Όψεις: Shaking the Vote EU: Το πολιτικό τοπίο και οι συσχετισμοί μετά τις ευρωεκλογές

Κλείσιμο
Αναλύσεις
01.07.2024

Ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» και άλλες ιστορίες ευρωεκλογών

H εκλογική αναμέτρηση για τις ευρωεκλογές, 10η στην Ελλάδα, κατέληξε να είναι από τις πιο σημαντικές στην εγχώρια εκλογική ιστορία κυρίως ως προς το πολλαπλό της αποτύπωμα. 

Ας συζητήσουμε, αρχικά, ότι η ίδια η συγκυρία των ευρωεκλογών ήταν ιδιαίτερη. Οι ευρωεκλογές διεξήχθησαν χωρίς το Ηνωμένο Βασίλειο, σε ένα διευρυμένο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο 710 εδρών και 27 χωρών, σε μία περίοδο πολυκρίσεων με το πολεμικό μέτωπο στην Ουκρανία να συνεχίζεται. Να επισημάνουμε ότι τα πέντε χρόνια από τις προηγούμενες ευρωεκλογές χαρακτηρίστηκαν  από υγειονομική, ενεργειακή και περιβαλλοντική κρίση, μεταξύ άλλων. Η περίοδος των mega κρίσεων αλλάζει το DNA της Ευρώπης, εντείνοντας τις μεταναστευτικές ροές, τις υγειονομικές προοπτικές, τις κοινωνικές ανισότητες, τις ενεργειακές ελλείψεις και τα εμπορικά προβλήματα. Οι συζητήσεις στο Ευρωπαϊκό πλαίσιο αφορούν, πλέον, τον πυρήνα και το αύριο της ΕΕ: τη διαχείριση των κρίσεων και τη διακυβέρνηση εκτός κρίσεων, την ευρωπαϊκή επαναβιομηχάνιση και την πολεμική βιομηχανία, την κλιματική κρίση και το πράσινο deal, την κοινή πολιτική ασφάλειας και άμυνας και την περαιτέρω ολοκλήρωση της ΕΕ. Στις παραπάνω συνθήκες ας προσθέσουμε και μία ακόμα παράμετρο: το 2024 θεωρείται παγκοσμίως από τις πλέον κρίσιμες εκλογικές χρονιές καθώς εκλογές διενεργούνται σε περισσότερες των 64 χωρών, με το μισό παγκόσμιο πληθυσμό να προσέρχεται στις κάλπες. Στον παγκόσμιο χάρτη, επομένως, ο συσχετισμός δυνάμεων στην ΕΕ συνιστά μία σημαντική παρακαταθήκη για την επόμενη μέρα.

Οι ευρωεκλογές εξελίχθηκαν, λοιπόν, σε μία κρίσιμη για τα ευρωπαϊκά δεδομένα συγκυρία, ήταν, όμως, σημαντικές και ως προς το αποτύπωμά τους. Αν και θεωρούνται δεύτερης τάξης εκλογές, το παραγόμενο αποτέλεσμα ήταν τέτοιο που ανέταξε τους συσχετισμούς δυνάμεων σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Παρόλο που οι εκλογές αυτές δεν προηγήθηκαν, αλλά έπονται των εθνικών εκλογών έφεραν τόσες αναταράξεις που φαίνεται ότι ο πολιτικός και εκλογικός κύκλος που άνοιξε με τις εθνικές εκλογές του 2023 εμπεδώνεται στις ευρωεκλογές του 2024.  

Ποιο είναι, λοιπόν, το αποτύπωμα των ευρωεκλογών της προηγούμενης Κυριακής και πως ανατάσσει τον πολιτικό και εκλογικό χάρτη; Τέσσερα είναι τα σημεία στα οποία θα επιμείνουμε. 

Το πρώτο είναι ο «ελέφαντας στο δωμάτιο» ή αλλιώς το πλέον σημαντικό αρνητικό αποτύπωμα στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, η κρίση αντιπροσώπευσης. Η αποχή στο 60% συνιστά το υψηλότερο στην Ελλάδα ποσοστό αποχής σε εθνικές και ευρωεκλογές, αλλά και ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη (αντίστοιχα ποσοστά έχουν οι Λετονία, Κροατία, Σλοβακία, Σλοβενία, Βουλγαρία, Λιθουανία). Η Ευρώπη χαρακτηρίστηκε από ένα μεγάλο εύρος διακύμανσης της συμμετοχής. Με μέσο όρο συμμετοχής στο 51% της ΕΕ χώρες το ποσοστό συμμετοχής στη Βουλγαρία έφτασε στο 34% και στην Κροατία στο 21%, ενώ σε χώρες όπως το Βέλγιο η συμμετοχή έφτασε σε ποσοστό 90%  και στο Λουξεμβούργο στο 82%. Πρόκειται για το σύμπτωμα μιας κρίσης αντιπροσώπευσης η οποία μοιάζει να έχει βαθύνει αρκετά τα τελευταία χρόνια. Συνηθίζουμε να λέμε, ότι στις ευρωεκλογές οι ψηφοφόροι βρίσκουν την ευκαιρία να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους προς τις εθνικές κυβερνήσεις ενώ, παράλληλα, οι πολίτες δεν αντιλαμβάνονται τη σημασία των ευρωεκλογών και πώς οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επηρεάζουν την καθημερινότητά τους. 

Ωστόσο, το αποτύπωμα των αρνητικών συναισθημάτων είναι βαθύτερο στην ελληνική περίπτωση και δεν εξαντλείται στις ευρωεκλογές: η ανασφάλεια, η δυσαρέσκεια, η απογοήτευση, η αδιαφορία και το έλλειμμα εμπιστοσύνης απέναντι στην πολιτική ανιχνεύονται τα τελευταία χρόνια στις κοινωνικές έρευνες και λειτουργούν ως ένα εκρηκτικό μείγμα που σχηματοποιεί αρνητικές πολιτικές αντιλήψεις και οδηγεί στην αποχή και την αντισυστημική ψήφο. Η ανασφάλεια, ως κυρίαρχο συναίσθημα των πολιτών έφτασε στο 50% και η απογοήτευση στο 44% (Διανέοσις, 2024) η δυσαρέσκεια ανιχνεύθηκε ως βασικό κριτήριο ψήφου σε πολλές δημοσκοπήσεις πριν τις ευρωεκλογές. Το ποσοστό ικανοποίησης από τη δημοκρατία φθάνει ασθμαίνοντας στο 36% (ΜΟ Ευρώπης 53%) με ιστορικό χαμηλό το 17% (το 2012) (Ευρωβαρόμετρο, 2024). Και φυσικά σε ό,τι αφορά τα ποσοστά εμπιστοσύνης πρέπει να σημειώσουμε ότι η εμπιστοσύνη στο εθνικό κοινοβούλιο έφτασε στο 30% το 2024 (ιστορικό χαμηλό στο 9% το 2013) και η εμπιστοσύνη στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο έφτασε στο 42% -ιστορικό χαμηλό στο 25% το 2016- (Ευρωβαρόμετρο, 2024), ενώ η εμπιστοσύνη στο κοινοβούλιο στο 25,9% και στα κόμματα στο 13,6% (Έτερον, 2024).

Το δεύτερο αρνητικό αποτύπωμα είναι οι σημαντικές μετατοπίσεις στην Ευρώπη αλλά και στην Ελλάδα στον πολιτικό χώρο της ακροδεξιάς. Ειδικά στην Ευρώπη η άνοδος της ακροδεξιάς στην Γαλλία, Βέλγιο, Αυστρία, Πολωνία, Γερμανία διαμορφώνει επικίνδυνους συσχετισμούς. Οι Ευρωπαίοι Συντηρητικοί και Μεταρρυθμιστές (ECR) και η Ταυτότητα και Δημοκρατία (ID) αύξησαν τις έδρες τους. Αν στους ευρωβουλευτές των παραπάνω ευρωπαϊκών οικογενειών προσθέσουμε τους «ανένταχτους» ακροδεξιούς, όπως τους ευρωβουλευτές της γερμανικής Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) που είναι δεύτερη δύναμη στην Γερμανία ή του Fidesz, του κόμματος του Ούγγρου Βίκτορ Ορμπάν, τότε η οικογένεια των ακροδεξιών θα γίνει δεύτερη δύναμη στην Ευρωβουλή, μετά το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ) που αύξησε και αυτό τις έδρες του. 

Αλλά και στην Ελλάδα τα κόμματα στα δεξιά της ΝΔ συγκέντρωσαν ένα σημαντικό 17% με τα ποσοστά να είναι πάρα πολύ υψηλά στην Βόρεια Ελλάδα δείχνοντας μία γεωγραφική διαφοροποίηση που πρέπει να μας προβληματίζει ως προς τους εσωτερικούς συσχετισμούς που θα δημιουργηθούν και τη «σκλήρυνση» της ατζέντας από το κυβερνών κόμμα. Ωστόσο εδώ θα πρέπει να προσθέσουμε ένα δεύτερο στοιχείο: απέναντι στην ενίσχυση του ακροδεξιού/κεντροδεξιού μετώπου διαφαίνεται η ενίσχυση του αριστερού/κεντροαριστερού μετώπου, σε σχέση με τις προηγούμενες εθνικές εκλογές, καθώς η ποσοστιαία διαφορά μεταξύ των δύο πολιτικών χώρων μειώνεται. 

Οι ευρωεκλογές φέρουν ένα ακόμα αρνητικό αποτύπωμα, το έλλειμμα της ουσιαστικής πολιτικής ατζέντας. Η Ευρώπη έλειπε από τη δημόσια αντιπαράθεση τόσο κατά την προεκλογική περίοδο, όσο και κατά την μετεκλογική περίοδο. Είχαμε ευρωεκλογές χωρίς την Ευρώπη στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης ενώ μετεκλογικά η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από τον απολογισμό της κάλπης, τον ανασχηματισμό και τις εξελίξεις στο χώρο της Κεντροαριστεράς. Πρόκειται για ένα αρνητικό αποτύπωμα με την έννοια ότι η συζήτηση δεν επικεντρώνεται στο επίδικο κάθε φορά: η ΕΕ έχει άμεση επίδραση στην εγχώρια νομοθετική ατζέντα, και όχι μόνο μέσω της εναρμόνισης των δημόσιων πολιτικών, αλλά μέσω της συνδιαμόρφωσης της πολιτικής στα θέματα, μεταξύ άλλων, της οικονομίας, της μεταναστευτικής πολιτικής, της κοινής αγροτικής πολιτικής, του περιβάλλοντος και του εμπορίου. Συμπληρωματικά να σημειώσουμε το έλλειμμα πολιτικής ατζέντας που χαρακτηρίζει το εγχώριο πολιτικό σύστημα μετεκλογικά. Συζητάμε για την κεντροαριστερά σε επίπεδο διαδικασίας και προσώπων και όχι σε επίπεδο προγραμματικής πολιτικής. Ενώ προκύπτει από έρευνες ότι υπάρχει η κοινωνική ζήτηση για την αριστερά/κεντροαριστερά αυτή δεν γειώνεται σε μια  προγραμματική πρόταση. Η ευθυγράμμιση της πολιτικής προσφοράς και της κοινωνικής ζήτησης δεν επιτυγχάνεται όσο τα κόμματα της αντιπολίτευσης δεν ανακτούν την αυτονομία τους με προγραμματικούς όρους, με μία ισχυρή θεματική ιδιοκτησία και δεν καθορίζουν αντίστοιχα τον πολιτικό χώρο στον οποίο διεξάγεται ο ανταγωνισμός και διαμορφώνονται οι πολιτικές προτεραιότητες. Αυτή η συνθήκη διαμορφώνει μεγαλύτερη ανασφάλεια στο εκλογικό σώμα.

Τέλος, ένα ακόμα αποτύπωμα των ευρωεκλογών είναι οι αλλαγές στη δομή της αντιπροσώπευσης. Από το 2014 που το εκλογικό σύστημα των ευρωεκλογών πέρασε από τη λίστα στο σταυρό προτίμησης, προωθούνται υποψήφιοι/ες που είτε έχουν μια πλούσια πολιτική προϋπηρεσία, είτε είναι ευρύτερα αναγνωρίσιμοι. Επιδιώκεται, δηλαδή, από τα κόμματα να στελεχώνουν τα ευρωψηφοδέλτια άνθρωποι από «επαγγέλματα ορατότητας» ή αλλιώς «επαγγέλματα μαζικού ακροατηρίου». Η αναγνωρισιμότητα, η φήμη, η δημόσια επιρροή μέσω ορατότητας γίνονται όλο και περισσότερο στοιχεία καθοριστικά της πολιτικής καριέρας. Δημιουργούνται, πλέον, σταθερές που ήρθαν για να μείνουν στα ψηφοδέλτια παγιώνοντας μία νέα εκδοχή πολιτικού κεφαλαίου, ενώ ο πολιτικός ανταγωνισμός μετατοπίζεται, ακόμα περισσότερο, σε πεδία που διαμορφώνονται εκτός κομματικών μηχανισμών.

Πολιτική Cookies