Μαρτυρία 1, 30 χρονών
Ήμουν 20 χρονών όταν είχα τη συγκεκριμένη σχέση, η οποία κράτησε περίπου τρία χρόνια. Κάτι που υπήρχε σίγουρα ήταν η προσπάθεια ελέγχου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ότι τις φορές που πρόσεχε ότι κάτι άλλαζε στην εμφάνισή μου, ότι κάτι το πρόσεχα πιο πολύ, κατευθείαν με κατηγορούσε ότι το κάνω για κάποιον άλλον πέρα απ’ αυτόν. Θυμάμαι είχε τύχει μια περίοδο να κάνω δίαιτα και είχα αδυνατίσει αρκετά, και εκείνος μου είχε πει ότι το κάνω επειδή πρόκειται να φυγω για το εξωτερικο και «αυτό που με ενδιαφέρει είναι να ειμαι ωραία για να μου την πέφτουν και μετά να τον κερατώσω».
Ζήλευε πολύ και δεν ηθελε να έχω άλλους άντρες γύρω μου. Θεωρούσε ότι όποιος με πλησίαζε το έκανε γιατί ήθελε να κάνει σεξ μαζί μου, με αποτέλεσμα εγώ να μην μπορώ να πω ότι «πάω για καφέ με τον τάδε φίλο μου» γιατί αυτόματα θα έλεγε ότι γκομενίζω. Είχα φτάσει σε σημείο κάποιους φίλους μου να τους έχω αποθηκευμένους στο κινητό με γυναικείο όνομα. Είχα εξάλλου βάσιμες υποψίες ότι ψάχνει το κινητό μου. Κατέληξα να τους βλέπω στα κρυφά και να μην του το λέω.
Άλλο παράδειγμα ήταν ότι προσπαθούσε να με περιορίσει όταν έβλεπε ότι κάποιες επιθυμίες μου ή κάποιες επιλογές που ήθελα να κάνω με απομάκρυναν από αυτόν. Εγώ έλεγα ότι ήθελα να κάνω μεταπτυχιακό σε μια συγκεκριμένη πόλη του εξωτερικού, σε ένα συγκεκριμένο πανεπιστήμιο κι εκείνος μου έλεγε ότι «στην πραγματικότητα δεν θες να κάνεις μεταπτυχιακό, δεν σε νοιάζει η σχολή, θες απλώς να πας σε άλλη πόλη για να είσαι μακριά μου, για να πηγαίνεις σε πάρτυ και να γνωρίζεις γκόμενους». «Σοβαρέψου και κάτσε στην Αθήνα να κάνεις μεταπτυχιακό και να είμαστε μαζί».
Παράλληλα, υπήρχαν συγκεκριμένες φίλες μου τις οποίες θεωρούσε «απειλές» γιατί καταλάβαινε ενδεχομένως ότι ήταν επικριτικές απέναντι στη σχέση μας. Τις είχε στοχοποιήσει βγάζοντάς τες «χαζές, ρηχές, εξωλης και προώλης». Ήταν τόσο επικριτικός απέναντί τους που ένιωθα πολύ άβολα να του πω ότι έχω βγει μαζί τους. Δηλαδή μπορεί να έλεγα «είμαι με την τάδε» και μετά να τον έβλεπα και να με ρωτούσε κατευθείαν «τι σου είπε για μένα».
Δημιουργούσε ένα κλίμα τόσο επικριτικό και τόσο εχθρικό απέναντί τους, του στιλ «ή αυτές ή εγώ» που ένιωθα άβολα να τις συναντήσω μόνη μου (ή να του πω οτι τις συνάντησα) γιατί ήξερα ότι μετά θα είναι στραβωμένος.
Σωματική βία δεν υπήρχε, υπήρχε όμως λεκτική.
Μια διαρκής υποτίμηση του μυαλού μου και της εμφάνισής μου, μια διαρκής προσπάθεια να μου δείξει πόση ανάγκη τον είχα και πόσο καλός ήταν που ασχολιόταν μαζί μου.
Θυμάμαι ένα περιστατικό όπου ήμασταν στο αμάξι μαζί και είχαμε καβγαδίσει. Ο λόγος ήταν ότι είχα αναφέρει το όνομα ενός τύπου και εκείνος άρχισε να μου λέει «ποιος είναι αυτός, γιατί δεν τον έχω ξανακούσει, είναι πρώην σου;». Στην αρχή του έλεγα ότι δεν έχει σημασία γιατί είναι παλιά ιστορία, μα εκείνος επέμενε και φώναζε μέχρι που του είπα «ναι, τα είχα μαζί του πριν σε γνωρίσω». Και θύμωσε μαζί μου επειδή είχα ερωτική σχέση με άλλον πριν από αυτόν, μου είπε ότι «τον ξενερώνω», άρχισε να τρέχει πολύ με το αμάξι και δε σταματούσε στα φανάρια παρότι του φώναζα γιατί φοβόμουν.
Το περίεργο είναι ότι αν με ρωτούσες τότε, δεν θα σου έλεγα ότι έχω μια κακή σχέση. Όταν χώρισα ένιωθα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά, ότι ήθελα να απελευθερωθώ από αυτό το πράγμα. Αλλά ακόμα και τότε κατηγορούσα τον εαυτό μου που θέλω να τον αφήσω και που δεν είμαι ευχαριστημένη με έναν άνθρωπο που μ’ αγαπάει τόσο πολύ και με προσέχει παρά τα ελαττώματά μου και τα στραβά μου.
Το ένστικτό μου μου έλεγε να φύγω αλλά εγώ κατηγορούσα τον εαυτό μου.
Ακριβώς γι’ αυτό ο χωρισμός μού ήταν φοβερά δύσκολος. Επίσης ακολούθησε και φοβερός ψυχολογικός εκβιασμός. «Μ’ αφήνεις ενώ έχω ξοδέψει τόσα χρόνια», «δεν έχω πια φίλους γιατί ασχολιόμουν με σένα και μ’ αφήνεις μόνο και δυστυχισμένο», «είσαι μια απογοήτευση, έκανα λάθος που σε διάλεξα». Ένιωθα ενοχές συνέχεια γιατί με κατηγορούσε για τα πάντα. Ότι μιλούσα με αγόρια, ότι δεν είμαι αρκετά έξυπνη – όπως εκείνος. Αν κάτι δεν πήγαινε καλά μεταξύ μας, προσωπικά/σεξουαλικά, πάντα έφταιγα εγώ. Είχα τόση ενοχή που αυτά δεν τα μοιραζόμουν με τους φίλους μου.
Για αρκετό καιρό μετά τον χωρισμό έμπαινε σε δικό μου μέσο κοινωνικής δικτύωσης χωρίς να το γνωρίζω και έβλεπε τις προσωπικές μου συνομιλίες. Προσπαθούσε δηλαδή να με ελέγξει παραβιάζοντας τα προσωπικά μου δεδομένα. Δεν δεχόταν ότι έχω τα όριά μου, την προσωπικότητά μου και τη ζωή μου. Επίσης, πλησίαζε συνέχεια κοντινούς μου ανθρώπους προκειμένου μέσω αυτών να έχει επαφή μαζί μου.
Γενικώς κοιτώντας πίσω συνειδητοποιώ ότι σε τομείς που αυτός δεν ήταν καλός ή που αυτός δεν με ικανοποιούσε, έλεγε ότι φταίω εγώ και ότι «ήταν πολύ καλός που κάνει υπομονή μαζί μου». Έπρεπε να περάσουν 7 χρόνια από τον χωρισμό για να καταλάβω ότι η σχέση αυτή ήταν βαθιά τοξική, ότι ο άνθρωπος αυτός ήταν βαθιά παραβιαστικός, ότι με υποτιμούσε σε καθημερινή βάση για να με κρατήσει κοντά του, ότι μου δημιουργούσε συνέχεια ενοχές, ότι με απομάκρυνε από τους φίλους μου με αποτέλεσμα να μην μοιράζομαι με κανέναν όσα γίνονταν μέσα στη σχέση. Δύο ήταν τα προβλήματα: πρώτον ότι δεν αντιλαμβανόμουν εγώ την κατάσταση ως προβληματική και δεύτερον ότι δεν την μοιραζόμουν με κανέναν.
Σήμερα νιώθω απορία γιατί μου πήρε τόσα χρόνια να καταλάβω πως αυτή η κατάσταση με αδικούσε. Νιώθω απορία και θυμό που μου πήρε εφτά χρόνια να θυμώσω με τον μαλάκα. Γενικώς νιώθω θυμό, ετεροχρονισμένο και ατόφιο προς αυτόν. Επίσης λυπαμαι τον 20χρονο εαυτό μου που νόμιζε ότι όλο αυτό είναι νορμάλ κι ότι μου αξίζει.
Μαρτυρία 2, 42 χρονών
Η σχέση ξεκίνησε όταν ήμουν 30 ετών. Τους πρώτους τρεις μήνες δεν είχα κάποια ένδειξη για αυτό που θα επακολουθούσε. Ήταν σαν όνειρο. Ήταν περιποιητικός, διασκεδαστικός και ένιωθα ότι ζούσε για μένα και ότι είχαμε μια σπάνια και μοναδική επαφή. Στη συνέχεια, είχα καθημερινή λογοκρισία για τα ρούχα μου, διότι θεωρούσε προκλητικό για παράδειγμα ένα πουκάμισο ή μια φούστα μέχρι το γόνατο, ακόμα και ένα παντελόνι, διότι ήταν στενά και διέγραφαν τα μέρη του σώματός μου.
Ούσα πάντα χαμογελαστή στους οικείους μου ή σε ανθρώπους με τους οποίους είχα εμπορικές σχέσεις, δεχόμουν την κατηγορία της ανηθικότητας και έμπαινα στη διαδικασία να εξηγήσω ότι στα πλαίσια της ευγένειας, ένα χαμόγελο για παράδειγμα στον ή τη σερβιτόρα επιβάλλεται. Δεν ξεχωρίζω τα φύλα, αφού ζήλευε εξίσου τους άνδρες με τις γυναίκες, πράγμα το οποίο εξελάμβανα ως ένδειξη αγάπης και αφοσίωσης, αντί για προσβολή της προσωπικότητάς μου.
Ένα απόγευμα θα έβλεπα μια πρώην συνάδελφο σε ένα καφέ κοντά στη δουλεια. Άφησα το αμάξι μου στο πάρκινγκ της εταιρείας και έφτασα στο σημείο συνάντησης με το αμάξι μιας άλλης συναδέλφου. Ήξερα ότι θα είμαστε 4 γυναίκες αλλά όταν έφτασα, ήταν εκεί και άλλοι δυο άνδρες συνάδελφοι. Όσο ήμουν εκεί, μου τηλεφώνησε αλλά δεν ανέφερα ότι ήμαστε έξι άτομα τελικά. Ο ένας συνάδελφος θα έφευγε νωρίτερα και του ζήτησα να με αφήσει στην εταιρεία να πάρω το αμάξι μου.
Τη στιγμή που ήμουν στο αμάξι του συναδέλφου, με ξαναπήρε τηλέφωνο και τον ενημέρωσα ότι σε πέντε λεπτά θα με άφηνε ο συνάδελφός μου στην εταιρεία. Εκείνη τη στιγμή άρχισε να ουρλιάζει στο τηλέφωνο και να τον βρίζει χυδαία. Ο συνάδελφος φοβήθηκε για μένα και μου ζήτησε να παραμείνει στο πάρκινγκ, ώστε να ξεκαθαρίσει τη θέση του. Εγώ του είπα ότι δεν υπάρχει κάτι μεμπτό στη συναδελφική μας σχέση και στη μεταφορά μου με το αμάξι του και τον άφησα να φύγει.
Σε πέντε λεπτά κατέφθασε με το δικό του αμάξι, κόκκινος από τα νεύρα και άρχισε να μου χτυπάει το τζάμι, για να βγω έξω. Στην αρχή δεν είχα καταλάβει πόσο σοβαρή ήταν η κατάσταση, γιατί δεν τον είχα ξαναδεί έτσι και δεν είχα κάνει κάποιο ατόπημα, ώστε να έρθει σε τέτοια ψυχική διάθεση. Απειλώντας ότι θα σπάσει το τζάμι, έψαξε για λοστό στο πορτ μπαγκαζ του αλλά δε βρήκε και έτσι εγω βγήκα έξω. Αφου μου άρπαξε το κινητό, μου έλεγε να πάρω τηλέφωνο το συνάδελφο αλλά εγώ δεν είχα τον αριθμό του.
Τότε ήταν που μου έπιασε τα χέρια και με κόλλησε στον τοίχο βρίζοντας και κάνοντας απότομες κινήσεις πάνω μου. Εγώ άρχισα να κλαίω και έκανα νόημα σε ένα διερχόμενο οδηγό, ο οποίος σταμάτησε να δει τι συμβαίνει. Εκείνη τη στιγμή ήταν η κορύφωση του περιστατικού, διότι μια γροθιά του στο πρόσωπό μου, με οδήγησε στο να φοβηθώ για τη σωματική μου ακεραιότητα. Ο οδηγός έφυγε και σε τρία λεπτά κατέφθασαν δυο μηχανές της ομάδας Ζητα.
Εξηγήσαμε τι συνέβαινε και με ρώτησαν αν ήθελα να κάνω μήνυση. Εγώ αρνήθηκα και ζήτησα να μου επιστρέψουν το κινητό που μου είχε κρατήσει και να τον καθυστερήσουν μέχρι να φύγω.
Ξαφνικά, οδηγώντας με τρεμάμενα χέρια στην Εθνική Οδό, τον είδα στο διπλανό όχημα να με βρίζει και να με ακολουθεί. Τηλεφώνησα στον αδερφό μου και του είπα ότι είμαι σε δύσκολη θέση και με συμβούλευσε να βάλω το αμάξι μου στο υπόγειο γκαράζ και ότι θα βρισκόταν και ο ίδιος εκεί να με προστατεύσει.
Όταν φτάσαμε σχεδόν ταυτόχρονα, εκείνος μπροστά στον αδερφό μου ήταν ψύχραιμος και του μίλησε με ήρεμη φωνή, λέγοντάς του ότι τον απατώ και δε θέλει να συνεχίσει τη σχέση μας.
Ο αδερφός μου μην ξέροντας ότι με είχε χτυπήσει, του εξήγησε ότι δεν μπορεί να πιστέψει ότι εγώ θα έκανα κάτι τέτοιο αλλά αν η απόφαση του είναι αυτή, πολύ καλή εξέλιξη θα ήταν να διακοπεί αυτή η σχέση.
Για εννιά μήνες τον σκεφτόμουν και τον συνάντησα, για να καταλάβω γιατί πίστεψε τόσο άσχημα πράγματα για μένα και τόσο απότομα χάλασε μια υπέροχη σχέση.
Αυτό βέβαια ήταν το μεγαλύτερο λάθος, διότι μπήκα σε έναν ατέρμονο κύκλο, όπου αυτός τη μια στιγμή έδειχνε σεβασμό και αγάπη στο πρόσωπο μου και όταν συναντούσα ή μιλούσα στο τηλέφωνο με την οικογένεια μου ή τις φίλες μου, με παρουσίαζε ως ανάλγητη που μοιράζω την αγάπη μου, ενώ αυτός εστιάζεται μόνο σε μένα (ενώ έβλεπε κάθε μέρα την οικογένεια του και τους φίλους/ες του.
Έπειτα από χρόνια ψυχοθεραπεία, είμαι πλέον σε θέση να αναγνωρίσω τους λόγους που δεν έβαλα τα όριά μου και άφησα έναν άνθρωπο να με εξευτελίσει, να με απομονώσει, να προσπαθήσει να με αλλάξει και να μιλάει άσχημα για το περιβάλλον μου. Λόγω ανασφάλειας, είχα εθιστεί στο να προσπαθώ να επισημαίνω την αυταπόδεικτη αξία μου, σε έναν άνθρωπο που έκανε καθαρή προβολή (σύμφωνα με τον όρο της ψυχολογίας) του δικού του τρόπου σκέψης.
Μαρτυρία 3, 30 χρονών
Περνούσαμε από την πρώτη μέρα σχεδόν πολύ χρόνο μαζί, επειδή νιώθαμε και οι δύο ότι θέλουμε να είμαστε κοντά ο ένας στον άλλον. Στην αρχή ήταν πολύ τρυφερός και περιποιητικός, κάτι που συνέχισε -τότε θεωρούσα αντιφατικά- να συμβαίνει μέχρι και το τέλος της σχέσης μας.
Το πρώτο του ξέσπασμα έγινε με ασήμαντη αφορμή. Μέσα σε λίγα λεπτά έγινε απότομος κι εκρηκτικός, κάτι που εμένα τότε μού είχε φανεί ξένη συμπεριφορά για εκείνον. Όσο αποκτούσαμε οικειότητα ο ένας με τον άλλον, ο τρόπος που μου μιλούσε στους τσακωμούς γινόταν όλο και πιο πληγωτικός. Με χαρακτήριζε, με έβριζε και με υποτιμούσε και σταδιακά με έκανε να πιστεύω ότι όλα τα προβλήματα στη σχέση μας προέκυπταν από τη δική μου συμπεριφορά και τις δικές μου ανεπάρκειες. Με παρατηρούσε εξονυχιστικά στα πιο μικρά και καθημερινά, με αποτέλεσμα να νιώθω ότι βρίσκομαι συνέχεια στο μικροσκόπιο. Ένα δικό μου μικρό λάθος μπορούσε να οδηγήσει σε επεισόδιο μεγάλης κλίμακας και στο να καταλήξω τελικά να αισθάνομαι ότι είμαι ανίκανη για το οτιδήποτε. Ένιωθα άγχος ακόμα και για τις πιο ξέγνοιαστες δραστηριότητες.
Ταυτόχρονα, άρχισε να υποτιμάει τα συναισθήματα, τις αντιδράσεις μου, την αντίληψη και τη μνήμη μου. Όταν έκλαιγα κατά τη διάρκεια των τσακωμών, μού έλεγε ότι αντιδρώ υπερβολικά. Όταν αργότερα προσπαθούσα να του πω τι με ενόχλησε στον τρόπο που μου μίλησε, ισχυριζόταν ότι δεν το είπε ποτέ αυτό και ότι το ξέρουμε και οι δύο ότι έχω κακή μνήμη. Ο τρόπος που μου μιλούσε ήταν τόσο απαράδεκτος που από ένα σημείο και μετά σταμάτησα να τα μοιράζομαι με τις φίλες μου είτε από ντροπή που εξακολουθούσα να μένω σε αυτή τη σχέση, είτε για να τον προστατεύσω. Μπορεί και για τα δύο.
Σταδιακά άρχισα να αναπτύσσω τεχνικές πυρόσβεσης, έτσι ώστε να κάνω τα συχνά ξεσπάσματα θυμού να έχουν τουλάχιστον μικρότερη ένταση και διάρκεια.
Στην τελευταία φάση της σχέσης μας είχα τόσο ενσωματώσει την κριτική που μου ασκούσε, που πείστηκα ότι αυτή είναι η συμπεριφορά που μου αξίζει. Συναισθηματικά, είχα μπει σε μία κατάσταση διαρκούς άγχους και βαθιάς μοναξιάς. Ένιωθα ότι είμαι ο μικρότερος άνθρωπος στον κόσμο. Και πιστεύω ότι ήταν ακριβώς το γεγονός ότι είχε τσακιστεί τόσο η αυτο-εικόνα μου που θεωρούσα ότι δεν είχα το δικαίωμα να βγω από αυτή τη σχέση. Το ότι χωρίσαμε λειτούργησε τελικά απελευθερωτικά γιατί χωρίς αυτή τη συνθήκη σήμερα δεν θα μπορούσα να κάνω βήματα σε μια κατεύθυνση να αγαπήσω τον εαυτό μου, με τα καλά του αλλά και με τις αδυναμίες του.
Μαρτυρία 4, 40 χρονών
Ήταν μια σχέση που έκανα στα 30 και κράτησε 10 χρόνια. Η προσπάθεια ελέγχου δεν ήταν ξεκάθαρη, ίσα ίσα ήταν πάρα πολύ δύσκολα ανιχνεύσιμη. Για παράδειγμα, παρότι πολλές φορές είχα θετικά σχόλια για την εμφάνισή μου ή τις επιδόσεις μου, κάθε φορά που κινούμουν τελείως μόνη μου κι ελεύθερη υπήρχαν μούτρα, μιζέρια, δυσκολία. Να το πω με απλά λόγια, μου έβγαινε ξινό. Στην αρχή το απέδιδα στη δυσκολία της συνθήκης που βρισκόταν το άτομο με το οποίο ήμουν σε σχέση, όμως αυτό εκδηλώθηκε πολύ περισσότερο όταν αυτή η συνθήκη τελείωσε κι εγώ πλέον ήμουν μητέρα στο παιδί μας.
Ήταν πολύ δύσκολο να έχω προσωπικό χρόνο. Ακόμα κι όταν έλεγε κι εκείνος ότι το θέλει και το επικροτεί, κάθε φορά που εγώ το αποτολμούσα είχε πάρα πολύ αρνητικές συνέπειες. Προτιμούσα πολλές φορές εν τέλει να μην κάνω κάτι μόνη μου, να μη βγαίνω, να μη βλέπω τις φίλες μου επειδή ακριβώς ένιωθα ότι αυτό θα φέρει άσχημα αποτελέσματα.
Τα ξεσπάσματα βίας ήταν κυρίως λεκτικά, όχι σωματικά. Συναισθηματική και ψυχολογική βία. Τα νεύρα από οποιαδήποτε αιτία ξέσπαγαν πάντα στην εστία, δηλαδή στο σπίτι μέσα, μπροστά στο παιδί. Και μάλιστα ήταν νεύρα που ποτέ δεν επιχειρούνταν να εξηγηθούν, παρά τη μεγάλη δική μου προσπάθεια τύπου «έλα να συζητήσουμε αυτό που σου συμβαίνει». Απότομα και νευρικά ξεσπάσματα, με πολύ άσχημα λόγια, όχι μόνο απέναντί μου αλλά και απέναντι σε ένα πολύ μικρό παιδί το οποίο εγώ ως νεαρή μητέρα δεν μπορούσα να διαχειριστώ. Με έκανε να νιώθω πολύ ενοχικά. Τόσο απέναντι στο παιδί, όσο και στον εαυτό μου αλλά και στη σχέση.
Ένιωθα ότι εγώ φταίω για όλα γιατί δεν μπορούσα να ελέγξω και να ισορροπήσω την όποια κατάσταση, παρότι τελικά δεν είχε να κάνει με μένα ή με το σπίτι.
Είχε να κάνει με τις ελλείψεις του συγκεκριμένου ανθρώπου που δεν το έβλεπε, δεν ήθελε να διαχειριστεί το πρόβλημα πχ. με τη βοήθεια μιας ψυχολόγου.
Ξεσπάσματα βίας γιατί έτσι έχουν ανατραφεί οι αρρενωπότητες στην κοινωνία μας. Να συμπεριφέρονται σαν τρίχρονα παιδάκια που ξεσπάνε, βρίζουν, φωνάζουν, τους φταίνε όλα και τα πάντα αλλά χωρίς να λένε το επίδικο. Αφήνοντας έτσι πίσω τους συντρίμμια που μετά καλείται κάποια «μαμά» να τα μαζέψει. Αυτό φέρνει το θύμα ή το δεύτερο πρόσωπο σε μια πολύ δύσκολη συνθήκη, να πρέπει να αντιμετωπίσει αρχικά αυτά τα φαινόμενα αλλά και τις συνέπειες χωρίς να φταίει για αυτές. Άρα και να μη γνωρίζει πώς πρέπει να τις αντιμετωπίσει. Πώς να εξηγήσω στον εαυτό μου ή και σε ένα μωρό γιατί ο σύντροφος/μπαμπάς έκανε όλα αυτά που έκανε;
Τα ξεσπάσματα βίας δεν είναι μόνο φωνές και βρισιές αλλά ακόμα κι όταν γίνονται με έναν υποχθόνιο τρόπο, με τη μέθοδο της σιωπής ας πούμε. Δηλαδή μπαίνω στο σπίτι, δεν σου μιλάω, έχω μούτρα και εσύ είσαι αόρατη. Και εσύ και το παιδί. Αυτό για όποια το βιώνει είναι πολύ δύσκολο, ειδικά αν έχει να διαχειριστεί το θέμα της μητρότητας. Είναι πάρα πολύ άσχημη η βία της σιωπής. Είναι κάτι ανομολόγητο το να αισθάνεσαι αόρατη μέσα στο ίδιο σου το σπίτι, απέναντι στον σύντροφό σου. Είναι κάτι που δεν μπορεί να οριοθετηθεί μόνο με τον όρο βία αλλά είναι κάτι πολύ βαθύ που μπορεί να σε αποδομήσει πλήρως. Νιώθεις ότι είσαι «τρελή», ότι δεν αξίζεις τίποτα, ότι είσαι αόρατη για όλους εφόσον είσαι για το πιο σημαντικό για σένα άτομο, νιώθεις απέραντη μοναξιά, αποκομμένη από τον κόσμο.
Για μένα ήταν πολύ ευτυχές το γεγονός ότι κατάφερα μετά από πολλή έρευνα και αφού μάζεψα όλα μου τα κουράγια, να ψάξω να βρω ψυχολόγο. Το πρώτο πράγμα που είχα να πω στην ψυχολόγο ήταν «νομίζω πως είμαι τρελή», «ότι έχω κάποια νόσο που πρέπει να βρούμε» γιατί έχω κι ένα μωρό. Τελικά δεν είχα καμία ψυχική ασθένεια. Αυτό που βίωνα σπίτι μου ήταν μια απέραντη βία και απομόνωση.
Το χειρότερο ήταν ότι όλα αυτά γίνονται από ένα πρόσωπο που μετά μεταμελεί, προφανώς δεν λέει ποτέ συγγνώμη αλλά λέει πάντα «μα εγώ είμαι ο μόνος άνθρωπος που σ’ αγαπάει τόσο πολύ», «εγώ δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα», «είσαι τα πάντα για μένα». Βαρύγδουπα και σημαντικά πράγματα που είναι καίρια για να σε φέρουν σε ένα πεδίο που από εκεί που είσαι αόρατη ξαφνικά γίνεσαι το κέντρο. Αυτό είναι νομίζω και το χειρότερο σημείο για όλες τις τοξικές σχέσεις που ζουν πολλές γυναίκες.
Ένιωθα μεγάλες ενοχές γιατί κάθε άτομο που μπαίνει σ’ αυτή τη θέση έχει χάσει την όποια αυτοπεποίθηση και δύναμή του, έχει χάσει τον εαυτό του, τα πάντα. Είναι σκόρπιες τελείες σε ένα σύμπαν που περιστρέφεται γύρω από ένα άλλο Εγώ. Το έτερο Εγώ που καθορίζει τα πάντα. Άρα εσύ είσαι ένοχη για όλα όσα του συμβαίνουν.
Το αυτομαστίγωμα ήταν η μόνη λύση. Νιώθεις τόσο μεγάλη εσωτερική ενοχή μέσα στην αποδόμησή σου που δεν αναγνωρίζεις πια τον εαυτό σου στον καθρέφτη. Προφανώς σε μία τέτοια θέση δεν μπορείς να πάρεις αποφάσεις. Η μόνη ελπίδα για να αλλάξει κάτι είναι μόνο εάν υπάρξει μία ηλιαχτίδα, ένα χέρι βοηθείας. Εγώ υπήρξα τυχερή επειδή στα προηγούμενα στάδια της ζωής μου είχα χτίσει προσωπικές σχέσεις που παρότι κάπως τις έχασα ξαναβρέθηκαν πλάι μου γιατί άρχισα να ουρλιάζω για βοήθεια με τον τρόπο μου.
Μέσα σε όλη αυτή την παράνοια κατάφερα να βρω ψυχολογική βοήθεια. Η ψυχολόγος κατάφερε να με βοηθήσει να φτιάξω ένα υποστηρικτικό περιβάλλον. Παρόλα αυτά, τα περιβάλλοντα αυτά (φιλικό, οικογενειακό) δεν βοηθάνε από μόνα τους, αν δεν υπάρχει πραγματική ψυχολογική στήριξη γιατί οι φίλοι και οι συγγενείς δεν μπορούν να δουν καθαρά αυτό που βιώνει το θύμα. Χρειάζεται ένας αντικειμενικός παρατηρητής.
Είχα βέβαια το πλεονέκτημα να είμαι εργαζόμενη. Είχα μια αυτονομία και μπόρεσα να βρω ένα δρόμο να σταθώ στα πόδια μου, να στηρίξω τον εαυτό μου, να στηρίξω το παιδί μου, να χωρίσω. Πάλεψα πολύ για τον χωρισμό γιατί αυτό έφερε πολύ χειρότερες συνέπειες από αυτές που βίωνα στη σχέση. Όταν λέμε στις γυναίκες να φύγουν από μια τοξική σχέση, χρειάζεται να έχουν δίπλα τους πολλά στεγανά και βοήθεια και σε βάθος χρόνου.
Εγώ μετά από ένα χρόνο νιώθω ότι επιτέλους βρίσκω τον εαυτό μου. Σε σχέση με τότε σκέφτομαι ότι τώρα είμαι πιο σοφή και απελευθερωμένη.
Σήμερα σκέφτομαι ότι έχω κάνει μια τεράστια διαδρομή. Νιώθω πολύ πιο δυνατή απ’ ό,τι ένιωθα κάποτε.
Δεν νιώθω μίσος για τον άνθρωπο που είχα δίπλα μου. Ήταν εν μέρει επιλογή μου. Καμιά φορά τον κοιτάζω με αρκετό οίκτο γιατί κι εκείνος έχει πολλούς δαίμονες που δεν έχει παλέψει ενώ θα έπρεπε. Δεν με βλέπω πια σαν θύμα. Νιώθω ελεύθερη κι αυτό είναι το πιο σημαντικό. Νιώθω πολύ ελεύθερη πια.
*Τα ονόματα έχουν παραλειφθεί προκειμένου να προστατευθεί η ανωνυμία των γυναικών.
Διαβάστε το κείμενο της Ευφροσύνης Σπανέα, Δρ. Κλινικής Ψυχολογίας, για τις κακοποιητικές σχέσεις.