άλλα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά και αν η εικόνα της σύγκλισης θα παραμείνει, ως χαρακτηριστικό πλέον μιας γενιάς.
Υποσημειώσεις