Το 2019 η Dani García Pulgarín έκανε αίτηση στο εθνικό Ληξιαρχείο της Κολομβίας να προστεθεί μία τρίτη επιλογή στην ταυτότητά της ως προς τον προσδιορισμό του φύλου. Μετά από μία σειρά απορριπτικών αποφάσεων, η υπόθεση της Dani έφτασε τον Μάρτιο του 2022 στο Συνταγματικό Δικαστήριο της Κολομβίας, το ανώτατο δικαστήριο της χώρας, το οποίο κατέληξε στην απόφαση πως τα δικαιώματα της Garcia στην ισότητα, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, και την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητάς της είχαν παραβιαστεί.
Συγκεκριμένα, το ανώτατο δικαστήριο της χώρας αποφάσισε ότι η κυβέρνηση πρέπει να δώσει μία τρίτη επιλογή όσον αφορά το πεδίο του φύλου για τα επίσημα έγγραφα. Έτσι, η Κολομβία έγινε η πρώτη χώρα της Λατινικής Αμερικής που παρέχει αναγνώριση σε μη δυαδικά άτομα.
Ο/Η κολομβιανός/ή φωτογράφος Valentina Prada φωτογράφισε, αποκλειστικά για το Eteron, ΛΟΑΤΚΙ+ ζευγάρια στους χώρους που αισθάνονται ασφαλή και συζήτησε μαζί τους για την εμπειρία τους από το δικό τους coming out, την αποδοχή της διαφορετικότητας στα σχολεία και τις πρόσφατες θεσμικές εξελίξεις στην Κολομβία.
Μαρ και Νταν
To Μαρ έκανε coming out στη μητέρα του καθώς επέβαιναν στο τραμ, όταν ήταν 11 ή 12 χρονών. Η μητέρα του αποκρίθηκε «Καλώς. Όλα καλά». Την θυμάται να αντιμετωπίζει τη δήλωσή του με κατανόηση και ευγένεια. Στον πατέρα του, το είπε φωνάζοντας γιατί, σύμφωνα με το ίδιο, του απευθύνεται πάντα έτσι ανεξαρτήτως θέματος. Το αγκάλιασε και όλα ήταν εντάξει. Το coming out ως trans το έκανε λίγο αργότερα μέσω μηνύματος στην ομαδική συνομιλία τους στο WhatsApp.
-Γεια σας, είμαι τρανς.
-Τέλεια!
Η οικογένειά του έδειξε κατανόηση και σεβασμό ως προς τη σεξουαλικότητα και την ταυτότητα φύλου του, κάτι που βοήθησε στην αποδοχή της διαφορετικότητάς του σε πολύ μικρή ηλικία. Όμως ο σχολικός περίγυρος ήταν μία διαφορετική υπόθεση.
Το Μαρ άλλαξε οχτώ σχολεία μέχρι να αποφοιτήσει. Σε ένα από τα σχολεία που φοίτησε, η δασκάλα στο μάθημα της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης ζήτησε από τα παιδιά να κάνουν σχετικές ερωτήσεις. Το Μαρ ρώτησε πώς θα μπορούσε να φροντίσει τη σεξουαλική του υγεία έχοντας ως ερωτική σύντροφο μια γυναίκα. Του απάντησε πώς δεν έχει πολλές πληροφορίες για το συγκεκριμένο θέμα. «Τότε κατάλαβα ότι η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση δεν γινόταν για μένα αλλά για τους στρέιτ μαθητές και μαθήτριες», σχολιάζει το Μαρ.
Όμως από το ίδιο σχολείο θυμάται και την αντιμετώπιση της ψυχολόγου που εργαζόταν τότε εκεί. Όταν της είπε ότι είναι bi -όπως αυτοπροσδιοριζόταν τότε-, η ψυχολόγος οργάνωσε μία δραστηριότητα όπου τα παιδιά σχημάτισαν έναν κύκλο και στη μέση υπήρχε μία καρέκλα. Το κάθε παιδί έπρεπε να καθίσει στην καρέκλα και να μοιραστεί με τα υπόλοιπα παιδιά κάτι για τη ζωή του. Παρότρυνε το Μαρ αν νιώσει άνετα, να πει στους συμμαθητές και στις συμμαθήτριες του ότι είναι bi. Το Μαρ ανέβηκε στην καρέκλα και είπε «Γεια σας, είμαι bi» και η ψυχολόγος το ευχαρίστησε που το μοιράστηκε μαζί τους. Το Μαρ θυμάται με πολύ όμορφο τρόπο εκείνη την ημέρα γιατί ένιωσε ότι η δασκάλα το αποδέχτηκε μπροστά σε όλους τους μαθητές και τις μαθήτριες.
Το Μαρ θεωρεί ότι η νομική αναγνώριση των non-binary ατόμων, ήταν ένα δικαίωμα που παραχωρήθηκε μετά από αγώνες και πιέσεις του ΛΟΑΤΚΙ+ κινήματος και όχι επειδή το κράτος το αναγνώρισε ως ένα δικαίωμα που έχει σημασία να κατοχυρωθεί. «Δεν κερδίζονται επειδή το κράτος αναγνωρίζει ότι μας αξίζουν, αλλά επειδή κράτος και θεσμοί κουράζονται από την πίεση που τους ασκούμε και τελικά υποχωρούν. Νιώθω, δηλαδή, ότι όλα γίνονται ως αποτέλεσμα μιας πίεσης, αντί να είναι κάτι που μας κάνει όλα να νιώθουμε καλύτερα και να ζούμε μια αξιοπρεπή ζωή».
Σε κάθε περίπτωση, η αλλαγή στα έγγραφα των non-binary ατόμων είναι κάτι που φοβίζει το Μαρ, όσον αφορά τη στάση της Αστυνομίας. Αναρωτιέται αν τα νέα έγγραφα θα αποτελέσουν αφορμή να εκδηλωθεί ακόμα μεγαλύτερο μίσος και τρανσφοβία γιατί, «στην Κολομβία οι αστυνομικοί κι οι αστυνομικίνες χωρίζονται δυαδικά και το ίδιο ισχύει και για τους σωματικούς ελέγχους. Αν σε θεωρήσουν γυναίκα, σου κάνουν σωματικό έλεγχο ως γυναίκα, κι αν σε θεωρήσουν άντρα, ως άντρα». Ποια διαδικασία θα προβλέπεται τώρα σε αυτές τις περιπτώσεις;
Το Νταν ποτέ δεν σκέφτηκε ως ενδεχόμενο να κρύψει τον σεξουαλικό του προσανατολισμό. Παρότι η επικοινωνία με την οικογένειά του είναι περίπλοκη, το ίδιο αισθάνεται ότι ποτέ δεν απέρριψαν τον τρόπο που ζει.
Το σχολείο για το ίδιο είναι ένας από τους χώρους που δημιουργεί κι ενισχύει τις θεσμικές προκαταλήψεις, αντί να δημιουργεί χώρους συζήτησης γύρω από την πολιτιστική ποικιλομορφία. Χρειάστηκε να ενηλικιωθεί και να αρχίσει να συμμετέχει σε αυτοδιαχειριζόμενες και ανεξάρτητες πολιτικές οργανώσεις, προκειμένου να μπορέσει να κάνει αυτήν τη συζήτηση. «Εκεί αντιλήφθηκα την αξία της διαφορετικότητας εντός μιας κοινότητας».
Ως non-binary άτομο χαίρεται που έχει πλέον τη δυνατότητα να βλέπει αποτυπωμένο και στο έγγραφο της ταυτότητάς του αυτό που βλέπει στο εαυτό του. Θεωρεί, ωστόσο, ότι είναι μόνο το πρώτο βήμα στη μάχη του με τη γραφειοκρατία, γιατί ανησυχεί για το νομικό κενό που υπάρχει στον τομέα της Υγείας, στις συντάξεις, την Εκπαίδευση. «Όλα αυτά θα έπρεπε να υποστούν μεταρρυθμίσεις. Ελπίζω απλά ότι ο διάλογος που έχει ανοίξει στους δρόμους θα επεκταθεί και στις κρατικές υπηρεσίες».
Και το Νταν και το Μαρ αντιλαμβάνονται σαν έναν ασφαλή χώρο το σπίτι τους και το Πανεπιστήμιο, καθώς το αισθάνονται ως το μόνο μη τρανσφοβικό μέρος που έχουν πάει.
Αλεχάνδρα Εστέμπαν και Λιν Πόρας
Για το Αλεχάνδρα και το Λιν ήταν εύκολο να μοιραστούν την ταυτότητα φύλου τους με φίλους, γονείς και συγγενείς κοντά στην ηλικία τους. Ωστόσο για τους ηλικιωμένους συγγενείς ή για τους πιο ηλικιωμένους ανθρώπους του περίγυρού τους, ήταν πολύ δύσκολο.
Θεωρούν ότι σε γενικές γραμμές η Κολομβία είναι μία χώρα μη φιλική απέναντι στα ΛΟΑΤΚΙ+ άτομα, γιατί υπάρχει μία μειοψηφία που κάνει διακρίσεις και θεωρεί ότι έχει δικαίωμα να φιμώνει, να κακοποιεί και να καταπιέζει άλλα μέλη της κοινότητας.
Κατά τη γνώμη τους, η αποδοχή είναι κάτι που δεν έχει έρθει στην Κολομβία λόγω των θεσμικών κενών που υπάρχουν, ειδικά στον τομέα της εκπαίδευσης. Αναφέρουν ενδεικτικά ότι μέχρι στιγμής δεν υπάρχει πρόβλεψη για υποχρεωτικά μαθήματα σεξουαλικής εκπαίδευσης, ταυτότητας φύλου και συμπεριληπτικότητας.
Και τα δύο νιώθουν ασφαλή στο σπίτι, σε πάρκα, σε εστιατόρια και μπαρ.
«Οι δρόμοι δυστυχώς παραμένουν ιδιαίτερα επικίνδυνοι», λένε.
Λαουρέλ Ντίας και Έμιλι Μπλάνκο
Το Λαουρέλ έχασε κάποιους φίλους όταν μίλησε ανοιχτά για τη σεξουαλικότητά του. «Ήταν σκέτο δράμα, με όλη τη σημασία της λέξης». Όταν αργότερα εκδήλωσε και την ταυτότητα φύλου του, η μητέρα του δεν μπορούσε να το δεχτεί.
«Η μητέρα μου έχει χαραγμένη στο μυαλό της όλη την προπαγάνδα περί cis ετεροκανονικότητας και είναι αρκετά δύσκολο κι επώδυνο να αλλάξει ο άνθρωπος νοοτροπία. Από την άλλη είναι ζόρικο να ακούει το κάθε ΛΟΑΤΚΙ+ άτομο μέσα του μια φωνή να λέει, ότι δεν πληροί τα κριτήρια για να είναι το τάδε ή το δείνα, μετά να εκδηλώνει την ταυτότητα φύλου ή τη σεξουαλικότητά του και να εισπράττει βρισιές, επιθετικότητα ή και άρνηση της ίδιας του της ύπαρξης».
Κατά τη γνώμη του, η «αποδοχή της διαφορετικότητας» δεν έχει φτάσει ακόμα στην Κολομβία. Οι λευκοί που ζουν στην Μπογκοτά ή σε άλλες μεγάλες πόλεις φαίνεται να απολαμβάνουν μεγαλύτερης ορατότητας. Όμως οι τρανς γυναίκες εξακολουθούν να στιγματίζονται, οι γκέι άντρες να δολοφονούνται και τα non-binary, ντεμισέξουαλ και ασέξουαλ άτομα να μην αναγνωρίζονται από το κυρίαρχο σύστημα.
Ταυτόχρονα, το κράτος δεν έχει μεριμνήσει για εκπαιδευτικά προγράμματα που να προωθούν την αποδοχή και να εκπαιδεύουν πάνω σε θέματα σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης, εκτός από κάποια ανεξάρτητα σχήματα που επιδιώκουν να κάνουν ομιλίες σε σχολεία, όμως η δράση τους δεν έχει καταστεί υποχρεωτική από την κυβέρνηση. Αντίστοιχα, τα κορυφαία εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας είτε ανήκουν σε κάποιο θρησκευτικό τάγμα είτε είναι πανάκριβα, οπότε σύμφωνα με το Λαουρέλ «πάντα θα υπάρχει κάποιο στίγμα».
Το ίδιο δεν είναι τόσο αισιόδοξο για το προσφάτως κατοχυρωμένο δικαίωμα της νομικής αναγνώρισης των non-binary ατόμων, αφενός γιατί ακόμα δεν έχει ψηφιστεί ολόκληρος ο νόμος και αφετέρου γιατί στην Κολομβία, όπως σχολιάζει, συνηθίζεται να μένουν διάφορες διαδικασίες στη μέση και να υπάρχουν παραθυράκια στους νόμους. «Γενικά, έχω μάθει να μην ελπίζω και πολύ σε ό,τι έχει να κάνει με την κυβέρνηση», λέει.
Το ίδιο νιώθει ασφαλές στο σπίτι της συντρόφου του, κυρίως όταν είναι και οι δύο εκεί.