Το FootballON: More Than Goals είναι το πρώτο ερευνητικό πρόγραμμα του Eteron για την ποδοσφαιρική βιομηχανία στην Ελλάδα και τον κόσμο. Διεισδύουμε σε διαφορετικές θεματικές ενότητες και φωτίζουμε πτυχές και διαστάσεις του αθλήματος που βγαίνουν έξω από τις τέσσερις γραμμές του γηπέδου, περνούν στην κερκίδα, στο επαγγελματικό, επενδυτικό και ερευνητικό πεδίο, και εισχωρούν στη σφαίρα της καθημερινότητας εκατομμυρίων ανθρώπων.
Στόχος του προγράμματος είναι να διευρύνουμε το πεδίο αντίληψης του σύγχρονου ποδοσφαίρου και να κατανοήσουμε πως οικοδομείται, που φτάνει, ποιους αφορά, πως μεταλλάσσεται και εξελίσσεται μέσα σε ένα ταχύτατα αναπτυσσόμενο κοινωνικό, οικονομικό, πολιτισμικό και γεωπολιτικό περιβάλλον.
Το project πραγματοποιείται σε συνεργασία με το AnotherFootball, έναν οργανισμό που οραματίζεται και χτίζει ένα διαφορετικό ποδόσφαιρο και κόσμο, βασισμένο στην αλληλεγγύη, τη συνεργασία και τη βιωσιμότητα.
Το ερευνητικό πρόγραμμα ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 2025.
Επικοινωνία: d.rapidis@eteron.org
Ο Καρίμ Ζιντάν είναι πολιτικός επιστήμονας, ερευνητής δημοσιογράφος και εκδότης του Sports Politika. Συμμετέχει στο project FootballON: More Than Goals του ETERON, μιλώντας για το ρόλο της Σαουδικής Αραβίας στο ποδόσφαιρο, την κατάσταση στην Γάζα, τις συνέπειες της Αραβικής Άνοιξης στο ποδόσφαιρο της Μέσης Ανατολής, κυρίως της Αιγύπτου, και αναδεικνύει το ρόλο του αθλήματος στον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία.
Διαβάστε ολόκληρη τη συνέντευξη παρακάτω:
Η επένδυση της Σαουδικής Αραβίας στο ποδόσφαιρο, από την ανάληψη μεγάλων διοργανώσεων μέχρι την εξαγορά συλλόγων όπως η Νιούκαστλ στην Premier League, έχει προκαλέσει ανησυχίες σχετικά με πιθανό sportswashing για απόκτηση γεωπολιτικής επιρροής. Πως βλέπετε να εξελίσσεται ο ρόλος της Σαουδικής Αραβίας στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο τα επόμενα χρόνια, ιδιαίτερα με ορίζοντα τη διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2034;
Η επιρροή της Σαουδικής Αραβίας στο ποδόσφαιρο είναι πιθανό να επεκταθεί σημαντικά τα επόμενα χρόνια. Από την άνοδο του πρίγκιπα διαδόχου Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν (MBS), το Βασίλειο κατάφερε να αγοράσει τη Νιούκαστλ Γιουνάιτεντ – ένα βρετανικό πολιτιστικό αγαθό – εξασφαλίζοντας δεκάδες υψηλού προφίλ χορηγικές συμφωνίες με διάφορα κυβερνητικά όργανα από τη FIFA έως την CONCACAF.
Στη Σαουδική Αραβία παραχωρήθηκαν επίσης τα δικαιώματα φιλοξενίας του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2034, σε μια πρωτοφανή εξέλιξη για μια χώρα που ήταν αρκετά αντιδραστική και σε καθεστώς απομόνωσης μόλις πριν από μια δεκαετία. Οι συνέπειες αυτής της εξέλιξης αναπτύσσονται ήδη μπροστά στα μάτια μας: Οι επενδύσεις στον αθλητισμό —είτε μέσω συμφωνιών χορηγίας, αγοράς αθλητών ή εξαγοράς συλλόγων— επέτρεψαν στη Σαουδική Αραβία να αναδιαμορφώσει την παγκόσμια αφήγηση, να σιωπήσει τους επικριτές της και να αποκτήσει εξέχουσα θέση στο άθλημα. Πολλά από τα παραπάνω έχουν αποβεί εις βάρος της χρηστής διακυβέρνησης, καθώς οργανισμοί και κυβερνητικά όργανα εξαρτώνται πλέον από τους οικονομικούς πόρους της Σαουδικής Αραβίας και είναι πρόθυμοι να κάνουν εξαιρέσεις για το Βασίλειο, συμπεριλαμβανομένης της αγνόησης των παραβιάσεων στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Το ποδόσφαιρο στη Γάζα συνεχίζει να αντιμετωπίζει εξαιρετικές προκλήσεις λόγω του συνεπειών του πολέμου. Ποια είναι η κατάσταση σήμερα;
Η εθνοκάθαρση της Γάζας έχει απογυμνώσει την πολιορκημένη περιοχή από νοσοκομεία, σχολεία, τα πολιτιστικά και θρησκευτικά της ορόσημα και τις αθλητικές υποδομές της. Η πρόσβαση σε βοήθεια είχε περιοριστεί από τις ισραηλινές δυνάμεις, οδηγώντας σε αύξηση του υποσιτισμού, της πείνας και των ασθενειών μεταξύ των εκτοπισμένων κατοίκων. Εν τω μεταξύ, περισσότεροι από 500 αθλητές έχουν σκοτωθεί, μεταξύ των οποίων περισσότεροι από 300 ποδοσφαιριστές. Μερικοί ήταν πολλοί γνωστοί, όπως ο Hany Al-Masdar, πρώην παίκτης και προπονητής της ολυμπιακής ομάδας και ο Mohammed Barakat, ένας τρομερός παίκτης, γνωστός ως ο «θρύλος του Khan Younis». Άλλοι ήταν παιδιά, των οποίων τα όνειρα έσβησαν ως μέρος της συλλογικής τιμωρίας των Παλαιστινίων για τα εγκλήματα της Χαμάς.
Μπορεί το ποδόσφαιρο να χρησιμεύσει ως εργαλείο αντίστασης και ενδυνάμωσης απέναντι στις κοινωνικοοικονομικές αντιξοότητες; Και για να πάμε ένα βήμα παραπέρα, ποιο ρόλο μπορούν να παίξουν οι διεθνείς ποδοσφαιρικοί οργανισμοί και οι αθλητές στην υποστήριξη του παλαιστινιακού ποδοσφαίρου και στην προώθηση της ειρήνης στην περιοχή;
Παρά τις τραγικές εξελίξεις τους τελευταίους 16 μήνες, οι Παλαιστίνιοι στη Γάζα χρησιμοποιούν το ποδόσφαιρο ως μορφή αντίστασης. Τους τελευταίους μήνες έχω αναφερθεί σε αρκετές από αυτές τις πρωτοβουλίες, συμπεριλαμβανομένης της προσπάθειας της Παλαιστινιακής Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας να δημιουργήσει ένα κέντρο προπονήσεων και άθλησης για εκτοπισμένους εφήβους στην περιοχή Khan Younis. Άλλες ομάδες έχουν δημιουργήσει παρόμοιες πρωτοβουλίες, όντας αποφασισμένες να ανακτήσουν μια φευγαλέα αίσθηση κανονικότητας μέσα από το παιχνίδι που αγαπούν. Αυτές οι προσπάθειες «από τα κάτω» αποτελούν μια σημαντική, όσο και συμβολική μορφή αντίστασης.
Για το ρόλο των διεθνών ποδοσφαιρικών οργανισμών, ενώ η FIFA και άλλοι οργανισμοί ισχυρίζονται εδώ και καιρό ότι αποτελούν «φορείς ειρήνης», η διατήρηση της συνεργασίας με αυταρχικά καθεστώτα αποδεικνύει ότι οι ισχυρισμοί τους είναι κούφιοι και υποκριτικοί. Εγώ προσωπικά δεν είχα καμία εμπιστοσύνη στη FIFA ότι μπορούσε να ηγηθεί των προσπαθειών για κατάπαυση του πυρός. Εάν το έκανε, θα όφειλε να ξεκινήσει με την επιβολή κυρώσεων στο Ισραήλ για τα εγκλήματα στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη, σύμφωνα με το καταστατικό της FIFA. Ωστόσο, η διαρκής καθυστέρηση για οποιαδήποτε τέτοια απόφαση αποδεικνύει εμφατικά τη δειλία της παγκόσμιας ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας.
Η Αραβική Άνοιξη επέφερε βαθιές κοινωνικές και πολιτικές αλλαγές στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Μετά από παραπάνω από 10 χρόνια από εκείνες τις ημέρες, σε ποιο βαθμό εκτιμάτε ότι εκείνα τα γεγονότα έχουν αναδιαμορφώσει τη σχέση μεταξύ ποδοσφαίρου και πολιτικής στην ευρύτερη γεωγραφική περιφέρεια; Οδήγησαν σε δομικές αλλαγές στην οπαδική κουλτούρα, στην ιδιοκτησία των συλλόγων ή στη διακυβέρνηση του αθλήματος;
Με δυο λόγια, το ποδόσφαιρο έχει αλλάξει δραματικά μετά την Αραβική Άνοιξη. Στην Αίγυπτο, για παράδειγμα, απαγορεύτηκε στους οπαδούς να παρακολουθούν αγώνες στα γήπεδα για σχεδόν μια δεκαετία λόγω του φόβου της κυβέρνησης ότι δεν θα μπορούσε να ελέγξει την νεολαία, με συνέπεια μια ολόκληρη γενιά Αιγύπτιων παικτών να μεγαλώσει παίζοντας μπροστά σε άδεια γήπεδα. Αυτό είχε βαθύ αντίκτυπο στην εθνική ομάδα, η οποία υστέρησε σε ποιότητα, παρά το γεγονός ότι παίκτες όπως ο Μο Σαλάχ αναδείχθηκαν σε εθνικά είδωλα. Άλλες χώρες βρέθηκαν αντιμέτωπες με πιο δυσμενείς συνέπειες, μεταξύ των οποίων η Λιβύη και η Συρία, που «βυθίστηκαν» σε εμφύλιους πολέμους. Εν τω μεταξύ, χώρες όπως η Σαουδική Αραβία έχουν βρει νέα ζωή στο πολιτικό κενό που δημιουργήθηκε μετά την Αραβική Άνοιξη, το εθνικό πρωτάθλημα αναζωογονήθηκε και στο Ριάντ δόθηκε η διοργάνωση του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2034.
Ενώ το ποδόσφαιρο ήταν κάποτε ένα πεδίο για την αμφισβήτηση των κοινωνικών και πολιτικών συνθηκών, το άθλημα έχει πλέον ενσωματωθεί στην πολιτική ατζέντα αυταρχικών κυβερνήσεων.
Ωστόσο, ειδικά στις χώρες της Βορείου Αφρικής, οι οπαδοί των ποδοσφαιρικών ομάδων είναι γνωστοί για το πάθος, τη δυναμική κερκίδα, τα κορεό, τα συνθήματά τους, παίζοντας συχνά σημαντικό ρόλο στα κοινωνικά και πολιτικά κινήματα. Πως η οπαδική κουλτούρα έχει συμβάλλει στη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας και στην πολιτικοποίηση του αθλήματος;
Στην πορεία προς την Αραβική Άνοιξη, το ποδόσφαιρο ήταν ένας από τους λίγους τρόπους έκφρασης που προσφέρθηκαν στους Άραβες νέους που ζούσαν κάτω από στρατιωτικές δικτατορίες στην περιοχή. Στην Αίγυπτο, για παράδειγμα, μπορέσαμε να οργανωθούμε σε ομάδες οπαδών γνωστές ως ultras και κάναμε ορατή την παρουσία μας κατά τη διάρκεια των αντικαθεστωτικών αγώνων μέσω τραγουδιών, πανό και φωτοβολίδων. Ήταν συναρπαστικό, και εγώ ως έφηβος εκείνη την περίοδο στην Αίγυπτο, θυμάμαι τις μέρες εκείνες με πολλή αγάπη.
Οι ίδιοι οι Αιγύπτιοι ultras θα συνέχιζαν να έχουν κεντρικό ρόλο στα κοινωνικά κινήματα κατά τη διάρκεια της Αραβικής Άνοιξης. Έχοντας εμπειρία στη διαχείριση και αντιμετώπιση επιθέσεων από τις αστυνομικές αρχές, ήταν καλύτερα εξοπλισμένοι και προετοιμασμένοι από τους περισσότερους διαδηλωτές για να αντιμετωπίσουν το καθεστώς και ο ρόλος τους αποδείχθηκε καθοριστικός για την επιτυχία της επανάστασης.
Ωστόσο, τα πράγματα κατέρρευσαν τα χρόνια που ακολούθησαν την Αραβική Άνοιξη. Αυτό που ξεκίνησε ως μια περίοδος υπόσχεσης και αλλαγής, μας οδήγησε τελικά στα χέρια αδίστακτων στρατιωτικών δικτατοριών. Μέχρι το 2015, οι ultras είχαν διωχθεί μαζικά και η παρουσία τους στους κόλπους της αιγυπτιακής κοινωνίας είχε απαγορευτεί, καθώς είχαν χαρακτηριστεί ως «τρομοκρατική οργάνωση». Ο λόγος πίσω από εκείνη την απόφαση ήταν ότι η αιγυπτιακή κυβέρνηση ήταν τρομοκρατημένη από την επιρροή που είχαν οι ποδοσφαιρικές ομάδες στην πολιτική ζωή. Φοβόντουσαν το ποδόσφαιρο, φοβόντουσαν εμάς.
Ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία έχει καταστροφικές επιπτώσεις σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινής ζωής, συμπεριλαμβανομένων των ποδοσφαιρικών υποδομών. Συνολικά, πως έχει επηρεάσει ο πόλεμος τον κοινωνικό και οργανωτικό ιστό του συριακού ποδοσφαίρου;
Κατά τη διάρκεια της Αραβικής Άνοιξης και του εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε στη Συρία, το καθεστώς του Μπασάρ αλ Άσαντ χρησιμοποίησε το ποδόσφαιρο ως πολιτικό εργαλείο για να αποσπάσει την προσοχή τμημάτων της κοινωνίας από τις φρικαλεότητές του και την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, παρουσιάζοντας μια επίπλαστη εικόνα ειρήνης και σταθερότητας. Ο ίδιος πόζαρε επανειλημμένα με την εθνική ομάδα σε δημόσιες εκδηλώσεις και μάλιστα φιλοξένησε και μερικούς ποδοσφαιρικούς αγώνες στο Χαλέπι όταν απελευθερώθηκε η πόλη για πρώτη φορά από τις δυνάμεις του ISIS, το 2017. Οι ποδοσφαιριστές που εναντιώθηκαν στον Άσαντ εξοντώθηκαν, το ποδόσφαιρο «κανιβαλίστηκε» και αποδυναμώθηκε πλήρως τόσο σε επίπεδο συλλόγων και παικτών, όσο και στο επίπεδο της εθνικής ομάδας.
Αμέσως μετά την πτώση του Άσαντ, η συριακή ποδοσφαιρική ομοσπονδία άλλαξε το λογότυπό της για να αντικατοπτρίζει τα πράσινα χρώματα της σημαίας της ανεξαρτησίας της Συρίας που χρησιμοποιείται από τις δυνάμεις των ανταρτών. Η κίνηση υποτίθεται ότι σημαίνει την ένωση των συγκρουόμενων μερών, την καθεστωτική αλλαγή και το τέλος της επιρροής του Άσαντ στο ποδόσφαιρο. Αμέτρητοι παίκτες εξέφρασαν την υποστήριξή τους προς τους αντάρτες, ενώ άλλοι απέτισαν φόρο τιμής σε ποδοσφαιριστές που έχασαν τη ζωή τους κατά τη διάρκεια του πολέμου, συμπεριλαμβανομένων αρκετών παικτών που είχαν ενταχθεί στις δυνάμεις των ανταρτών. Τίποτα από αυτά δεν θα ήταν δυνατό κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης του Άσαντ και υποδηλώνει ότι ίσως μπαίνουμε σε μια νέα εποχή στην ιστορία της Συρίας. Ο χρόνος θα δείξει για το που οδεύουμε.