To project “Youth – Voice On” αποτελεί συνέχεια του “Gen Z – Voice On” διευρύνοντας το πεδίο αναφοράς της έρευνας και των πρωτοβουλιών μας σε ένα μεγαλύτερο ηλικιακό εύρος νέων 17 – 34 ετών.
Στόχος του project είναι να σκιαγραφήσουμε το προφίλ της νέας γενιάς, καταγράφοντας, αναλύοντας και συζητώντας τις τοποθετήσεις των νέων σε μια σειρά από πολιτικά, αξιακά και ιδεολογικά ζητήματα, όπως: θεσμοί, δημοκρατία, οικονομία, μεταναστευτικό, έμφυλα ζητήματα και προσδοκίες για το μέλλον.
Μέσα από έρευνα, δικτύωση και συμμετοχικές πρωτοβουλίες, στόχος μας είναι να ενδυναμώσουμε τις φωνές της νέας γενιάς και να κατανοήσουμε τα χαρακτηριστικά και τις αντιλήψεις τους, τα συναισθήματα και την πολιτική τους συμμετοχή.
Το project ξεκίνησε τον Μάιο του 2023.
Επικοινωνία: costas.gousis@eteron.org
Παραφράζοντας τον τίτλο ενός άρθρου αναφοράς που μελετά την αργή παρουσία των γυναικών στην πολιτική, 1 ίσως ποτέ άλλοτε να μην είχαμε στην Ελλάδα τόσο πολλές και τόσο συχνές (και σημαντικές θα προσέθετα) μελέτες για τους/ις νέους/ες και τη νέα γενιά. Η αναζήτηση στη διαδικτυακή πύλη του «Μελετητή Google» της «λέξης-κλειδί: νεολαία και πολιτική» (βλ. Γράφημα 1) δίνει μόλις 95 αποτελέσματα για την πενταετία 1990 – 1994, 148 αποτελέσματα για την πενταετία 1995 – 1999, 207 αποτελέσματα για την πενταετία 2000 – 2004, 708 για την πενταετία 2005 -2009, 1350 για την πενταετία 2010-2019, 3300 για την πενταετία 2015-2019 και 2.620 αποτελέσματα από το 2020 μέχρι σήμερα. 2
Πέραν των όποιων μεθοδολογικών περιορισμών και ενστάσεων για την ακρίβεια των αποτελεσμάτων που προσφέρει η συγκεκριμένη αναζήτηση, οι αριθμοί υποδηλώνουν μια δυναμική η οποία δεν μπορεί παρά να αντανακλάται και στο επίπεδο της εγχώριας αρθρογραφίας, δημόσιας συζήτησης και παρέμβασης.
Πηγή: Google Scholar
Υπάρχει κάποιο σημείο «ορόσημο» το οποίο να πυροδότησε το ενδιαφέρον για το εν λόγω πεδίο είτε ως χρονική στιγμή είτε ως πολιτικό γεγονός; Τα στοιχεία του Γραφήματος 1 μας επιτρέπουν να υποθέσουμε ότι η 5ετία 2005-2009, με ορόσημο το 2008, αποτελεί μάλλον το σημείο εκκίνησης για την εξάπλωση αυτή. Πράγματι, ο «Δεκέμβρης του ‘08» φαίνεται ότι λειτούργησε ως αφετηρία μιας νέας επιστημονικής και ερευνητικής παραγωγής σε Πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, think tanks κτλ. Η τάση αυτή, συνεχίστηκε και κορυφώθηκε στο διάστημα της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, καθώς τόσο οι μαζικές κινητοποιήσεις στις πλατείες κατά τη ψήφιση των Μνημονίων, όσο και η εκλογική συμπεριφορά των νέων στις εκλογές από το 2012 και μετά όπως επίσης και στο δημοψήφισμα του Ιουλίου του 2015, πιστοποιούν μια στροφή στο ενδιαφέρον προς τους νέους και τις νέες (βλ. ενδεικτικά άρθρο Παντελίδου Μαλούτα και Ζηργάνου Καζολέα στο παρόν αφιέρωμα, καθώς και Παντελίδου Μαλούτα, 2015).
Έτσι, λίγο καταχρηστικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι στο πεδίο της ανάλυσης της πολιτικής και εκλογικής συμπεριφοράς, μέχρι το 2008, η ηλικία αποτελούσε περισσότερο μια δημογραφική μεταβλητή και λιγότερο μια ξεχωριστή κοινωνική κατηγορία, με την μεταστροφή στο ενδιαφέρον προς την νεολαία ή τους/ις νέους/ες, ως αυτόνομο πεδίο ανάλυσης, να είναι προϊόν της τελευταίας 15ετιας.3
Το ενδιαφέρον αυτό δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση εγχώρια πρωτοτυπία. Εγγράφεται σε μια γενικότερη στροφή στη δημόσια συζήτηση και μπορεί, εν πολλοίς, να αποδοθεί σε παράγοντες που αναφέρονται στην επίδραση της συγκυρίας διεθνώς: η παγκόσμια οικονομική κρίση η οποία εκδηλώνεται το 2008, οι μεγάλες κινητοποιήσεις παγκοσμίως, αλλά και οι κοινωνικό-δημογραφικές μεταβολές του 21ου αιώνα που σχετίζονται με τους/ις νέους/ες όπως: α) η μικρότερη –αναλογικά- συμμετοχή τους στο εκλογικό σώμα, συνέπεια αφενός της γήρανσης του πληθυσμού και, αφετέρου, του γεγονότος ότι οι μεγαλύτερες ηλικίες ψηφίζουν σε υψηλότερα ποσοστά, β) το γεγονός ότι καθυστερούν, σε σχέση με παλαιότερες γενεές, να φτάσουν ορισμένα ορόσημα που σχετίζονται με την ενηλικίωση (σπίτι, γάμος, οικογένεια, σταθερή απασχόληση, κοκ) και συνδέονται και με την πολιτική συμμετοχή και, γ) οι σαρωτικές μεταβολές στο καθεστώς απασχόλησης (η γενιά με τα υψηλότερα προσόντα και τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας) είναι φαινόμενα που αφορούν έναν παγκόσμιο πληθυσμό και ξεπερνούν τα εθνικά σύνορα και, για τον λόγο αυτό, ανακύπτουν με τέτοια ένταση στο πεδίο του ερευνητικού ενδιαφέροντος.
Από την γενιά του Πολυτεχνείου στους Millennials και στην GenZ: από το εθνικό γεγονός στην «παγκόσμια» γενιά;
Οι κλασικές προσεγγίσεις και μελέτες των νέων (αλλά και των γενεών) όταν αναφέρονταν στην κοινωνικοποιητική διάσταση της έννοιας της γενιάς χρησιμοποιούσαν ως σημείο αναφοράς, αλλά και μέτρησης, μείζονα κοινωνικοποιητικά γεγονότα που αφορούσαν την ελληνική πολιτική και κοινωνία. Μεταπολιτευτικά, στην επιστημονική έρευνα, αλλά και στον δημοσιογραφικό και δημόσιο λόγο, γίνονταν κυρίως αναφορές στη γενιά του «114», του «Πολυτεχνείου» ή της «Μεταπολίτευσης», ενώ ποικίλες ερευνητικές προσεγγίσεις μετέπειτα αναφέρουν εγχώρια πολιτικά γεγονότα.
Ενδεικτικά, αυτά μπορεί να είναι η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία στην κλασική, πλέον, μελέτη για «τους έφηβους της Αλλαγής» (Παντελίδου, 1991), ορισμένες κινηματικές διαδικασίες στις οποίες πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν οι νέοι/ες, όπως οι αναφορές στη «γενιά των καταλήψεων του ’90-91» (Σκλαβενίτης, 2016) ή στον Δεκέμβριο του 2008, ενώ στις περιοδολογήσεις που εισήγαγε η Martin (2004: 191) στη συγκριτική της μελέτη για την Ελλάδα και την Ισπανία, το εθνικό (γεγονός) είναι αυτό που δίνει όνομα στην κάθε γενιά. Περίπου πριν από μια δεκαετία εισάγεται στην ανάλυση η «γενιά των 700 ευρώ» (για το πώς κατασκευάζεται η εν λόγω κατηγορία βλ. Χιωτάκη-Πούλου και Σακελλαρίου, 2010), σύντομα όμως εγκαταλείπεται και αυτή.
Πλέον, οι εγχώριες ταυτότητες εμφανίζονται να μην επαρκούν, καθώς η παγκοσμιοποίηση των προβλημάτων οδηγεί και στην παγκοσμιοποίηση των ταυτίσεων και των ταυτοτήτων. Το ερώτημα που μάλλον εκκρεμεί, και είναι ενδεχομένως δύσκολο να απαντηθεί, είναι το εάν οι νεότερες αυτές γενιές αυτό-προσδιορίζονται και με περισσότερο παγκοσμιοποιημένους όρους σε σχέση με τις παλαιότερες. Ορισμένες εμφανείς ομοιότητες, τόσο σε πολιτισμικό όσο και σε οικονομικό, αλλά και σε τεχνολογικό, επίπεδο έρχονται στο μυαλό μας στο ερώτημα αυτό.
Ξεκινώντας από το τελευταίο, οι μεγάλες τεχνολογικές καινοτομίες στο πεδίο του διαδικτύου τον 21ο αιώνα, που συμβατικά μπορούν να ενταχθούν σε αυτό που ονομάζουμε «Web 2.0», εμφανίζονται και κυριαρχούν και στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες.
Μείζονα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά, γεγονότα τα οποία αλλάζουν τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε και βιώνουμε την καθημερινότητά μας (παγκόσμια οικονομική κρίση, προσφυγικές ροές, πανδημία, περιβαλλοντική κρίση) αποσυνδέονται από τη σφαίρα του «εθνικού». Καθημερινές συνήθειες και πρακτικές, όπως οι συναλλαγές σε ένα ενιαίο νόμισμα ή οι μετακινήσεις χωρίς συνοριακούς ελέγχους, διαμορφώνουν μια αίσθηση παγκοσμιοποιημένων εμπειριών.
Ενδεικτικά, σε πρόσφατη έρευνα του «Εθνικού Κέντρου Κοινωνικών Ερευνών» (ΕΚΚΕ) σε νέους/ες ηλικίας 18-29 ετών, που καταγράφει ποια προσωπικά βιώματα τους επηρέασαν προσωπικά σε σχέση με την Ε.Ε., διαπιστώνεται ότι η «ελεύθερη διέλευση εντός Σένγκεν» είναι το πλέον σημαντικό βίωμα των νέων σήμερα αναφορικά με την εικόνα που έχουν για την Ε.Ε. με το «κοινό νόμισμα» να ακολουθεί (Ηλιού, Κακεπάκη και Κληρονόμος, 2022: 21).
Στοιχεία από παλαιότερη έρευνα του ΕΚΚΕ (Ηλιού και Κακεπάκη 2021) που προσπάθησαν να αναζητήσουν το κοινωνικοποιητικό «γεγονός» των ατόμων που γεννήθηκαν μεταξύ 1991 και 2003 συνέτειναν στο συμπέρασμα ότι τα προσωπικά και οικογενειακά βιώματα είναι αυτά που, εν τέλει, διαμορφώνουν την πολιτική τους ταυτότητα, επιβεβαιώνοντας έτσι τη διαχρονική ισχύ της διαδικασίας πολιτικής κοινωνικοποίησης των ατόμων στο πλαίσιο της οικογένειας έναντι μείζονων πολιτικών γεγονότων.
Συμπερασματικά
Στο σύντομο αυτό σημείωμα καταγράψαμε εν συντομία ορισμένα βασικά χαρακτηριστικά στην εξέλιξη του δημόσιου και επιστημονικού λόγου αναφορικά με την έννοια της νέας γενιάς και των νέων. Αν και δεν διατυπώνεται πάντοτε ρητά, σταδιακά διαμορφώνεται μια προσέγγιση των νέων όχι ως ηλικιακή ή βιολογική/εξελικτική κατηγορία, αλλά ως κοινωνική κατηγορία με χαρακτηριστικά γενιάς. Ωστόσο, η μεταβολή αυτή, καθώς συντελέστηκε την τελευταία 15ετία περίπου, έχει εστιάσει περισσότερο στις δυο τελευταίες γενιές, αυτήν των Millennials και GenZs. Αποδέχεται, δηλαδή, τη σχετική ταξινόμηση που διαμορφώθηκε και υιοθετήθηκε ευρύτατα στις ΗΠΑ, ως συνέχεια προηγούμενων ταξινομήσεων (Silent generation, Baby Boomers, Gen X) βασισμένων σε δημογραφικές, κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές εξελίξεις των ΗΠΑ.
Ταυτόχρονα, παλαιότερες ταξινομητικές προσπάθειες μελέτης στην Ελλάδα, με αναφορές σε εγχώριες -πολιτικές κατά κύριο λόγο- εξελίξεις (π.χ. «γενιά της Αντίστασης», του «114», του «Πολυτεχνείου», της «Μεταπολίτευσης», της «Αλλαγής», των «Καταλήψεων», του «Δεκέμβρη του ’08», κ.ο.κ.) σταδιακά υποχωρούν. Με άλλα λόγια, ένα άτομο ηλικίας 70 ετών σήμερα πολύ δύσκολα θα αυτό-προσδιοριστεί ως «boomer».5 Αντίθετα, η ταύτιση με τη «GenZ» για τον σημερινό 16χρόνο μοιάζει σχεδόν αυτονόητη επιλογή. Πέρα από τις όποιες επικοινωνιακές-μιντιακές επιρροές ή/και έναν ταυτοτικό κοσμοπολιτισμό, υποστηρίζουμε ότι η μετάβαση αυτή μάλλον σηματοδοτεί την υποχώρηση της σημασίας της (εγχώριας) πολιτικής στην διαμόρφωση πολιτικών ταυτοτήτων.
Τα μεγάλα γεγονότα, εκείνα δηλαδή που θα επικαθορίσουν και θα συνοδεύσουν ως προσδιορισμό στις μελλοντικές αναλύσεις την κάθε γενιά, παύουν να προέρχονται και να παράγονται ενδογενώς. Συνεπώς, αν σε παλαιότερη έρευνα σχολιάζαμε ότι «δεν μπορεί εύκολα να απαντηθεί αν […] η γενιά των ανθρώπων που γεννιούνται μετά το 1991 δεν έχει ζήσει (ακόμα;) το δικό της Πολυτεχνείο, ή τη δική της Μεταπολίτευση ή Αλλαγή» (Κακεπάκη 2020: 7), σήμερα θα προχωρούσαμε αυτόν τον προβληματισμό λέγοντας ότι, ενδεχομένως, τα γεγονότα που κάνει δικά της η νεότερη γενιά βρίσκονται έξω από τα όρια του «εθνικού». Συνέπεια αυτού, γεγονότα που εκ πρώτης όψεως σοκάρουν και μοιάζει να χαράσσονται στη μνήμη των νεότερων (πχ. το δυστύχημα των Τεμπών) μάλλον δεν λειτουργούν ως «μεγάλα» γεγονότα.
Ως υστερόγραφο, θα προσθέταμε κάτι ακόμα: κάθε μελέτη της νέας γενιάς – όπως και αν τελικά την ονοματίσουμε – απαιτείται να προσπαθεί να διακρίνει εάν οι στάσεις και οι αντιλήψεις των ατόμων θα τα συνοδεύουν για όλη την υπόλοιπη ζωή τους, καθορίζοντας το ποιοι και ποιες είναι, ανεξάρτητα από την ηλικιακή κατηγορία στην οποία θα βρίσκονται. Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο πρέπει ο φακός, πλέον, να εστιάσει στο σύνολο του πληθυσμού και σε ικανό βάθος χρόνου έτσι ώστε να δώσει τις απαραίτητες απαντήσεις. Σε διαφορετική περίπτωση, κάθε τι που μελετάμε θα έχει αναγκαστικά αποσπασματικό χαρακτήρα.
Βιβλιογραφικές Αναφορές