
Η σύνοδος κορυφής Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ του Μαΐου 2025 θεωρήθηκε επιτυχημένη: οι δύο πλευρές επανέλαβαν την επιθυμία τους για στενότερους δεσμούς και συμφώνησαν σε έναν κατάλογο τομέων όπου θα πρέπει να συναφθούν νέες συμφωνίες. Ωστόσο, η μετατροπή των δεσμεύσεων που περιέχονται στην κοινή διακήρυξη σε σταθερά νομικά κείμενα αποδείχθηκε δύσκολη υπόθεση. Κυρίως επειδή τα κράτη-μέλη της ΕΕ χρειάστηκαν σχεδόν έξι μήνες για να δώσουν το πράσινο φως σε επίσημες συνομιλίες για τα αγροδιατροφικά προϊόντα. Και οι διαπραγματεύσεις έχουν ήδη αρχίσει να αποτυγχάνουν λόγω χρημάτων (και, παραδόξως, για τα σιτηρά της Σκωτίας). Οι εντάσεις είναι πιθανό να αυξηθούν περαιτέρω καθώς μπαίνουμε στη νέα χρονιά, κάτι που θα μπορούσε να μειώσει τον ενθουσιασμό για περαιτέρω πρόοδο των διμερών σχέσεων.
Με αυτόν τον ρυθμό, η σύνοδος κορυφής του 2026 κινδυνεύει να γίνει τίποτα περισσότερο από μια άσκηση απογραφής. Και αυτό θα ήταν σπατάλη μιας σημαντικής ευκαιρίας για την πολιτική ηγεσία και των δύο πλευρών για να δώσουν λίγη ώθηση στις διαδικασίες. Συνεπώς, θα ήταν καλό να αρχίσουν οι δύο πλευρές να σκέφτονται τι θα μπορούσε να προσπαθήσει να επιτύχει η επόμενη σύνοδος κορυφής.
Μέχρι στιγμής, γνωρίζουμε ελάχιστα για την επόμενη συνάντηση – ούτε καν πότε θα πραγματοποιηθεί. Η Κοινή Δήλωση του Μαίου αναφέρει ότι σκοπός της είναι «να ενισχύσει τη σχέση μας» και απαριθμεί τρεις πιθανές λειτουργίες: «επίβλεψη της εφαρμογής» της Συμφωνίας Αποχώρησης και της Συμφωνίας Εμπορίου και Συνεργασίας (TCA)· «έκθεση προόδου» όσον αφορά την κοινά βήματα· και «διασφάλιση της μεγιστοποίησης των ευκαιριών για μελλοντική συνεργασία».
Τι θα μπορούσαν, λοιπόν, να σημαίνουν τα παραπάνω στην πράξη;
Διαχείριση ευαίσθητων ζητημάτων
Η σύνοδος κορυφής θα μπορούσε να γίνει ένα μέσο για τη διαχείριση πολιτικά ευαίσθητων τμημάτων της υπάρχουσας σχέσης. Αυτό συνέβη τον περασμένο Μάιο, όταν η συμφωνία για τα κεφάλαια της Συμφωνίας Συνεργασίας που λήγουν – για την αλιεία και την ενέργεια – ήταν προϋπόθεση για νέες δεσμεύσεις. Το επόμενο έτος, η αναθεώρηση της Συμφωνίας Συνεργασίας και η εφαρμογή αυστηρότερων κανόνων προέλευσης για τα ηλεκτρικά οχήματα θα μπορούσαν να αποτελέσουν μέρος του πακέτου διαπραγμάτευσης.
Είναι απίθανο τα διάφορα ζητήματα που θα αποτελέσουν προϊόν διαπραγμάτευσης, όπως ορίζονται στην Κοινή Δήλωση, να έχουν καταλήξει, πόσο μάλλον να έχουν εφαρμοστεί, μέχρι να πραγματοποιηθεί η δεύτερη σύνοδος κορυφής. Εντούτοις, η παρουσία πολιτικών ηγετών που επιθυμούν να χαιρετίσουν την πρόοδο που έχει σημειωθεί είναι συνήθως ένας εξαιρετικός τρόπος για να «ξεκλειδώσουν» τεχνικές διαπραγματεύσεις που μπορεί να διαφύγουν του συμβιβασμού στα χαμηλότερα επίπεδα των τεχνικών επαφών.
Το Εργατικό Κόμμα θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιήσει τη σύνοδο κορυφής για να δώσει μια τελική ώθηση σε ορισμένες από τις υποσχέσεις του μανιφέστου σχετικά με τους καλλιτέχνες που περιοδεύουν στην ΕΕ και την αμοιβαία αναγνώριση των επαγγελματικών τους προσόντων. Οι δύο πλευρές να υποσχέθηκαν να «συνεχίσουν τις προσπάθειές τους για την υποστήριξη των ταξιδιών και των πολιτιστικών ανταλλαγών» και να ξεκινήσουν έναν «διάλογο» για το θέμα, αλλά πολλά δεν έχουν προχωρήσει. Όπως πάντα, η ΕΕ δεν θα προσφέρει παραχωρήσεις χωρίς να λάβει κάτι που θέλει σε αντάλλαγμα, επομένως η βρετανική κυβέρνηση θα πρέπει να αρχίσει να σκέφτεται τώρα αν μπορεί να δει το βασικό περίγραμμα οποιουδήποτε είδους συμφωνίας-πακέτου με την Ένωση.
Φιλοδοξία αντίστοιχη της στιγμής, του timing
ΟΙ δύο πλευρές θα πρέπει να εξετάσουν εάν οι πρωτοβουλίες που επιδιώκονται αυτήν τη στιγμή αντιστοιχούν στην κλίμακα της κρίσης που αντιμετωπίζουν οι Ευρωπαίοι όσον αφορά την ασφάλεια και την ανταγωνιστικότητα. Η σύνοδος κορυφής θα μπορούσε να αποτελέσει ευκαιρία για ένα νέο κεφάλαιο σε αυτό το πεδίο. Ωστόσο, αυτό δεν θα είναι καθόλου εύκολο. Όσον αφορά την ασφάλεια, η Εταιρική Σχέση Ασφάλειας και Άμυνας (SDP) ήταν το εύκολο κομμάτι. Πιο σημαντικό, και πιο δύσκολο, θα είναι η εξεύρεση τρόπων ένταξης του Ηνωμένου Βασιλείου στις προσπάθειες της ΕΕ για την ενίσχυση της αμυντικής βιομηχανικής της βάσης. Το Ηνωμένο Βασίλειο βρίσκεται ήδη σε συνομιλίες με την ΕΕ σχετικά με την πρόσβαση στο αμυντικό ταμείο της, ύψους 150 δισεκατομμυρίων λιρών, το Security Action for Europe (SAFE). Αλλά με τη χρηματοδότηση για την Ουκρανία να είναι πιθανό να αποτελέσει βασικό ζήτημα στις αρχές του 2026, οι δύο πλευρές θα πρέπει να σκεφτούν εάν το πρόγραμμα SAFE μπορεί να λειτουργήσει ως πύλη για περαιτέρω ενσωμάτωση του Ηνωμένου Βασιλείου στο αυξανόμενο οπλοστάσιο αμυντικών πρωτοβουλιών της ΕΕ.
Όσο και οι δύο πλευρές εμμένουν στις «κόκκινες γραμμές» τους, είναι δύσκολο να προβλεφθεί μια θεμελιωδώς διαφορετική εμπορική σχέση. Επίσης, υπάρχουν απαιτήσεις από τις δύο πλευρές για την περαιτέρω άμβλυνση των επίμαχων σημείων της Συμφωνίας Συνεργασίας και Ασφάλειας (TCA). Οι απαιτήσεις κυμαίνονται από εκκλήσεις για τη διευκόλυνση της βραχυπρόθεσμης κινητικότητας των επαγγελματιών έως την ένταξη του Ηνωμένου Βασιλείου στην Πανευρωμεσογειακή Σύμβαση (PEM) και την ίδρυση ενός Συμβουλίου Βιομηχανικής Συνεργασίας Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ. Η κυβέρνηση της Σκωτίας έχει προτείνει περαιτέρω σύσφιξη των δεσμών, συμπεριλαμβανομένης της σύνδεσης του Ηνωμένου Βασιλείου με το πρόγραμμα Creative Europe και της ένταξης του Ηνωμένου Βασιλείου στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Περιβάλλοντος.
Το αν όλα αυτά θα αποτελέσουν μέρος του αιτήματος του Ηνωμένου Βασιλείου στην επόμενη σύνοδο θα εξαρτηθεί, πάνω απ’ όλα, από το πολιτικό πλαίσιο. Οι Εργατικοί αναμφίβολα θα δεχθούν πλήγμα στις τοπικές εκλογές του Μαΐου 2026. Ένας αποδυναμωμένος Κιρ Στάρμερ -και πιθανώς και μια πρόκληση για την ηγεσία του κόμματος συνολικά- αναμφίβολα θα αποσπούσε την προσοχή από τις σχέσεις με την ΕΕ. Ένας τρόπος αποφυγής αυτού του σεναρίου θα μπορούσε να είναι η διεξαγωγή της συνόδου κορυφής πριν από τις 7 Μαΐου, ημερομηνία των εκλογών. Αλλά ακόμη και τότε, η πρόκληση θα είναι να πειστεί η ΕΕ ότι έχει νόημα να προχωρήσει περαιτέρω.
Τίποτα σε αυτή τη σχέση δεν θα είναι εύκολο. Όμως, ο αποτελεσματικός σχεδιασμός μπορεί να βοηθήσει. Η αντιμετώπιση της συνόδου κορυφής ως μιας ήσσονος σημασίας εκδήλωσης που θα «κολλήσει» στο ημερολόγιο την τελευταία στιγμή δεν είναι ο τρόπος για να διασφαλιστεί απτή πρόοδος. Η σκέψη για το χρονοδιάγραμμα, για τις φιλοδοξίες και την προώθηση του σχεδιασμού για την επίτευξη των στόχων θα ήταν πολύ προτιμότερη. Το Ηνωμένο Βασίλειο και η ΕΕ πρέπει να ξεκινήσουν αυτόν τον στρατηγικό σχεδιασμό τώρα, εάν θέλουν η σύνοδος κορυφής του 2026 να προσφέρει ουσία και όχι συμβολισμό.
*Η Γιανίκ Βαχόβιακ είναι ερευνητική συνεργάτιδα στο κέντρο ερευνών UK in a Changing Europe. Η έρευνά της επικεντρώνεται στις σχέσεις Ηνωμένου Βασιλείου-ΕΕ, στις σχέσεις Ηνωμένου Βασιλείου-Γερμανίας και στην ευρωπαϊκή πολιτική και τους θεσμούς. Έχει εργαστεί στο Κέντρο Ευρωπαϊκής Πολιτικής και το Ίδρυμα Friedrich-Ebert στις Βρυξέλλες και το Λονδίνο.
**Το παρόν άρθρο δημοσιεύεται στα ελληνικά σε συνεργασία με το Social Europe.