Οι σύγχρονες θηλυκότητες καλούνται να εμφανίζουν συνεχώς την καλύτερη εκδοχή της εαυτής τους: να είναι πανταχού παρούσες, πάντα πετυχημένες και άτρωτες, όμορφες και κομψές, ήρεμες και ανθεκτικές σε κάθε είδους αντιξοότητες. Κι όταν δεν είναι όλα αυτά, να υποβάλλονται στο μικροσκόπιο των κοινωνικών στερεοτύπων. Να αξιολογούνται και να εγκαλούνται για την μη εκπλήρωση κάποιου ρόλου ή – ακόμα περισσότερο – γιατί δεν τον επιτέλεσαν όπως ορίζουν τα πατριαρχικά πρότυπα.
Γιατί δεν προσπάθησε να γίνει μητέρα νωρίτερα, γιατί άφησε την καριέρα για αργότερα, γιατί δεν θέλει να κάνει παιδί ποτέ; Κάθε απάντηση μοιάζει λάθος και κάθε επιλογή μετατρέπει τη γυναίκα σε αποδέκτρια επικριτικών σχολίων – ιδίως η επιλογή της να μην τεκνοποιήσει δύσκολα μπορεί να εκληφθή ως συνειδητή απόφαση. Ομοίως συμβαίνει με την περαιτέρω ενοχοποίηση των γυναικών που επιλέγουν την άμβλωση, με τις συστηματικές επιθέσεις στην αντισύλληψη και στην ελεύθερη έκφραση της σεξουαλικότητας, αλλά και με το – εσχάτως – διαρκές χτύπημα του κώδωνα κινδύνου σε ζητήματα δημογραφικής φύσεως.
Όλα αυτά – μαζί ή ξεχωριστά, με έμμεσο ή άμεσο τρόπο – υπονομεύουν το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση του σώματος, το αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα κάθε θηλυκότητας να αποφασίζει αυτή και μόνο αυτή για το σώμα της. Αμφισβητούν το διαχρονικό αίτημα του φεμινιστικού κινήματος για αναπαραγωγική ελευθερία, συμμετέχοντας στη δημιουργία εκείνης της συνθήκης που με πολύ εύστοχο τρόπο περιγράφουν οι συγγραφείς του βιβλίου «Άπιαστη Μητρότητα» 1, Αλίκη Κοσυφολόγου και Ελιάνα Καναβέλη: «[…] θέτουν υπό αμφισβήτηση την αυτοδιάθεση των γυναικών σε ό,τι αφορά το σώμα τους αλλά και τις ζωές τους, και ταυτόχρονα ενοχοποιούν τη νεολαία και ειδικότερα τις γυναίκες, διότι αρνούνται να προσφέρουν αυτά τα παιδιά στο έθνος».
Ο πυρήνας του ζητήματος γίνεται ανησυχητικά περίπλοκος, αν αναλογιστούμε την αλλαγή που συντελείται σε ορισμένες χώρες της Δύσης. Είναι η μετατόπιση της ατζέντας από την ανάγκη δημιουργίας ενός νέου, υποστηρικτικού, πλαισίου για την επίτευξη της έμφυλης ισότητας στην βαθιά σκοταδιστική λογική που άλλοτε αμφισβητεί κι άλλοτε παραβιάζει και καταργεί συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα των γυναικών, παραπέμποντας περισσότερο σε σκηνές του δυστοπικού μέλλοντος της σειράς «The Handmaid’s Tale», παρά σε έναν κόσμο δικαιοσύνης και προόδου.
Για αυτήν την οπισθοχώρηση προειδοποίησε και ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ κατά την περσινή Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας. Ο Αντόνιο Γκουτέρες 2 είπε ότι η πρόοδος που έχει γίνει παγκοσμίως για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων των γυναικών «εξαφανίζεται μπροστά στα μάτια μας […], ο στόχος για την επίτευξη ισότητας μεταξύ των φύλων γίνεται όλο και πιο μακρινός, και θα χρειαστούν τρεις ακόμη αιώνες για να επιτευχθεί».
Ενδεικτικό παράδειγμα αποτελεί ο νόμος περί απαγόρευσης των αμβλώσεων που ψηφίστηκε σε δεκατέσσερις Πολιτείες των ΗΠΑ και την Πολωνία. Πρόκειται για μια συζήτηση που σταδιακά επεκτείνεται και σε άλλες χώρες (βλ. σχετικές συζητήσεις σε Ισπανία, Ιταλία κ.ά.) – ιδίως σ’ εκείνες όπου «ανθίζουν» ακραία συντηρητικές δυνάμεις – χωρίς να αφήνει εντελώς ανεπηρέαστη την Ελλάδα. Εκτός από το συνέδριο γονιμότητας 3 και τα αναχρονιστικά βίντεο με τη θεωρία του αγέννητου παιδιού 4 που προβλήθηκαν στα σχολεία, επί υπουργίας Κεραμέως, η προεκλογική περίοδος που διανύσαμε το 2023 ήταν εξίσου αποκαλυπτική: στο ελληνικό Κοινοβούλιο εισήλθε για πρώτη φορά το κόμμα «ΝΙΚΗ», το οποίο στις προγραμματικές του θέσεις, τάσσεται ανοιχτά κατά του δικαιώματος της γυναίκας στην άμβλωση. 5 Ανάλογη θέση διατύπωσε και ο πρόεδρος του κόμματος «Ελληνική Λύση», Κυριάκος Βελόπουλος 6, στο προεκλογικό ντιμπέιτ των πολιτικών αρχηγών.
Την ίδια ώρα φεμινιστικές οργανώσεις 7 επιμένουν στην ανάγκη νομικής αναγνώρισης της πιο ακραίας μορφής της έμφυλης βίας, του όρου «γυναικοκτονία» 8, ο οποίος μολονότι χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο στη δημόσια συζήτηση εξακολουθεί να μην αναγνωρίζεται νομικά στην Ελλάδα, όπως προκύπτει από τις πρόσφατες τροποποιήσεις – που δεν έγιναν – στον κώδικα ποινικής δικονομίας. Κι αυτό παρότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο η χώρα σημείωσε τη μεγαλύτερη αύξηση στις εν λόγω δολοφονίες το 2021 (187,5%) 9, ενώ το 2022 καταγράφηκε, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση της Γραμματείας Ισότητας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων 10, ο μεγαλύτερος αριθμός γυναικοκτονιών που έχει σημειωθεί από το 2010 (σ.σ.: οι αριθμοί δεν είναι αντιπροσωπευτικοί της κατάστασης καθώς στη χώρα όλα αυτά τα χρόνια δεν υπήρχε ένας επίσημος κρατικός φορέας, επιφορτισμένος με τη συλλογή και καταγραφή των δεδομένων που αφορούν τους φόνους γυναικών εξαιτίας του φύλου τους).
Στα λίγα θετικά που έχουν σημειωθεί σε αυτό το επίπεδο τα τελευταία χρόνια αποτελεί το γεγονός ότι η Ελλάδα, χάρη στις πιέσεις που ασκήθηκαν το 2018 από το φεμινιστικό κίνημα και τις οργανώσεις που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα 11, είναι πλέον μία από τις λίγες χώρες της Ευρώπης που αναγνωρίζει νομικά ότι το σεξ χωρίς συναίνεση είναι βιασμός.
Συμπερασματικά λοιπόν και σύμφωνα με όλα τα παραπάνω, οι «Όψεις | Δικαίωμα μου» που πραγματοποιούνται ενόψει της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας (8η Μάρτη), είναι ένας φάκελος αφιερωμένος στο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης του σώματος και στο διαχρονικό αίτημα του φεμινισμού για αναπαραγωγική ελευθερία. Με άξονα τον φεμινισμό του 99% που έχει ως επίκεντρο την απόδοση δικαιοσύνης και τη συμπερίληψη όλων των θηλυκοτήτων, στόχος είναι να συμβάλουμε στην περαιτέρω κατανόηση των πολλαπλών φαινομένων ανισότητας που αντιμετωπίζουν στην καθημερινή τους ζωή, ζητημάτων που σχετίζονται με το τρίπτυχο μητρότητα – ατεκνία – άμβλωση, δίνοντας έμφαση στην απουσία φροντιστικού μοντέλου, στις κοινωνικές πιέσεις, το στίγμα, τα στερεότυπα, αλλά και συνολικά στα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά τους δικαιώματα.
Ταυτόχρονα, οι «Όψεις | Δικαίωμα μου» επιχειρούν να αναδείξουν ζητήματα συμπερίληψης και ορατότητας που είναι απαραίτητο να ληφθούν – με τη μορφή πολιτικών – από την Πολιτεία. Επαναφέρουμε το αίτημα των Όψεων του 2022 για νομική αναγνώριση του όρου «γυναικοκτονία». Επιμένουμε στη χρήση μη σεξιστικού και μη κακοποιητικού λόγου. Εστιάζουμε στις οπτικές και μιντιακές αναπαραστάσεις γυναικών και θηλυκοτήτων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, όπως και στο ζήτημα της υποεκπροσώπησης τους στη δημόσια σφαίρα και στις επιπτώσεις που αυτό έχει στην ποιότητα της δημοκρατίας.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι για πολλές από τις φεμινιστικές πρωτοβουλίες και συλλογικότητες διεθνώς, η φετινή Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας είναι αφιερωμένη στις γυναίκες της Γάζας. Οι Παλαιστίνιες γυναίκες, σύμβολα αντοχής και γενναιότητας, συνεχίζουν να υφίστανται τις καταστροφικές επιπτώσεις ενός πολέμου που πλησιάζει στον πέμπτο μήνα του, σκοτώνοντας και τραυματίζοντας με πρωτοφανή τρόπο. Σύμφωνα με τα στοιχεία του UN Women, από τις αρχές Οκτωβρίου έχουν σκοτωθεί στη Γάζα τουλάχιστον 9.000 γυναίκες – αριθμός που πιθανότατα είναι υποεκτιμημένος, καθώς πολλές περισσότερες γυναίκες φέρονται να έχουν χάσει τη ζωή τους κάτω από τα ερείπια.