PROJECT: Ενοίκια στα Ύψη

PROJECT: Ενοίκια στα Ύψη

Κλείσιμο
Project: Ενοίκια στα Ύψη

5 σημεία για το ζήτημα της στέγασης στην Ελλάδα

1. Η στέγαση ως κοινωνικό αγαθό

Η στέγαση αποτελεί θεμελιώδη παράμετρο που επηρεάζει την καθημερινότητα και την κοινωνική κινητικότητα των ατόμων. Η πολιτεία δεν μπορεί να είναι αμέτοχη, ιδιαίτερα όταν κάποιες ομάδες δεν έχουν καθόλου πρόσβαση στην κατοικία ή όταν η πρόσβασή τους αφορά κατοικία χαμηλής ποιότητας.

Ο κοινωνικός χαρακτήρας της στέγασης αναδείχθηκε με την ανάπτυξη του βιομηχανικού καπιταλισμού. Χρειάστηκαν, όμως, πολλοί αγώνες από εκείνους και εκείνες που στεγάζονταν σε προβληματικές συνθήκες και μεγάλες αλλαγές στους πολιτικούς συσχετισμούς, ώστε η κατοικία να νοηματοδοτηθεί ως κοινωνικό αγαθό.

Η στέγαση ως κοινωνικά παρεχόμενο αγαθό εδραιώθηκε με την ανάπτυξη του κράτους πρόνοιας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και συνδέεται με την πιο ισομερή κατανομή εισοδημάτων και πλούτου από τη δεκαετία του 1920 μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του 1970 1. Η στεγαστική πολιτική εκφράστηκε από τη σημαντική ανάπτυξη του τομέα κοινωνικής κατοικίας μέσα από την κατασκευή μεγάλου αποθέματος δημόσιων κατοικιών σε προσιτά επίπεδα ενοικίου, κυρίως στις χώρες της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης.

Στη Νότια Ευρώπη η περιορισμένη βιομηχανική ανάπτυξη και η μετανάστευση εργατικών χεριών προς το Βορρά έκανε λιγότερο πιεστική την παροχή κατοικίας για τα εργατικά στρώματα, με αποτέλεσμα να αναπτυχθούν πολύ μικρότεροι τομείς κοινωνικής κατοικίας στο πλαίσιο των τοπικών ελλειμματικών κρατών πρόνοιας 2. Οι ανάγκες στέγασης στο Νότο της Ευρώπης καλύφθηκαν, σε μεγάλο βαθμό, με εναλλακτικούς τρόπους, που υποκαθιστούσαν τις προνοιακές δομές και στηρίζονταν στην πρωτοβουλία των ίδιων των οικιστών, στους οργανωτικούς και άλλους πόρους των οικογενειών τους και στις πολιτικές που τους έκαναν βιώσιμους.

2. Οι τρόποι στέγασης που ακολούθησε η Ελλάδα

Στην Ελλάδα, κυριάρχησαν αυτοί οι «εναλλακτικοί» τρόποι κάλυψης των αναγκών στέγασης 3. Κύριες μορφές τους, στη μεταπολεμική περίοδο, ήταν η λαϊκή περιφερειακή αυτοστέγαση και η αντιπαροχή 4.

Η πρώτη αποτέλεσε λύση πρώτης εγκατάστασης για τους φτωχούς εσωτερικούς μετανάστες που, μέσα στις ταραγμένες μετεμφυλιακές συνθήκες, λειτούργησε και ως διαδικασία πολιτικής πειθάρχησης με αντίτιμο την πρόσβαση στην ιδιοκατοίκηση 5.

Η δεύτερη μορφή -η αντιπαροχή- αύξησε σημαντικά την προσφορά στέγης, καθιστώντας τη προσιτή σε πολύ μεγάλο μέρος του κοινωνικού φάσματος 6.

Η πολιτεία προστάτευσε τους μικρούς παίκτες στην οικονομία της οικοδομής (μικροϊδιοκτήτες γης και μικροεργολάβοι) από τον ανταγωνισμό των μεγαλύτερων (τράπεζες, μεγαλοϊδιοκτήτες και μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες) και δημιούργησε ευνοϊκές συνθήκες για τη μαζική παραγωγή προσιτής στέγης 7.

Η πρόσβαση στην ιδιοκατοίκηση ήταν συστατικό στοιχείο της κοινωνικά αναδιανεμητικής πολιτικής που ακολουθήθηκε την πρώτη μεταπολεμική περίοδο με στόχο την πολιτική σταθεροποίηση μέσα από τους μηχανισμούς του πελατειακού κράτους, το οποίο παρέμενε κυρίαρχο προδιαγράφοντας ρόλους και όρια για όλους τους εμπλεκόμενους.

3. Από το κράτος πρόνοιας στον νεοφιλελευθερισμό

Από τη δεκαετία του 1970, οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές έγιναν απόλυτα κυρίαρχες. Σήμερα, μετά τη συρρίκνωση του κράτους πρόνοιας, ανακάμπτουν οι κοινωνικές ανισότητες, που τείνουν να επανέλθουν στα εξαιρετικά υψηλά επίπεδα των αρχών του 20ου αιώνα 8. Η στέγαση υπήρξε μία από τις κεντρικές συνιστώσες συρρίκνωσης των προνοιακών παροχών.

Η υποχώρηση του κράτους πρόνοιας, καταρχάς, άφησε ακάλυπτο μεγάλο αριθμό ατόμων που στεγάζονται με προβληματικό τρόπο. Παράλληλα, συνοψίζοντας τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη για τη στεγαστική πολιτική -δηλαδή τον περιορισμό του αριθμού των ωφελούμενων σε εκείνους που «πραγματικά» έχουν ανάγκη- οδήγησε και σε σημαντική επιδείνωση της κατάστασης για όσους εξακολουθούν να παραμένουν ωφελούμενοι.

Αναγνωρίζοντας ως ωφελούμενους μόνον όσους βρίσκονται σε απόλυτη ένδεια, οι περιοχές κοινωνικής κατοικίας μετατρέπονται σε περιοχές ορατής φτώχειας, κοινωνικού αποκλεισμού και συχνά στιγματισμού.

Η τύχη πολλών συγκροτημάτων κοινωνικής κατοικίας στη Δυτική Ευρώπη εικονογραφούν μια τέτοια πορεία 9.

Στη Νότια Ευρώπη, οι αλλαγές ήταν πιο ήπιες, τουλάχιστον μέχρι την κρίση του 2010. Η αποβιομηχάνιση είχε λιγότερες συνέπειες επειδή η βιομηχανία ήταν συγκριτικά περιορισμένη. Για τον Ευρωπαϊκό Νότο, οι πολιτικές σύγκλισης της ΕΕ, που μεταφράζονταν σε σημαντική εξωτερική χρηματοδότηση, μείωσαν τις συνέπειες της οικονομικής αναδιάρθρωσης, τουλάχιστον όσο η κοινοτική πολιτική ακολουθούσε στόχους κοινωνικής και εδαφικής σύγκλισης. Όμως, με την αναγωγή της ανταγωνιστικότητας σε πρόταγμα της ΕΕ, οι Κοινοτικές χρηματοδοτήσεις είχαν πλέον ως προϋπόθεση την υιοθέτηση οικονομικών πολιτικών εναρμονισμένων με τους νέους Κοινοτικούς στόχους. Στην Ελλάδα, η σχετική πορεία σημαδεύτηκε από την πολιτική του εκσυγχρονισμού, η οποία συνδέθηκε με την είσοδο στη ζώνη του ευρώ και κατέληξε στην πολιτική της ήπιας προσαρμογής στην αρχή της κρίσης και στις πολιτικές των μνημονίων στη συνέχεια.

Προηγουμένως (δεκαετία του 1990) υπήρξε μεγάλη μείωση των τραπεζικών επιτοκίων και έκρηξη του στεγαστικού δανεισμού, που αύξησε την αγοραστική δύναμη των μεσαίων και υψηλών-μεσαίων στρωμάτων. Αυτό οδήγησε στη ραγδαία αύξηση των τιμών και στη διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων όσον αφορά την πρόσβαση στην ιδιοκατοίκηση 10.

Οι κοινωνικές ανισότητες στη στέγαση, αλλά και συνολικότερα, ενισχύθηκαν σημαντικά στη δεκαετία του 1990 και από την έλευση σημαντικού αριθμού φτωχών μεταναστών. Οι μετανάστες αυτοί, στην πλειονότητά τους ενίσχυσαν τις γραμμές των φτωχών ενοικιαστών, για τους οποίους η προστασία είχε περιοριστεί στο ελάχιστο, με την πλήρη κατάργηση του ενοικιοστασίου και την εξαφάνιση από τη δημόσια σκηνή του συνδικαλιστικού τους οργάνου. Στεγάστηκαν σε κατοικίες χαμηλής ποιότητας είτε στην περιφέρεια των πόλεων και σε αγροτικές περιοχές, είτε στα μικρά διαμερίσματα των κάτω ορόφων στις πυκνοδομημένες γειτονιές του κέντρου της Αθήνας και μερικών ακόμη μεγάλων πόλεων 11.

Στη δεκαετία του 1990, η αύξηση των κοινωνικών ανισοτήτων και των προβλημάτων πρόσβασης σε ικανοποιητικές συνθήκες κατοικίας δεν έγιναν ιδιαίτερα ορατές. Επρόκειτο για περίοδο οικονομικής ανάπτυξης, με σχετικώς χαμηλή ανεργία, ακόμη και για τους μετανάστες που έβρισκαν κάποια θέση στην αγορά εργασίας. Για τα γηγενή λαϊκά στρώματα, η περιορισμένη γεννητικότητα και η γεωγραφική τους σταθεροποίηση από τη δεκαετία του 1980, μείωνε την πίεση των στεγαστικών αναγκών.

4. Η στέγαση την εποχή της κρίσης

Η κρίση του 2010 είχε αμφίσημες επιπτώσεις στη στέγαση. Από τη μία, πάγωσε για αρκετά χρόνια τις μεταβιβάσεις ακινήτων και διατήρησε τις υπάρχουσες ισορροπίες. Από την άλλη, φτωχοποίησε σημαντικό τμήμα του πληθυσμού που ανέπτυξε στρατηγικές επιβίωσης, επηρεάζοντας σημαντικά την αγορά κατοικίας. Πολλοί άνθρωποι μετακινήθηκαν σε μικρότερες κατοικίες, είτε συγκατοίκησαν με άλλους συγγενείς. Όσοι δεν είχαν τέτοιες επιλογές, διαπραγματεύθηκαν χαμηλότερα ενοίκια, αφού και η συνολική ζήτηση δεν ανταποκρινόταν στα προηγούμενα επίπεδα. Στην αναπροσαρμογή των ενοικίων συνετέλεσε και η κοινωνική φυσιογνωμία των ιδιοκτητών στην Ελλάδα. Οι μικροϊδιοκτήτες, που αποτελούν και τη μεγάλη πλειονότητα, είναι συνήθως εξαρτημένοι από το πρόσθετο εισόδημα που τους προσφέρουν τα λίγα ακίνητα που διαθέτουν. Συνυπολογίζοντας και τη μεγάλη αύξηση στη φορολογία κατοχής ακινήτων από το 2011, οι μικροϊδιοκτήτες πιέστηκαν να αποδέχονται τις μειώσεις ενοικίου και να αφήνουν τις ιδιοκτησίες τους κενές μόνον όταν δεν υπήρχε καμία εναλλακτική επιλογή.

Η κρίση υποβάθμισε τις στεγαστικές συνθήκες και δημιούργησε ιδιαίτερα προβληματικές καταστάσεις στο κάτω άκρο του κοινωνικού φάσματος, όπως μαρτυρά και ο αυξημένος αριθμός αστέγων, που δεν αποτελούν πλέον μια περιθωριακή ομάδα 12. Ωστόσο, στα πρώτα χρόνια της, τουλάχιστον, δεν προκάλεσε μαζική απώλεια μικροϊδιοκτησιών λόγω της στάσης στην αγορά ακινήτων.

Οι πολιτικές για την κατοικία δεν άλλαξαν κατά την πρώτη περίοδο της κρίσης. Συνεχίστηκε η απουσία πολιτικών στήριξης για πρόσβαση σε ικανοποιητικές συνθήκες κατοικίας με την υπόρρητη υπόθεση ότι τα προβλήματα στέγασης σε μεγάλο βαθμό εξακολουθούν να λύνονται μόνα τους 13.

Με την πολιτική αλλαγή του 2015 διαφοροποιήθηκε η αντιμετώπιση της στέγασης, με καταλύτη τις αυξημένες προσφυγικές ροές. Η στέγαση των προσφύγων δεν μπορούσε να αφεθεί χωρίς οργανωμένη λύση, ακόμη και σε μια χώρα με παραδοσιακή απουσία πολιτικών στέγασης και υποδοχής μεταναστών. Η διόγκωση του αριθμού των αστέγων προσέδωσε μεγαλύτερη ορατότητα και κοινωνική χροιά στο ζήτημα της κατοικίας, έστω και αν αντιμετωπιζόταν παγίως ως ατομική/οικογενειακή υπόθεση.

Ωστόσο, η αντιμετώπιση του ζητήματος της στέγασης παρέμεινε μάλλον αμήχανη και αποσπασματική 14. Για την κατοικία των προσφύγων, οι περιορισμένοι πόροι και το δυσανάλογο βάρος που επωμίστηκε η Ελλάδα στο εσωτερικό της ΕΕ, οδήγησαν στη χρήση εξωτερικών χρηματοδοτήσεων και οργανωτικής και άλλης βοήθειας από διεθνείς οργανισμούς και ΜΚΟ 15. Το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε ως έκτακτο που θα εξέλειπε με την αποχώρηση του προσωρινού πληθυσμού που αφορούσε, κάτι που συνέβαλε στο να γίνουν αποδεκτές και οι λύσεις στρατοπεδικού χαρακτήρα.

Η στέγαση των προσφύγων ανέδειξε την αδυναμία συγκροτημένης διαχείρισης ενός προβλήματος λιγότερο προσωρινού και έκτακτου από όσο αντιμετωπίζεται. Σημαντικό τμήμα των προσφύγων δεν θα φύγει τελικά από την Ελλάδα, ενώ ανάλογο πρόβλημα αντιμετωπίζουν και άλλες ευάλωτες ομάδες. Η αδυναμία αφορά τους περιορισμένους οικονομικούς πόρους και την απουσία οργανωτικής εμπειρίας και τεχνογνωσίας σε ένα τομέα όπου η άμεση δημόσια παρέμβαση απουσιάζει επί δεκαετίες και όπου οι κρατικές οργανωτικές δομές, που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στη διαμόρφωση στεγαστικών πολιτικών και παρεμβάσεων (ΟΕΚ και ΔΕΠΟΣ), καταργήθηκαν στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας.

Η τοπική αυτοδιοίκηση ενεπλάκη στη στέγαση των προσφύγων, αλλά σε συνθήκες απουσίας εθνικής στεγαστικής πολιτικής. Ο Δήμος Αθηναίων, για παράδειγμα, ανέπτυξε σημαντικές και καινοτόμες πρωτοβουλίες σε αυτό το πεδίο, ενώ άλλοι δήμοι απέφυγαν να εμπλακούν ακολουθώντας μια ξενοφοβική αντιμετώπιση.

Η αντιμετώπιση του ζητήματος της στέγασης των προσφύγων θα ήταν πιο αποτελεσματική, αν είχε εγγραφεί σε ένα συνολικό πλαίσιο πολιτικών για την παροχή αξιοπρεπών συνθηκών κατοικίας σε όλες τις ομάδες που χρειάζονται στήριξη 16. Οι δράσεις που αναπτύχθηκαν για ευάλωτες ομάδες, όπως οι άστεγοι 17, παραμένουν περιορισμένες και αποσπασματικές. Η επιδότηση ενοικίου αποτελεί ευρύτερη παρέμβαση, όσον αφορά τον αριθμό ωφελούμενων και την απαιτούμενη δαπάνη, που θεσμοθετήθηκε μετά την απαλλαγή από τις δεσμεύσεις των μνημονίων. Αποτελεί θετικό μέτρο σε μια χώρα όπου η στεγαστική στήριξη ήταν ετεροβαρής υπέρ των ιδιοκατοίκων 18, ενώ οι πλέον ευάλωτοι βρίσκονται πάντοτε μεταξύ των ενοικιαστών 19.

5. Νέες κατευθύνσεις για τη στεγαστική πολιτική

Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, γενική τάση αποτελεί η μείωση του δημόσιου αποθέματος κατοικιών προς ενοικίαση, είτε με την πώλησή τους, είτε με την κατεδάφιση παλαιών συγκροτημάτων. Η πολιτική αυτή στοχεύει στην απεμπλοκή του κράτους από το σημαντικό κόστος της κοινωνικής κατοικίας, με την υπόθεση ότι οι περισσότεροι μπορούν να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες στέγασής τους μέσω της ελεύθερης αγοράς.

Για τα προβλήματα των πιο ευάλωτων ομάδων αναπτύχθηκαν πολιτικές που θα εμπόδιζαν τη χωρική συγκέντρωσή τους μέσω της κατεδάφισης συγκροτημάτων ή με την επιβολή ελάχιστου ποσοστού προσιτής κατοικίας στα νέα προγράμματα οικοδόμησης. Όμως, ο χωρικός διαμοιρασμός της φτώχειας με την κατεδάφιση συγκροτημάτων δημιουργεί προβλήματα επιβίωσης, καταστρέφοντας συχνά τα κοινωνικά δίκτυα των φτωχότερων, ενώ η επιβολή ποσοστού κοινωνικής κατοικίας στις νέες οικοδομές αποδείχθηκε δύσκολο να εφαρμοστεί.

Παράλληλα, οι αυξανόμενες κοινωνικοχωρικές ανισότητες δημιουργούν προβλήματα στέγασης και για ευρύτερες κοινωνικές ομάδες. Νέα νοικοκυριά δασκάλων, νοσοκόμων, αστυνομικών, για παράδειγμα, αδυνατούν να στεγαστούν κοντά στις περιοχές όπου καθημερινά προσφέρουν τις υπηρεσίες τους, όπως στα κέντρα του Παρισιού, του Λονδίνου και πολλών άλλων μεγάλων μητροπόλεων. Οι διαδικασίες εξευγενισμού 20, που προκαλούν το πρόβλημα, δυσκολεύουν τη χάραξη και υλοποίηση αποτελεσματικών πολιτικών κοινωνικής κατοικίας.

Εάν η χάραξη πολιτικής κατοικίας έχει γίνει δυσκολότερη στις χώρες που είχαν ανεπτυγμένο κράτος πρόνοιας, στην Ελλάδα είναι ακόμη πιο δύσκολη, λόγω της απουσίας υποδομής κοινωνικής κατοικίας, θεσμικών οργάνων και τεχνογνωσίας για τις απαιτούμενες διαδικασίες. Από την άλλη, το στεγαστικό δεν αποτελεί ζήτημα στην πολιτική και κοινωνική ημερήσια διάταξη 21, ενώ η Ελλάδα δεν αντιμετωπίζει προβλήματα γκετοποίησης φτωχών ομάδων σε περιοχές ακραίας αποστέρησης συνυφασμένα με μεγάλα συγκροτήματα κοινωνικής κατοικίας παλαιού τύπου.

Σήμερα δεν μπορούν να αναπτυχθούν πολιτικές που ανήκουν σε άλλες εποχές του κράτους πρόνοιας. Οι απαιτούμενοι πόροι δεν είναι διαθέσιμοι, ενώ και το μακροπρόθεσμο αποτέλεσμά τους αποδείχθηκε προβληματικό.

Υπάρχουν όμως πολλά στοιχεία από την παράδοση των προνοιακών πολιτικών που δεν πρέπει να απορριφθούν. Για παράδειγμα, η απεύθυνση μέτρων σε ένα ευρύ φάσμα ωφελούμενων εξυπηρετεί όχι μόνο την αποφυγή του στιγματισμού, αλλά και την προσέγγιση της κατοικίας ως οικουμενικού κοινωνικού αγαθού.

Σημαντική πτυχή των πολιτικών στέγασης είναι η κοινωνική στόχευση που θα πρέπει να συνδυάζει την πρωταρχική εξυπηρέτηση όσων έχουν τη μεγαλύτερη ανάγκη με τις στεγαστικές ανάγκες και δυνατότητες εισφοράς ευρύτερων ομάδων, εμπλέκοντας κοινωνικά διαφορετικές ομάδες σε κοινές και βιώσιμες λύσεις με στόχο την κοινωνική ανάμιξη και συμβίωση.

Οι σημερινές συνθήκες σχεδιασμού και υλοποίησης πολιτικών για τη στέγαση υπερβαίνουν το παλαιό προνοιακό πρότυπο και τη σχέση παρόχου και δικαιούχων. Οι δρώντες στις σχετικές διαδικασίες είναι πλέον περισσότεροι και οι συνθήκες στις αγορές γης και κατοικίας πιο ευμετάβλητες. Αυτό σημαίνει ότι τα σημερινά προβλήματα δεν επιδέχονται απλές και μονοδιάστατες λύσεις. Έτσι, η επιδότηση ενοικίου, που αποτελεί το βασικό μέτρο στεγαστικής πολιτικής, είναι αμφίβολο αν μπορεί από μόνη της να φέρει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, ακόμη και αν η παρούσα κυβέρνηση δεν της είχε περικόψει σημαντικά τους πόρους.

Όλα τα παραπάνω συνηγορούν για την ανάπτυξη στεγαστικής πολιτικής στην Ελλάδα, η οποία δεν θα επικεντρώνεται αποκλειστικά στη στέγαση και στο δίπτυχο παροχή-δικαιούχοι. Η στεγαστική στήριξη θα πρέπει να συνδέεται με άλλα μέτρα που διευκολύνουν την ένταξη των δικαιούχων στις τοπικές κοινωνίες (αγορά εργασίας, τοπικά δίκτυα αλληλεγγύης, επιμόρφωση κ.λπ.) στις κεντρικές γειτονιές της Αθήνας, στη περιφέρεια μιας μικρής πόλης ή στο χωριό.

Το γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια δεν έχει αναπτυχθεί μια συνολική αντιμετώπιση τέτοιου χαρακτήρα, είναι ίσως μια χαμένη ευκαιρία. Το θετικό πολιτικό κλίμα που δημιούργησε η πολιτική αλλαγή του 2015 για την ανάπτυξη κοινωνικής πολιτικής –έστω και στα στενά περιθώρια των μνημονίων– και η άνθιση πρωτοβουλιών αλληλεγγύης μαζί με τη διεθνή συμπαράσταση και χρηματοδότηση, βοήθησαν την ανάπτυξη σχημάτων στεγαστικής στήριξης και κοινωνικής ένταξης. Σημαντικός πόρος που θα μπορούσε να συμβάλλει στη βιωσιμότητα ενός τέτοιου προγράμματος σε επιβαρυμένες περιοχές του κέντρου της Αθήνας είναι ο μεγάλος αριθμός κενών κατοικιών 22. Οι κενές κατοικίες, εκτός από απαραίτητος φυσικός υποδοχέας για ένα πρόγραμμα στήριξης, έχουν το προσόν ότι είναι διάσπαρτες μέσα στον αστικό ιστό, κάτι που εμποδίζει τη στιγματιστική χωρική συγκέντρωση των δικαιούχων.

Η «χαμένη ευκαιρία» αναφέρεται στο ότι οι συνθήκες στην αγορά κατοικίας αλλάζουν γρήγορα. Η τουριστική ελκυστικότητα της χώρας έχει αυξηθεί πολύ, με αποτέλεσμα να αυξηθεί σημαντικά η ζήτηση καταλυμάτων σε περιοχές όπως το κέντρο της Αθήνας και ορισμένα νησιά. Οι ξενοδοχειακές κλίνες δεν καλύπτουν τη ζήτηση, με αποτέλεσμα ένα σημαντικό τμήμα του οικιστικού αποθέματος να εγκαταλείπει την αγορά ενοικιαζόμενης κατοικίας. Οι πλατφόρμες βραχυχρόνιας μίσθωσης διευκόλυναν τις σχετικές μεταβολές, οδηγώντας και σε σημαντική αύξηση των συμβατικών ενοικίων 23. Οι εξελίξεις αυτές δυσκόλεψαν τη συνεργασία με τους μικροϊδιοκτήτες κατοικιών, βασικό παράγοντα των δυνητικών προγραμμάτων στέγασης και κοινωνικής ένταξης στην Ελλάδα, καθώς η αγορά τους ώθησε προς άλλες κατευθύνσεις. Η πιο αρνητική δυνητική εξέλιξη είναι ο εκτοπισμός εκείνων που ζουν σε επισφαλείς συνθήκες στα μικρά διαμερίσματα των κάτω ορόφων στις πολυκατοικίες της αντιπαροχής στο κέντρο της Αθήνας, τα οποία είναι ευεπίφορα να προσανατολιστούν στη βραχυχρόνια μίσθωση. Για τον ευάλωτο αυτό πληθυσμό δεν υπάρχει ούτε προστασία, ούτε προφανής εναλλακτική λύση 24.

Η πανδημία ανακάτεψε και πάλι τα χαρτιά. Όπως και η κρίση, είχε αρχικώς αμφίσημες επιπτώσεις. Ανέκοψε τις επενδύσεις στα μικρά διαμερίσματα και τον κίνδυνο έξωσης των φτωχών ενοικιαστών, αλλά ταυτόχρονα «μένοντας σπίτι» επιβάρυνε πολύ περισσότερο όσους έπρεπε να περιοριστούν σε ένα μικρό χώρο, χαμηλής ποιότητας και υπερπλήρη 25. Ταυτόχρονα αύξησε άνισα τη στεγαστική επισφάλεια όσων ήταν εκτεθειμένοι και σε μεγαλύτερη εργασιακή επισφάλεια. Σύμφωνα με τις κυβερνητικές επιλογές, το μέλλον προοιωνίζεται έμφαση στην επανεκκίνηση της οικονομίας. Η διασφάλιση του δικαιώματος αξιοπρεπούς διαβίωσης –όπου περιλαμβάνονται και οι αποδεκτές συνθήκες στέγασης– μοιάζει στόχος που αναμένεται να προκύψει από την ανάπτυξη, ενώ δεν είναι απίθανο οι κοινωνικοί στόχοι να αντιμετωπιστούν και ως εμπόδια για την οικονομική επανεκκίνηση.

Η συνολική πορεία του στεγαστικού ζητήματος τις τελευταίες δεκαετίες και οι πρόσθετες δυσκολίες που έφεραν οι διαδοχικές κρίσεις της δεκαετίας του 2010, δείχνουν σαφώς ότι η πρόσβαση στην κατοικία δεν είναι πρόβλημα που μπορεί να λυθεί μόνο του. Χρειάζονται συνολικές πολιτικές στέγασης και κοινωνικής ένταξης για όσους ανθρώπους η αγορά αφήνει στο περιθώριο ή στεγάζει με προβληματικό τρόπο, εκτός αν επιστρέψουμε σε παραδοσιακές συντηρητικές αντιλήψεις και δεχτούμε ότι όσες και όσοι δεν τα βγάζουν πέρα είναι άξιοι της τύχης τους.


Σημειώσεις

  1. T. Piketty. Capital in the 21st Century. Cambridge MA, Harvard University Press, 2014 and Β. Milanovic. Global Inequality. A New Approach for the Age of Globalization. Cambridge MA: Belknap/Harvard University Press, 2016.[]
  2. M. Ferrera. The ‘Southern’ model of welfare in social Europe, Journal of European Social Policy, 6(1), 1996: 17-37. and Τ. Maloutas, J. Allen, J. Barlow, J. Leal, L. Padovani. Housing and Welfare in Southern Europe. Oxford: Blackwell, 2004.[]
  3. Θ. Μαλούτας, Δ. Οικονόμου (επιμ.). Προβλήματα ανάπτυξης του κράτους πρόνοιας στην Ελλάδα. Χωρικές και τομεακές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εξάντας, 1988.[]
  4. L. Leontidou. The Mediterranean city in transition. Cambridge: Cambridge University Press, 1990. και Σ. Αντωνοπούλου. Ο Μεταπολεμικός Μετασχηματισμός Της Ελληνικής Οικονομίας Και Το Οικιστικό Φαινόμενο 1950-1980. Αθήνα: Παπαζήσης, 1991.[]
  5. Κ. Κάλφα. Ο ρόλος Αμερικανών συμβούλων για ζητήματα στέγασης στη διαμόρφωση της Ελληνικής στεγαστικής πολιτικής, ανακοίνωση στην ημερίδα Πολιτικές (αυτο-)στέγασης: Ελληνικό μεταπολεμικό κράτος και η Αμερικανική παροχή βοήθειας. Ιστορικό Αρχείο ΕΚΠΑ, 25 Σεπτεμβρίου 2018.[]
  6. Θ. Μαλούτας. Η αντιπαροχή, στο Γεωργακόπουλος Θ. 10 μεταρρυθμίσεις που άλλαξαν την Ελλάδα. Αθήνα: Διανέοσις, 2021, σσ. 161-189.[]
  7. Δ. Οικονόμου. Σύστημα γης και κατοικίας στη μεταπολεμική Ελλάδα, στο Θ. Μαλούτας και Δ. Οικονόμου, Προβλήματα ανάπτυξης του κράτους πρόνοιας στην Ελλάδα. Χωρικές και τομεακές προσεγγίσεις. Αθήνα: Εξάντας, 1988, σ.σ. 57-113.[]
  8. T. Piketty. Capital in the 21st Century. Cambridge MA, Harvard University Press, 2014.[]
  9. D.B. Hess, Τ. Tammaru, Μ. Van Ham, (eds). Housing estates in Europe. Poverty, ethnic segregation and policy challenges. Cham: Springer, 2018.[]
  10. D. Emmanuel. Socio-economic inequalities and housing in Athens: Impacts of the monetary revolution of the 1990s, The Greek Review of Social Research, 113, 2004: 121-143.
    και D. Emmanuel. The Greek system of homeownership and the post-2008 crisis in Athens, Région et Développement, 39, 2014: 167-182.[]
  11. Δ. Μπαλαμπανίδης. Η στέγαση των μεταναστών πριν και μετά το ξέσπασμα της κρίσης: Ατομικές στεγαστικές στρατηγικές, ελεύθερη αγορά, δημόσιες πολιτικές και κοινωνία των πολιτών, στο Κουραχάνης, Ν. Κατοικία και κοινωνία. Προβλήματα, πολιτικές και κινήματα. Αθήνα: Διόνικος, 2019, σσ. 381-404.[]
  12. V. Arapoglou and K. Gounis. Contested Landscapes of Poverty and Homelessness in Southern Europe Reflections from Athens. London: Palgrave Macmillan, 2017.[]
  13. Φ. Βαταβάλη, Ε. Χατζηκωνσταντίνου. Κατοικία και πρόσβαση στην ενέργεια: Νέα φαινόμενα και απαντήσεις σε ένα μεταβαλλόμενο τοπίο, στο Κουραχάνης, Ν. Κατοικία και κοινωνία. Προβλήματα, πολιτικές και κινήματα. Αθήνα: Διόνικος, 2019, σσ. 97-120.[]
  14. Ν. Κουραχάνης. Κοινωνικές πολιτικές στέγασης. Η Ελληνική υπολειμματική προσέγγιση. Αθήνα: Παπαζήσης, 2017.[]
  15. Ν. Κουραχάνης. Πολιτικές στέγασης αιτούντων άσυλο, στο Κουραχάνης, Ν. Κατοικία και κοινωνία. Προβλήματα, πολιτικές και κινήματα. Αθήνα: Διόνικος, 2019, σσ. 303-332.[]
  16. Σ. Καμπουρίδης, Γ. Πλατήνερος. Η αναγκαιότητα μιας εθνικής στρατηγικής για την αντιμετώπισης της αστεγίας, στο Κουραχάνης, Ν. Κατοικία και κοινωνία. Προβλήματα, πολιτικές και κινήματα. Αθήνα: Διόνικος, 2019, σσ. 173-200.[]
  17. K. Δημουλάς, Β. Αράπογλου, Κ. Γκούνης, Κ. Ρίτσαρντσον. Πιλοτική Καταγραφή Αστέγων στους Δήμους Αθηναίων, Θεσσαλονίκης, Πειραιώς, Ηρακλείου, Ιωαννίνων, Νέας Ιωνίας και Τρικκαίων. Αθήνα: Πάντειο Πανεπιστήμιο, 2018.[]
  18. Δ. Εμμανουήλ, Σ. Βελίδης, Ε. Στρουσοπούλου. Η στέγαση των χαμηλών εισοδημάτων στην Ελλάδα. Αθήνα: ΔΕΠΟΣ, 1996.[]
  19. Α. Σαπουνάκης, Ε. Κομνηνού. Το ζήτημα των εξώσεων στην Ελλάδα, στο Κουραχάνης, Ν. Κατοικία και κοινωνία. Προβλήματα, πολιτικές και κινήματα. Αθήνα: Διόνικος, 2019, σσ. 77-96.[]
  20. gentrification L. Lees, T. Slater, E. Wyly. Gentrification. London: Routledge, 2008.[]
  21. Δ. Σιατίτσα. Αιτήματα για το δικαίωμα στην κατοικία στις πόλεις της Νότιας Ευρώπης: Ο λόγος και ο ρόλος των κοινωνικών κινημάτων, Διδακτορική διατριβή. Τομέας Πολεοδομίας-Χωροταξίας, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, ΕΜΠ, 2014.[]
  22. Β. Αράπογλου, Δ. Σιατίτσα. “Πολιτικές Αξιοποίησης Κενών Κτιρίων Και Κατοικιών Για Την Κάλυψη Στεγαστικών Αναγκών.” στο Κουραχάνης, Ν. Κατοικία Και Κοινωνία. Προβλήματα, Πολιτικές Και Κινήματα. Αθήνα: Διόνικος, 2019, σ.σ. 201–26.[]
  23. D. Balampanidis, T. Maloutas, E. Papanzani, D. Pettas. Informal Urban Regeneration as a Way Out of the Crisis? Airbnb in Athens and its Effects on Space and Society, Urban Research & Practice. 14(3), 2019: 223-242.[]
  24. Θ. Μαλούτας. Η κοινωνική γεωγραφία της Αθήνας. Αθήνα: Αλεξάνδρεια, 2018.[]
  25. Γ. Κανδύλης. Όταν ο συνωστισμός μεταφέρθηκε στο σπίτι. Καθημερινή, 21/04/2020. και D. Siatitsa, T. Maloutas. Housing post COVID-19 – The Greek case, in Magnier A. (ed.) Housing policies in the time of pandemic. Firenze: Firenze University Press, (forthcoming).[]
Πολιτική Cookies