Όψεις: Οι Η.Π.Α. σε σταυροδρόμι

Κλείσιμο
προεδρικές εκλογές
Άρθρα
11.11.2024

Δεδομένα και διδάγματα από τις Αμερικανικές προεδρικές εκλογές

Οι Αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2024 ολοκληρώθηκαν με ένα αποτέλεσμα πολύ πιο καθαρό από ο,τι πολλοί και πολλές ανέμεναν. Ο Donald Trump εξασφάλισε αρκετά νωρίς τις 270 εκλεκτορικές ψήφους που χρειαζόταν για να εκλεγεί πρόεδρος ενώ φαίνεται πως θα είναι ταυτόχρονα ο πρώτος υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος μετά το 2004 που κερδίζει και στη λαϊκή ψήφο. Με τις εκλογές να περνούν στην ιστορία, το αποτέλεσμα καλεί για αναλύσεις πέρα από αφορισμούς. Αυτός ακριβώς είναι ο στόχος του φακέλου «Όψεις – Οι Η.Π.Α. σε σταυροδρόμι», ο οποίος τις επόμενες ημέρες θα φιλοξενήσει σειρά αναλύσεων από διαφορετικές οπτικές για το εκλογικό αποτέλεσμα και τα μελλοντικά πολιτικά διακυβεύματα. Στο παρόν κείμενο θα σταθούμε εισαγωγικά σε ορισμένα δεδομένα που προκύπτουν από τα exit polls και σε επιμέρους διαστάσεις του αποτελέσματος, επιχειρώντας να εξάγουμε μερικά πρώτα πολιτικά συμπεράσματα.

Η συμμετοχή στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου κινήθηκε ελαφρώς κάτω από το ρεκόρ των εκλογών του 2020 και φαίνεται πως θα κυμαίνεται περίπου στο 64-65% (έναντι 67% το 2020). Το αποτέλεσμα της λαϊκής ψήφου φέρνει, όπως ήδη αναφέρθηκε, νικητή τον Donald Trump με ποσοστό 50,4% έναντι 48% της αντιπροέδρου Harris. Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι η σύγκριση του απόλυτου αριθμού ψήφων, καθώς, ενώ η καταμέτρηση δεν έχει ακόμα ολοκληρωθεί ο Trump έχει ξεπεράσει τα 74,8 εκ. ψήφους (ξεπερνώντας τον αριθμό ψήφων που έλαβε το 2020). Αντιθέτως, ο απόλυτος αριθμός ψήφων που έλαβε η Kamala Harris βρίσκεται αυτή τη στιγμή στα 71,2 εκ. ψήφους, αρκετά χαμηλότερα από τα 81 εκ. ψήφους που είχε λάβει ο πρόεδρος Biden το 2020. Υπενθυμίζουμε ότι θα πρέπει να αναμένουμε την ολοκλήρωση της καταμέτρησης για να έχουμε απολύτως σαφή εικόνα σχετικά με τη λαϊκή ψήφο.

Για να επιτευχθεί αυτό το αποτέλεσμα, ο Donald Trump διατήρησε και ενίσχυσε τις επιδόσεις του σε κοινωνικές ομάδες που τον στήριξαν ήδη από το 2016 αλλά βελτίωσε παράλληλα τα εκλογικά του ποσοστά σε ομάδες που παραδοσιακά στήριζαν τους Δημοκρατικούς, μειώνοντας με αυτόν τον τρόπο τη μεταξύ τους διαφορά. Ενδεικτικά, σύμφωνα με το exit poll της Edison Research, o Trump κέρδισε το 55% των λευκών ψηφοφόρων που αντιστοιχούν στο 71% του εκλογικού σώματος και το 54% των ψηφοφόρων που δεν έχουν πτυχίο ανώτατης εκπαίδευσης και αντιστοιχούν στο 57% του εκλογικού σώματος. Οι λευκοί ψηφοφόροι χωρίς πτυχίο, ασχέτως φύλου, έδωσαν καθαρές πλειοψηφίες υπέρ του Donald Trump τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στις κρίσιμες πολιτείες [swing states]. Αυτό σημαίνει ότι στους λευκούς ψηφοφόρους το επίπεδο μόρφωσης ήταν καθοριστικός παράγοντας διαφοροποίησης της ψήφου, κάτι που δεν εντοπίζεται στις άλλες ομάδες του πληθυσμού.

Μια χαρακτηριστική ομάδα στην οποία ο Trump βελτιώνει τις επιδόσεις του είναι οι Ισπανόφωνοι ψηφοφόροι που αντιστοιχούν στο 12% του εκλογικού σώματος. Σε αυτήν την εκλογική κατηγορία ο Joe Biden είχε το 2020 προβάδισμα 33 μονάδων, ενώ φέτος το προβάδισμα των Δημοκρατικών μειώθηκε σε μόλις 8%. Κλειδί για αυτήν την αλλαγή ήταν οι Ισπανόφωνοι άνδρες που ψήφισαν με ποσοστό 54% υπέρ του Trump. Σύμφωνα με την ανάλυση της Washington Post, η Kamala Harris κατέγραψε χαμηλότερες επιδόσεις σε σχέση με το 2020 μεταξύ των Ισπανόφωνων ψηφοφόρων και στις κρίσιμες πολιτείες. Βελτιωμένα ήταν τα ποσοστά του Donald Trump και στη νεολαία. Στην ηλικιακή κατηγορία 18-29 ετών, η Harris κέρδισε με 55% έναντι 42% του Trump αλλά το 2020 ο Joe Biden είχε καταγράψει προβάδισμα 24 μονάδων.

Ένα κρίσιμο στοιχείο για να κατανοήσουμε τα κριτήρια ψήφου του εκλογικού σώματος ήταν το γεγονός πως περίπου το ένα τρίτο του σώματος έκρινε ως σημαντικότερο ζήτημα την οικονομία κι ένα αντίστοιχο ποσοστό τη δημοκρατία. Οι πρώτοι ψηφοφόροι  ψήφισαν κατά 80% τον Donald Trump ενώ οι δεύτεροι κατά 80% την Kamala Harris. Το πρόβλημα είναι ότι σύμφωνα με την έρευνα Votecast του The Associated Press το 45% των ψηφοφόρων του Trump θεωρούσε μεν σημαντικό το ζήτημα της δημοκρατίας αλλά όχι ως τον πλέον καθοριστικό παράγοντα για τη ψήφο τους. Επιπλέον, το 18% των ψηφοφόρων του θεωρούσε το μέλλον της δημοκρατίας είτε ασήμαντο είτε παράγοντα που δεν έλαβε υπόψη του στην επιλογή ψήφου. Αυτό σημαίνει ότι το μήνυμα των Δημοκρατικών που είχε εστιάσει στο ζήτημα της δημοκρατίας δεν προσέλκυε επιπλέον ψηφοφόρους ενώ ο Trump αντλούσε ψηφοφόρους από τη δεξαμενή του εκλογικού σώματος που θεωρούσε σημαντικότερο ζήτημα τη μετανάστευση. Σύμφωνα με τον ερευνητή Marcel Lewandowsky, η υπεράσπιση της δημοκρατίας έχει γίνει ένα πρότζεκτ των ελιτ  και αυτό πια είναι μέρος του προβλήματος.

Ο καθοριστικός ρόλος της οικονομίας αποτυπώνεται σε δυο επιπλέον στοιχεία. Τα δύο τρίτα του εκλογικού σώματος δήλωσαν ότι η οικονομία της χώρας δεν βρίσκεται σε καλή κατάσταση και αυτοί ψήφισαν κατά 70% τον Donald Trump. Στην ερώτηση σχετικά με τις συνέπειες του πληθωρισμού στην οικογένεια τους, μόνο η ομάδα των ψηφοφόρων που δήλωσε ότι δεν αντιμετώπισε κάποια δυσκολία (24% του εκλογικού σώματος) ψήφισε πλειοψηφικά την Kamala Harris. Με βάση τα ποιοτικά στοιχεία του exit poll, ο Donald Trump έπεισε τους ψηφοφόρους ότι μπορεί να αλλάξει τα πράγματα, όταν η αντιπρόεδρος Harris ταυτίστηκε απόλυτα με τη διακυβέρνηση Biden, που την τελευταία διετία είχε υιοθετήσει ως βασική ρητορική για την οικονομία τη λιτότητα. Τα παραπάνω στοιχεία δείχνουν και μια διάσταση ταξικότητας της ψήφου. Σύμφωνα με τον Bernie Sanders δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι η εργατική τάξη εγκατέλειψε τους Δημοκρατικούς εφόσον αυτοί την εγκατέλειψαν πρώτοι.

Οι Ρεπουμπλικάνοι βρίσκονται μπροστά σε μια σπουδαία πολιτική νίκη σε όλα τα επίπεδα. Ο Donald Trump επανέρχεται στην προεδρία, το Ρεπουμπλικανικό κόμμα πήρε ξανά την πλειοψηφία στη Γερουσια και ενδέχεται να κατακτήσει την πλειοψηφία και στη Βουλή των Αντιπροσώπων. Δημιουργείται έτσι ένα πολιτικό περιβάλλον που ευνοεί την υλοποίηση σημαντικών παρεμβάσεων σε συντηρητική ή αντιδραστική κατεύθυνση. Δεν πρέπει να υποτιμήσουμε τη πιθανότητα να εφαρμοστούν πολιτικές που θα προκαλέσουν μακροχρόνιες συνέπειες στο κοινωνικό, πολιτικό και θεσμικό σύστημα των Η.Π.Α, λαμβάνοντας υπόψη και τη στιβαρή συντηρητική πλειοψηφία που επιτεύχθηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας κατά την προηγούμενη προεδρική θητεία του Donald Trump. 

Οι πολιτικές δομές και η πολιτική κουλτούρα της Ελλάδας (και της Ευρώπης) και των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής διαφέρουν σημαντικά. Παρά τις διαφορές αυτές, υπάρχουν πολιτικά διδάγματα που μπορούν να εξαχθούν και θα μπορούσαν δυνητικά να φανούν χρήσιμα και πέρα από το αμερικανικό πολιτικό πλαίσιο. 

  1. Τα πολιτικά κόμματα είναι αυτά που έχουν την ευθύνη να κινητοποιούν τους ψηφοφόρους τόσο για να συμμετέχουν στις εκλογές όσο και για να ψηφίσουν υπέρ τους. Καμία κοινωνική δύναμη δεν χρωστά τη ψήφο της σε μια πολιτική δύναμη και οι ψηφοφόροι δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως δεδομένοι. Η ψήφος όλων των πολιτών πρέπει να διεκδικείται και να κερδίζεται. Συχνά αγνοείται η σημασία και το ρίσκο πολιτικών ή και επικοινωνιακών επιλογών (π.χ. εκστρατεία με σημαίνοντα πρόσωπα της συντηρητικής παράταξης όπως η Liz Cheney) που οδηγούν σε αποσυσπείρωση της εκλογικής βάσης ενός κόμματος. Στην περίπτωση των Δημοκρατικών φαίνεται πως έχει χαθεί ο παραδοσιακός δεσμός με τα λαϊκά, μη προνομιούχα στρώματα της Αμερικανικής κοινωνίας. Οι Δημοκρατικοί έχουν μετατραπεί, σύμφωνα με τον ιστορικό και αναλυτή Thomas Frank1, από κόμμα των λαϊκών και εργατικών τάξεων σε κόμμα της μορφωμένης τεχνοκρατίας. Δεν μιλά ούτε για την εργατική τάξη ούτε με την εργατική τάξη. Δεν επικρίνουν τις μεγάλες επιχειρήσεις ή τον χρηματοπιστωτικό τομέα και δεν υποστηρίζουν τα κοινωνικά κινήματα βάσης2. Το ζήτημα της σχέσης με την εργατική τάξη απασχολεί, τηρουμένων των αναλογιών, και τα ευρωπαϊκά προοδευτικά και αριστερά κόμματα. 
  2. Η εκστρατεία των Δημοκρατικών έδωσε μεγάλη έμφαση σε ένα κινδυνολογικό μήνυμα, στην απειλή και στον φόβο που εκπροσωπεί ο Donald Trump και η επιστροφή του στην προεδρία. Όπως έχει αποδειχθεί και σε άλλες περιπτώσεις αυτό το μήνυμα από μόνο του δεν αρκεί. Χρειάζεται ένα θετικό πολιτικό μήνυμα για το τι θα κάνει η δική σου κυβέρνηση, η δική σου προεδρία, πως θα αλλάξει τη συνθήκη και πως θα βελτιώσει τη ζωή των πολιτών. Πέρα από τον φόβο, πρέπει να κινητοποιείται η ελπίδα. 
  3. Η ηθική και το συναίσθημα διαδραματίζουν σαφώς σημαντικό ρόλο στην πολιτική. Η απλή ηθική καταδίκη και αποδοκιμασία των πολιτικών αντιπάλων, και ακόμη περισσότερο των ψηφοφόρων τους, μπορεί να είναι θεμιτή ή παρηγορητική επιλογή σε προσωπικό επίπεδο. Σπάνια, όμως, αποτελεί αποτελεσματική στρατηγική στο πολιτικό και συλλογικό επίπεδο. Ενίοτε δε έχει και τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα, όπως το μηνυμα του φόβου και της κινδυνολογίας. Αυτή η στάση των Δημοκρατικών που ήταν παρούσα και το 2016 και στις πρόσφατες εκλογές έχει κωδικοποιηθεί από τον Thomas Frank ως “Ας επιπλήξουμε τους αγενείς, τους αδαείς”. Αντιθέτως, χρειάζονται πολιτικές απαντήσεις και εμπλοκή με τα ζητήματα που απασχολούν τους πολίτες και τις κοινωνικές ομάδες που επιθυμεί ένα κόμμα να εκπροσωπεί.

Σε ένα viral στιγμιότυπο από προεκλογική εκδήλωση της αντιπροέδρου Harris, όταν διαδηλωτές υπέρ της Παλαιστίνης διέκοψαν την ομιλία της, η ίδια τους απάντησε σε έντονο ύφος: “Αν θέλετε να κερδίσει ο Donald Trump, πείτε το. Διαφορετικά, τώρα μιλάω εγώ”.

Ίσως έχει έρθει η ώρα τα κόμματα και οι πολιτικοί να ακούν περισσότερο την κοινωνική και εκλογική τους βάση.

  1. Frank, Th. (2021). Λαός δίχως εξουσία. Μια σύντομη ιστορία του αντιλαϊκισμού. Αθήνα: Εκδόσεις Εκκρεμές.[]
  2. Ορισμένα τέτοια ρητορικά χαρακτηριστικά μπορούσαν να εντοπιστούν στον λόγο του προέδρου Biden και αυτό εν μέρει εξηγεί την επιτυχία του να κερδίσει πίσως κρίσιμες πολιτείες που είχαν περάσει στα χέρια του Trump το 2016 και τις οποίες κέρδισε εκ νέου στις πρόσφατες εκλογές.[]
Πολιτική Cookies