Social Europe
Από τη δεκαετία του 1990, η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) έχει θέσει ως προτεραιότητα την «καλύτερη ρύθμιση» και τη βελτίωση της κοινοτικής νομοθεσίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει δεσμευτεί να καταστήσει τη νομοθεσία της ΕΕ σαφέστερη, απλούστερη και πιο προσιτή και κατανοητή στους πολίτες.
Η έρευνά μου ωστόσο -συμπεριλαμβανομένης μιας πρόσφατης μελέτης που μου ανατέθηκε από το Εργατικό Επιμελητήριο της Βιέννης- δείχνει ότι υπό την ηγεσία της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η Επιτροπή έχει δώσει προτεραιότητα στη μείωση των «επιβαρύνσεων» και του «κόστους» για τις επιχειρήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, η ανάλυση όλων των σχετικών επίσημων εγγράφων της ΕΕ καταδεικνύει μια μετατόπιση της ατζέντας προς μια «καλύτερη νομοθεσία» που ευνοεί τα οικονομικά συμφέροντα έναντι της κοινωνικής και περιβαλλοντικής προστασίας.
Ατζέντα απορρύθμισης
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, το δίκαιο της ΕΕ θεωρήθηκε υπερβολικά πολύπλοκο και δυσνόητο, γεγονός που οδήγησε σε προσπάθειες απλοποίησης και αποσαφήνισής του. Ωστόσο, στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η νομοθεσία της ΕΕ θεωρούνταν όλο και περισσότερο επιβαρυντική για τις επιχειρήσεις, οδηγώντας σε ένα πρόγραμμα απορρύθμισης που συχνά έθετε σε κίνδυνο τα κοινωνικά πρότυπα.
Κατά την περίοδο της προεδρίας του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ (2014-19), ενώ οι ανησυχίες αυτές παρέμεναν, οι πολιτικές λύσεις έγιναν πιο ολοκληρωμένες. Εισήχθησαν νέα εργαλεία όπως το REFIT, ένα πρόγραμμα βελτίωσης της καταλληλότητας και της αποδοτικότητας του κανονιστικού πλαισίου της Επιτροπής με στόχο να διασφαλιστεί ότι η ενωσιακή νομοθεσία επιτυγχάνει τους στόχους της με ελάχιστο κόστος προς όφελος των πολιτών και των επιχειρήσεων. Επίσης, προωθήθηκε η σχετική πλατφόρμα του REFIT και το Συμβούλιο Ρυθμιστικού Ελέγχου, με μια γλώσσα ελαφρώς πιο περιεκτική από ό,τι πριν. Αντίθετα, υπό την προεδρία της φον ντερ Λάιεν, η στρατηγική στόχευση της Επιτροπής άλλαξε και δόθηκε προτεραιότητα σχεδόν αποκλειστικά στα επιχειρηματικά συμφέροντα έναντι των ευρύτερων κοινωνικών ανησυχιών, ενώ η νομοθεσία της ΕΕ αξιολογήθηκε ως ιδιαίτερα δαπανηρή στην οργάνωση και προετοιμασία της. Τα διαγράμματα που ακολουθούν (Διάγραμμα 1 και 2) αναδεικνύουν την απότομη αύξηση της εστίασης στο κόστος και τις επιβαρύνσεις στην επίσημη γλώσσα της Επιτροπής υπό την προεδρία της φον ντερ Λάιεν και αντίστοιχα υπό την προεδρία του Γιούνκερ.
Ειδικότερα, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) έχουν κερδίσει ευνοϊκές συνθήκες. Ωστόσο, ο ορισμός της Επιτροπής για τις ΜμΕ είναι τόσο ευρύς που το 99,8% όλων των επιχειρήσεων στην Ευρώπη εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία, συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων επιχειρήσεων που επωφελούνται από μειωμένες υποχρεώσεις.
Ακόμη και η «αυτοκρατορία» ακινήτων της Signa Holding στην Αυστρία, για παράδειγμα, εντάχθηκε στις ΜμΕ και επωφελήθηκε από μικρότερη εποπτεία που συνδέεται με αυτή την ατζέντα απορρύθμισης. Η Signa κήρυξε πτώχευση πέρυσι -η μεγαλύτερη πτώχευση στην ευρωπαϊκή αγορά ακινήτων- υπογραμμίζοντας τους κινδύνους της χαλαρής ρύθμισης.
«Ένας μέσα, ένας έξω»
Η αυξανόμενη εστίαση της προεδρίας φον ντερ Λάιεν στη μείωση των επιβαρύνσεων και του κόστους έχει αναδιαμορφώσει τις λύσεις που παρουσιάζονται για την αντιμετώπιση των πολιτικών προκλήσεων, ιδίως μέσω της μεγάλης έμφασης στην αρχή «ένας μέσα, ένας έξω» [«one-In, one-out» (OIOO)]. Αυτή η αρχή αποσκοπεί στην εξισορρόπηση κάθε νέας ρύθμισης με την εξάλειψη ενός προηγούμενου κανονισμού στον ίδιο τομέα πολιτικής. Εντούτοις, αυτό σημαίνει ότι η ρύθμιση αντιμετωπίζεται μονόπλευρα, εστιάζοντας αποκλειστικά στο κόστος των νέων κανόνων που πρέπει να αντισταθμιστεί με την απόσυρση των προηγούμενων κανόνων, ενώ παραβλέπεται το θετικό αποτύπωμα των ρυθμίσεων και η αξία τους για την κοινωνία.
Η προσέγγιση αυτή ενέχει τον κίνδυνο υπονόμευσης βασικών κοινωνικών και περιβαλλοντικών προτύπων, γεγονός που έρχεται σε αντίθεση με τους φιλόδοξους στόχους της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας και του Ευρωπαϊκού Πυλώνα Κοινωνικών Δικαιωμάτων. Παρά τις επικρίσεις και πιέσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και των οργανώσεων της Κοινωνίας των Πολιτών, η πρόεδρος της Επιτροπής έχει δώσει προτεραιότητα στην εφαρμογή της αρχής OIOO και στην οριζόντια μείωση του κόστους, δημιουργώντας ευνοϊκές συνθήκες για τις επιχειρήσεις και τις ΜμΕ, οι οποίες απαλλάσσονται όλο και περισσότερο από τις υποχρεώσεις ελέγχου και υποβολής εκθέσεων, ιδίως στους περιβαλλοντικούς τομείς.
Στην ίδια τροχιά
Στη δεύτερη θητεία της ως πρόεδρος της Επιτροπής η φον ντερ Λάιεν αναμένεται να διατηρήσει την ίδια προσέγγιση, με την Επιτροπή να τονίζει ότι θα ενισχύσει τις προσπάθειες για τη μείωση των υποχρεώσεων υποβολής εκθέσεων. Οι εκθέσεις Λέτα και Ντράγκι έχουν εν τω μεταξύ περιγράψει σχέδια για την ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας» και τη μείωση των κανονιστικών «βαρών», ιδίως για τις ΜμΕ, αντανακλώντας την πολιτική κατεύθυνση της Επιτροπής. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε μεγαλύτερη εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση σε τομείς όπως οι μεταφορές και η υγεία, θέτοντας σε κίνδυνο τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας και ευνοώντας τα εταιρικά συμφέροντα, ενώ παράλληλα θα δημιουργούσε πιο επισφαλείς συνθήκες εργασίας σε ολόκληρη την ΕΕ.
Η Στρατηγική Ατζέντα της ΕΕ 2024-2029, που εγκρίθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον περασμένο Ιούνιο, ακολουθεί την ίδια πορεία, εστιάζοντας στην ασφάλεια, την ανταγωνιστικότητα των ΜμΕ και την ενιαία αγορά ως κινητήρια δύναμη της ολοκλήρωσης, ενώ παράλληλα προωθεί τη χρηματοοικονομική ολοκλήρωση και την εξάλειψη των φραγμών της ενιαίας αγοράς. Η ατζέντα ασχολείται επίσης με την κλιματική αλλαγή και την ψηφιακή μετάβαση, αλλά παραμένει ασαφής ως προς τις λεπτομέρειες πέραν του στόχου επίτευξης της κλιματικής ουδετερότητας. Η δημόσια υγεία περιθωριοποιείται -παρά τις συνέπειες της πανδημίας του κορονοϊού- με σύντομες μόνο αναφορές στη συνεργασία στον τομέα της υγείας.
Συνολικά, η «καλύτερη ρύθμιση» θα παραμείνει βασική αρχή της Επιτροπής υπό την προεδρία της φον ντερ Λάιεν, καθώς η ίδια η πρόεδρος τονίζει την ανάγκη στήριξης των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων στην παγκόσμια αγορά με τη μείωση των κανονιστικών «βαρών» τους. Με τα νέα μέλη της Επιτροπή να κλίνουν σημαντικά προς τα δεξιά, το κεκτημένο της κοινωνικής και περιβαλλοντικής πολιτικής της ΕΕ τίθεται σε κίνδυνο.
*Η Μπριγκίτε Πίρτσερ είναι αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Södertörn της Στοκχόλμης. Η έρευνά της επικεντρώνεται στα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), τη χάραξη πολιτικής και την εφαρμογή των πολιτικών της ΕΕ στα κράτη-μέλη, με ιδιαίτερη έμφαση στην κοινωνική πολιτική και την εσωτερική αγορά.
**Το παρόν άρθρο δημοσιεύεται στα ελληνικά σε συνεργασία με το Social Europe.