Το Eteron – Ινστιτούτο για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή, στο πλαίσιο της αποτίμησης του αποτελέσματος των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου 2024, πραγματοποίησε εκδήλωση με θέμα «Shaking the Vote EU: Τι μάθαμε από την ψήφο των ευρωεκλογών;». Κατά τη διάρκεια της συζήτησης αναδείχθηκαν ορισμένα από τα πιο κρίσιμα συμπεράσματα της εκλογικής αναμέτρησης, κυρίως με έμφαση στο υψηλό ποσοστό αποχής και στην στήριξη της άκρας δεξιάς στην Ελλάδα και σε άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στην εκδήλωση συμμετείχαν ο Πέτρος Ιωαννίδης, πολιτικός αναλυτής και διευθυντής της aboutpeople, ο Ηλίας Τσαουσάκης, σύμβουλος ερευνών, επικοινωνίας και στρατηγικής και η Μαρία Λούκα, δημοσιογράφος – σεναριογράφος. Τον συντονισμό της συζήτησης έκανε η δημοσιογράφος του NEWS 24/7, Βίκυ Σαμαρά.
Ανοίγοντας την εκδήλωση, ο διευθυντής του Eteron, Χρήστος Παπαγιάννης, αναφέρθηκε στην άνοδο της άκρας δεξιάς και σημείωσε πως «η πραγματικότητα είναι ότι παρατηρείται άνοδος της άκρας δεξιάς, με τα κόμματα δεξιότερα της ΝΔ να συγκεντρώνουν ποσοστό μεγαλύτερο του 16% στις ευρωεκλογές», προσθέτοντας ότι «παρατηρούμε την ίδια ώρα μια πολυδιάσπαση των δυνάμεων του μη δεξιού χώρου και κανείς δεν μπορεί την ίδια ώρα να αμφισβητήσει την πρωτοκαθεδρία της ΝΔ, παρότι βγαίνει πληγωμένη από τις ευρωεκλογές».
Η Βίκυ Σαμαρά από την πλευρά της, αναφέρθηκε στο αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, σημειώνοντας ότι «ήταν ένα σοκ για πολλά κόμματα», τονίζοντας ότι η ΝΔ δεν πέτυχε το στόχο της και πως τα κόμματα της κεντροαριστεράς δεν κατάφεραν να κάνουν την ανατροπή, να αλλάξουν το πολιτικό σκηνικό. Αναφορικά με την ψήφο προς την άκρα δεξιά, υπογράμμισε ότι «στην Ελλάδα το ποσοστό είναι λίγο πολύ σταθερό από το 2012 και μετά σε απόλυτο αριθμό ψήφων», ενώ για την αποχή δήλωσε ότι ήταν «ο μεγάλος πρωταγωνιστής των εκλογών», διερωτώμενη προς ποια πλευρά θα κινηθεί κι αν θα κινηθεί προς την άκρα δεξιά ο κόσμος που απείχε στις ευρωεκλογές, όπως συμβαίνει στην Ευρώπη.
Ακολούθως, ο Πέτρος Ιωαννίδης επισήμανε αναφορικά με την αποχή ότι 2.050.000 άνθρωποι οι οποίοι είχαν ψηφίσει στις εθνικές εκλογές του Μαΐου 2023, δεν πήγαν να ψηφίσουν τις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου 2024. «Είχαμε τη χαμηλότερη συμμετοχή σε κάθε είδους εκλογές από το 1958, είτε ήταν εθνικές, είτε ήταν δημοτικές εκλογές. Το προηγούμενο διάστημα οι ευρωεκλογές συνέπιπταν με τις εθνικές και αυτοδιοικητικές εκλογές, κάτι που έδινε ώθηση στη συμμετοχή των ευρωεκλογών κι αυτό άλλαξε λίγο πριν τις εθνικές εκλογές του 2019» τόνισε ο διευθυντής της aboutpeople. Παράλληλα, θέλησε να ερμηνεύσει την αποχή και τους λόγους για τους οποίος κινήθηκε σε τόσο υψηλά ποσοστά. «Γιατί είχαμε αποχή; Ήταν η πέμπτη κάλπη μέσα σε ένα χρόνο, δεν υπήρχε σασπένς για την πρώτη θέση, ήταν εκλογές που έδωσαν εντολή εκπροσώπησης αλλά όχι διακυβέρνησης, κάτι το οποίο δεν είναι τόσο σημαντικό στο μυαλό των πολιτών, καθώς πολλοί αισθάνθηκαν ότι τη Δευτέρα μετά τις εκλογές, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα, δεν πρόκειται να αλλάξει η ζωή τους» είπε, προσθέτοντας ότι «κανένα από τα τρία μεγάλα κόμματα δεν κατάφερε να γοητεύσει τους πολίτες και να τους στείλει στην κάλπη, με τη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ – σε απόλυτους αριθμούς – να χάνουν το 50% περίπου των ψηφοφόρων τους και το ΠΑΣΟΚ το 25%».
Στη συνέχεια, τον λόγο έλαβε ο Ηλίας Τσαουσάκης, ο οποίος ξεκίνησε την ομιλία του τονίζοντας ότι σε αυτές τις ευρωεκλογές η συζήτηση για την Ευρώπη ήταν ελάχιστη στην Ελλάδα. «Έξι ήταν τα βασικά διακυβεύματα, έξι ήταν οι λόγοι που αυτές οι εκλογές ήταν σημαντικές για την Ευρώπη: το πρώτο θέμα ήταν η οικονομική ανάκαμψη και ανθεκτικότητα, το δεύτερο η κλιματική αλλαγή και η πράσινη συμφωνία, το τρίτο η ψηφιακή μετάβαση, το τέταρτο η μετανάστευση και η ασφάλεια, το πέμπτο οι γεωπολιτικές προκλήσεις και έκτο η ευρωπαϊκή ενοποίηση και οι θεσμικές μεταρρυθμίσεις», είπε ο Ηλίας Τσαουσάκης. Στη συνέχεια ανέλυσε τη νέα σύνθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, την άνοδο ακροδεξιών δυνάμεων και τα ποσοστά αποχής σε επίπεδο κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τον μέσο όρο να είναι στο 51,8%, την Κροατία να καταγράφει τη χαμηλότερη συμμετοχή με 21.5% και το Βέλγιο την υψηλότερη με 90%.
Η Μαρία Λουκά με τη σειρά της αναφέρθηκε στον πολιτισμικό πόλεμο της άκρας δεξιάς και στις διάφορες εκδοχές της και στην αναπαραγωγή της ακροδεξιάς ρητορικής, ακόμα και μέσα σε προοδευτικά ακροατήρια. «Η ακροδεξιά δεν έρχεται σαν ένα στατικό απολειφάδι του παρελθόντος · έχοντας υποστεί η ίδια διάφορους μετασχηματισμούς, κρατώντας αλώβητους τους πυρήνες της, θεμελιώνεται στην αντιμεταναστευτική στρατηγική και στην αντι-gender στρατηγική», τόνισε η Μαρία Λούκα. Πρόσθεσε επίσης ότι η ακροδεξιά ρητορική επεκτείνεται και ενάντια στην κλιματική κρίση, στη συνομωσιολογία και τον αντιεμβολιασμό, κατασκευάζει έναν εχθρό, τον προσφυγικό και μεταναστευτικό κόσμο, θέτοντας ακόμα στο στόχαστρο τα ΛΟΑΤΚΙ+ δικαιώματα, τον φεμινισμό, το queer κίνημα. «Η ακροδεξιά επενδύει στο συναίσθημα, στο θυμό, το φόβο και τη μοναξιά, μιας αίσθηση εγκατάλειψης που εντάθηκε κυρίως την περίοδο της πανδημίας, στη φτωχοποίηση και στην αύξηση των ανισοτήτων» σημειώνει, μεταξύ άλλων, και προσθέτει ότι «απουσιάζει ένα ισχυρός πόλος στα αριστερά της κυβέρνησης για να φτιάχνει ατζέντα, με την ατζέντα να την φτιάχνει η άκρα δεξιά».