PROJECT: Rapture

PROJECT: Rapture

Κλείσιμο
Project: Rapture
  • Σχετικά με το project

    Οι ρίζες της ραπ και της χιπ χοπ κουλτούρας εντοπίζονται στα μέσα της δεκαετίας του 70 στις γειτονιές του Μπρονξ και του Χαρλεμ. Γεννιέται στους κόλπους της αφροαμερικάνικης κοινότητας με ισχυρά πολιτικά νοήματα και βιωματικό τόνο. Στην Ελλάδα, η ραπ εμφανίζεται την δεκαετία του ‘80, έχει χαρακτηριστικά ρεύματος υπο-κουλτούρας, έχει συγκεκριμένο κώδικα επικοινωνίας, συγκεκριμένη μορφολογία και πολιτισμικές αναφορές.
    Με την πάροδο των χρόνων η ραπ σκηνή άλλαξε αρκετά, χωρίς ωστόσο, να απομακρύνεται εντελώς από τα αρχικά της περιεχόμενα. Την τελευταίο δεκαετία αποτελεί ένα από τα δημοφιλέστερα μουσικά είδη ειδικά στη νέα γενιά και συχνά βρίσκεται στο επίκεντρο του δημόσιου ενδιαφέροντος.
    Η παρούσα έρευνα, μακριά από λογικές δαιμονοποίησης ή εξιδανίκευσης, επιδιώκει μια όσο το δυνατόν πιο σφαιρική καταγραφή και κατανόηση της δυναμικής της ραπ μουσικής στη gen z και της επίδρασης που ασκεί στην πολιτικοποίηση της, στη συγκρότηση της ταυτότητας, στη διαμόρφωση θέσεων και αναπαραστάσεων.

  • Ταυτότητα

    Το ερευνητικό πρόγραμμα ξεκίνησε τον Μάιο του 2025.

    Project Coordinator έιναι η Μαρία Λούκα. maria.louka@eteron.org

  • Συντελεστές/τριες
sadf
ραπ

Αντισυμβατικές ρωγμές σε ένα μεταβαλλόμενο μουσικό τοπίο

08.09.2025

Εισαγωγικά

Η έρευνα “Rapture” που πραγματοποιήθηκε το διάστημα μεταξύ 5 και 9 Μαΐου 2025, αποσκοπεί στο να καταγράψει τους τρόπους με τους οποίους σχετίζεται η «νέα γενιά» με τη ραπ μουσική. Για τις ανάγκες αυτής της έρευνας, συμμετείχαν συνολικά 520 νέα άτομα ηλικίας 17 έως 29 ετών από διάφορες περιοχές της Ελλάδας, ενώ τη συλλογή των δεδομένων ανέλαβε η εταιρεία aboutpeople. Μπορούμε  λοιπόν να πούμε ότι η έρευνα απευθύνθηκε σε ένα δείγμα που αντανακλά ένα μεγάλο μέρος της λεγόμενης Gen Z, η οποία σήμερα συμπεριλαμβάνει τα άτομα ηλικίας από 13 έως 28 ετών, αλλά και ένα αρκετά μικρό μέρος της γενιάς των millennials, που σήμερα είναι μεταξύ 29 και 44 ετών. Καθώς προέρχομαι από μια σχετικά κοντινή ηλικιακή ομάδα με αυτήν στην οποία απευθύνθηκε η έρευνα αλλά πατώντας στη γενιά των millennials και έχοντας περάσει από τη λεγόμενη «κουλτούρα του χιπ χοπ» ως ακροάτρια για χρόνια, θα μπορούσα να αναφερθώ τουλάχιστον σε τέσσερις άξονες συμπερασμάτων όπου καταλήγουμε παρατηρώντας τα αποτελέσματα της έρευνας.Τι παρατηρούμε μέσα από αυτήν την έρευνα λοιπόν;

Από το αναλογικό στο ψηφιακό 

Μία βασική πρώτη διαπίστωση έχει να κάνει με αυτή τη ψηφιακή μετάβαση που, αναλόγως το πώς επιλέγουμε να τη διαβάσουμε, χωρίζει ή ενώνει τις γενιές. Πρόκειται για μία αλλαγή παραδείγματος, ή αλλιώς μία πολιτισμική στροφή (cultural shift) που ζήσαμε με την αλλαγή της χιλιετίας όταν από παραδοσιακές μορφές ακρόασης όπως τα βινύλια, οι δίσκοι, και οι κασέτες μετακινηθήκαμε προς τις τεχνολογίες του mp3 κι έπειτα στις streaming τεχνολογίες που έχουν επικρατήσει μέσα από τις ψηφιακές πλατφόρμες. Από τη μία μόνο ένα 12,7% των ερωτηθέντων απάντησαν ότι ακούνε μουσική μέσω δίσκων, βινυλίων ή άλλων «παραδοσιακών» μέσων, ποσοστό πολύ χαμηλό ειδικά αν λάβουμε υπόψη τη συμβολική αξία του βινυλίου στην ανάδυση της ραπ μουσικής (Rose 1994). Από την άλλη, ένα πολύ μεγάλο ποσοστό, δηλαδή περισσότερα από τρία στα τέσσερα άτομα, δηλώνει ότι ακούει μουσική μέσω YouTube (78,3%) ή άλλων ψηφιακών πλατφορμών, όπως το Spotify και το iTunes (76,3%).Αυτή η ψηφιακή μετάβαση που πραγματοποιείται τις δύο τελευταίες δεκαετίες φαίνεται να ευνόησε την ανοδική πορεία της ραπ στην εποχή του διαδικτύου, της ψηφιοποίησης(digitalization) και της πλατφορμοποίησης (platformization) 1. Η πιο άμεση και γρήγορη πρόσβαση σε ψηφιακά μέσα μπορεί να διαβαστεί ως άνοιγμα σε μια νέα εποχή πολυφωνίας αλλά ενδεχομένως και βιασύνης ή/και ως απομάκρυνση από την «παλιά καλή ραπ» που συχνά συνοδευόταν από ακροάσεις δίσκων ως καλλιτεχνικά σύνολα, ακούγοντας κομμάτι κομμάτι από την αρχή ως το τέλος και πολλές φορές, για τα πιο μυημένα άτομα, γνωρίζοντας όλους τους στίχους απ’έξω. Όπως θα φανεί και παρακάτω ωστόσο τα πράγματα είναι πιο σύνθετα, ενώ η διάκριση μεταξύ πιο ποιοτικής ραπ και πιο εμπορικής δε χαρακτηρίζει μόνο τη δεκαετία που διανύουμε αλλά αποτελεί μια μακροχρόνια συζήτηση από τις αρχές της ραπ στην Ελλάδα.

Η ραπ ως επιτυχημένο εμπορικό προϊόν

Η ραπ από όσο φαίνεται από τα αποτελέσματα της έρευνας κατακτά μία πολύ υψηλή θέση προτίμησης για τα νεότερης ηλικίας άτομα, αφού μετά την ποπ (69,4%) είναι 2η με ποσοστό 61,5%μουσική επιλογή. Ανεξάρτητα από τον χαρακτήρα, τους στίχους και το τι εκπροσωπεί η ραπ που καταναλώνεται στην Ελλάδα, φαίνεται να είναι πολύ ψηλά στα γούστα του νεανικού κοινού με μικρές αποκλίσεις ως προς τις έμφυλες διαστάσεις, με σταθερά τους άντρες να προκρίνονται (66,9%) σε σχέση με τις γυναίκες (57%), γεγονός που δε ξαφνιάζει αφού πρόκειται για μουσικό είδος που συγκροτήθηκε στη βάση του με απεύθυνση προς ανδρικά ακροατήρια. Παρά τις έμφυλες και φυλετικές αναταραχές και ανακατατάξεις που συμβαίνουν σήμερα ως προς την εκπροσώπηση αλλά και τον χαρακτήρα του ακροατηρίου της ραπ, η γενεαλογική της σύνδεση με τις μαύρες κοινότητες στις ΗΠΑ και ο κομβικός ρόλος της μαύρης ανδρικής εμπειρίας στην ιστορική εξέλιξη αυτού του μουσικού είδους διαμόρφωσε την πρώιμη απήχησή του σε ανδρικά ακροατήρια 2. Ωστόσο η επιτυχία ενός μουσικού είδους που ξεκίνησε ως κουλτούρα του δρόμου και σήμερα κατορθώνει να απευθύνεται σε μεγάλα ακροατήρια συνδέεται με πολλούς παράγοντες όπως η ψηφιακή μετάβαση, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, αλλά η ρυθμικότητα, που φαίνεται να αποτελεί έναν από τους βασικότερους λόγους που ο κόσμος την προτιμάει ως είδος, καθώς 65,9% των ερωτηθέντων απαντούν ότι ακούνε ραπ γιατί «τους αρέσει ως ρυθμός». Αντίστοιχα στο πώς συμβάλει η ακρόαση της ραπ μουσικής μεταξύ όλων των πιθανών επιλογών έρχεται ως πρώτη με διαφορά η απάντηση «να εκτονώνομαι» με 41,9%. Ακολουθούν οι επιλογές «να ξεχνιέμαι από την καθημερινότητά μου» με 28,8%, «να καταλάβω τι συμβαίνει στην καθημερινότητα της ελληνικής κοινωνίας» με 26,9%, «να βρω τρόπους να εκφράσω τη δυσαρέσκειά μου» με 23,1% και το «να αισθάνομαι καλύτερα ψυχολογικά» με 22,8%.

Πολιτική κουλτούρα πέρα από μουσικό είδος

Παρά τη μαζικότερη απεύθυνση που φαίνεται να έχει κατακτήσει η ραπ σε σχέση με τις πρώτες δεκαετίες της εμφάνισής της παραμένει συνυφασμένη με μία συνολικότερη πολιτική κουλτούρα κι έναν τρόπο ζωής. Η αίσθηση ότι η ραπ δημιουργεί ένα συνεχές και δεν αφορά μία αποκομμένη εμπειρία μουσικής κατανάλωσης φαίνεται ως έναν βαθμό και από τα ποσοστά που δείχνουν ότι το 58,3%, δηλαδή πάνω από τα μισά άτομα που ακούνε ραπ, ακούνε πάνω από 5 χρόνια, το 27,8% ακούει 3 έως 5 χρόνια, ενώ ένα 14,1% ακούσει τα τελευταία 1 έως 3 χρόνια. Συνηθίζεται να υπάρχει μια μακροχρόνια σχέση που δηλώνει μια κουλτούρα αφοσίωσης και την αίσθηση κοινότητας που διαμορφώνεται γύρω και μέσα από τη ραπ μουσική. Για τις παλιότερες γενιές ίσως περισσότερο, αλλά και για ένα κομμάτι των νεότερων η ραπ αποτελεί κομμάτι ενός συνολικότερου τρόπου ζωής που χαρακτηρίζεται από την ανάγκη για ταυτότητα, την οικοδόμηση κοινότητας και την αντίσταση στους κυρίαρχους πολιτισμικούς κανόνες 3. Πάνω από τα μισά ερωτηθέντα (56,9%) δηλώνουν ότι ακούνε ραπ επειδή «τους αρέσει ως ρυθμός», ενώ το 36,8% εξαιτίας των κοινωνικών και πολιτικών στίχων της και το 28,6% λόγω ταύτισης με τα βιώματα των rappers. Ακόμη κι αν η φόρμα της μουσικής παραμένει πόλος έλξης για μεγάλο μέρος του ακροατηρίου, το κοινωνικό-πολιτισμικό υπόβαθρο και ο διαχρονικός χαρακτήρας πολιτικής παρέμβασης της ραπ αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της συνολικότερης κουλτούρας που εκπροσωπεί. Αυτό διακρίνεται και από τις απαντήσεις στην ερώτηση γύρω από το πιο είναι το πιο θετικό χαρακτηριστικό της ραπ μουσικής όπου μόνο ένα 4,7% των ερωτηθέντων απαντούν ότι είναι η διασκέδαση, ενώ για το 26.9% είναι η αυθεντικότητα, για το 23,4% ο ρυθμός και η μουσική, για το 22,5% το storytelling και για το 18,4% ο σχολιασμός κοινωνικών γεγονότων. 

Μικρές υποσχέσεις ρήξης με τα αρχέτυπα του παρελθόντος

Ιστορικά η ραπ αρθρώθηκε ως μια μουσική με έμφαση στη στιχουργική, στο ευρύτερο πλαίσιο των τεσσάρων στοιχείων της κουλτούρας του χιπ χοπ, μαζί με το break dance, το djing και το γκραφίτι 4. Οι λόγοι του περιθωρίου βρέθηκαν εξαρχής στο επίκεντρο αυτής της μουσικής σκηνής κι εκφράστηκε μέσα από αυτό που σήμερα θα μπορούσαμε να αποκαλέσουμε μονοδιάστατες αναπαραστάσεις λαϊκής αρρενωπότητας.Ήταν οι άνδρες της λευκής εργατικής τάξης που συγκρότησαν το κυρίαρχο σώμα της λεγόμενης πολιτικοποιημένης ραπ σκηνής στην Ελλάδα. Δεν είναι τυχαίο ότι παρέες στα δυτικά προάστια έπαιξαν καθοριστικό ρόλο τις δύο πρώτες δεκαετίες της άνθισης του είδους στην Αθήνα και την Αττική. Όσον αφορά στο τι θα άλλαζαν στη ραπ μουσική τα ερωτηθέντα, είναι μόνο ένα μικρό ποσοστό (8,4%) που απορρίπτει την πολιτικοποίηση της ραπ και επιθυμεί να την βλέπει περισσότερο ως ψυχαγωγικό ή αισθητικό μέσο. Για το αν «θα έδιναν παραπάνω χώρο στις γυναίκες ράπερ», απαντάει θετικά ένα 25,9% των ανδρών και ένα 52,5% των γυναικών. Αντίστοιχα, για το αν «θα έκαναν πιο φιλικό τον χώρο για ΛΟΑΤΚΙΑ+ άτομα», ένα  6,8% των ανδρών και ένα 14,6% των γυναικών αποκρίνεται θετικά. Στο ζήτημα της «ενσωμάτωσης» γυναικών στη ραπ σκηνή γίνεται φανερό ότι υπάρχει πολύ μεγαλύτερη ρητή διεκδίκηση σε σχέση με τα ΛΟΑΤΚΙΑ+ άτομα, ακόμη κι αν οι ρίζες των αιτιών που εκτοπίζουν και τις δύο αυτές ομάδες, που συχνά επικαλύπτονται, είναι οι ίδιες πατριαρχικές δομές που διαπερνούν την κοινωνία και κατ’επέκταση κοινότητες και μουσικές όπως η ραπ. Αυτό φανερώνει πώς η απάντηση στο μισογυνισμό είναι ένα κοινό έδαφος πολύ περισσότερο σε σχέση με την απάντηση στην ομο/τρανσφοβία. Επίσης γίνεται σαφές ότι τα αντανακλαστικά των γυναικών είναι πολύ πιο γρήγορα σε σχέση με αυτά των ανδρών, αφού όσον αφορά στην επιθυμία μετασχηματισμών οι γυναίκες εμφανίζουν υπερδιπλάσια νούμερα.

Καταληκτικές σκέψεις

Τα αποτελέσματα της έρευνα “Rapture”, δείχνουν ότι η ραπ παραμένει βαθιά πολιτική και λειτουργεί ως ένας τόπος κοινοτικός αλλά και ως πλατφόρμα έκφρασης και ανάδειξης ζητημάτων όπως τα πολιτικά αδιέξοδα, η φτώχεια, η κοινωνική αδικία. Ένα μεγάλο μέρος των ιστοριών γύρω από τα πρώτα βήματα της ραπ στην Ελλάδα έχουν μελετηθεί 5, ενώ τα τελευταία χρόνια ανοίγουν σταδιακά πεδία εσωτερικής κριτικής και θεσιακών ανακατατάξεων στο είδος, προβληματοποιώντας σεξιστικές και ομο/τρανσφοβικές τάσεις 6 που παλαιότερα καταγράφονταν άλλοτε ως σιωπηροί ή χαμηλόφωνοι προβληματισμοί κι άλλοτε ως μοναχικές παρουσίες που διατάρασσαν την έμφυλη και φυλετική τάξη του λευκού cis ανδρικού σώματος που ράπαρε πάνω στη σκηνή. Δισκογραφικές δουλειές από τους Santa Barbarians, τον Νέγρο του Μοριά, το ντοκιμαντέρ “The Breath within the Beat” με τις Sara ATH, AEON και Dolly Vara που ετοιμάζεται αυτήν την περίοδο για να αναδείξει πτυχές της queer ραπ σκηνής, αλλά και η πρωτοβουλία“Stop Misogyny in(t)rap” της Sadahzinia φανερώνουν τη δέσμευση της ραπ σήμερα να παραμένει φωνή διαμαρτυρίας και διεκδίκησης με βάση τις ανάγκες της εποχής.

Η Μπέσυ Πολυκάρπου πραγματοποιεί τη διδακτορική της έρευνα στο Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. Αρθρογραφεί μεταξύ άλλων για ζητήματα όπως οι φεμινιστικές και αντιρατσιστικές διεκδικήσεις και οι πολλαπλές διαστάσεις της πολιτικής και έμφυλης βίας.

Αναφορές

Αγγελοπούλου, Μ., Καραμπεάζης, Α., Λιλής, Δ., Μαγιόπουλος, Τ., Νομικός, Μ., & Σβέρκος, Ν. (2013). Hip hop: Code of the streets. Αθήνα: Οξύ.

Σαββόπουλος, Κ. (2022). I still love H.E.R., Τι μου έμαθε για τον σεξισμό και την αρρενωπότητα η ραπ. Αθήνα: red n’ noir.

Τερζίδης, Χ. (2003). Το χιπχοπ δε σταματά. Αθήνα: Οξύ.

Efthymiou, A., &Stavrakakis, H. (2018). Rap in Greece: Gendered configurations of power in-between the rhymes. Journal of Greek Media & Culture, 4(2), 205–222. https://doi.org/10.1386/jgmc.4.2.205_1

Emdin, C. (2013). Pursuing the pedagogical potential of the pillars of hip-hop throughurban science education. International Journal of Critical Pedagogy, 4(3), 95-113. 

Gamble, S. (2024). How hip hop became the leading music genre in the digital streaming era: Sharing culture. In Digital flows: Online hip hop music and culture. Oxford University Press. https://doi.org/10.1093/oso/9780197656389.003.0002

Neal, M. A. (2004). What the music says: Race, gender, and rap’s global reach. Cultural Studies, 18(2), 73-91. https://doi.org/10.1080/09502380410001696004

Rose, T. (1994). Black noise: Rap music and Black culture in contemporary America. Middletown, CT: Wesleyan University Press.

Sadahzinia (2024, 4 Σεπτέμβριου). Για να εξηγούμαστε και να μην παρεξηγούμαστε! “Stop misogyny in (t)rap” Τεχνόπολη 8 Σεπτεμβρίου. YouTube. Διαθέσιμο στο σύνδεσμο: https://www.youtube.com/watch?v=yT55VwCQYAI

  1. Gamble 2024[]
  2. Neal 2004[]
  3. Rose 1994[]
  4. Emdin 2013: 87-93[]
  5. Αγγελοπούλου κ.ά. 2023, Τερζίδης 2003[]
  6. Efthymiou&Stavrakakis 2018, Σαββόπουλος 2022[]
Πολιτική Cookies