Ο Χρήστος Παπαγιάννης, διευθυντής του Eteron, μιλά στην parallaxi για τις δεξαμενές σκέψης και για τον ρόλο του Eteron στην κοινωνία και το δημόσιο διάλογο, τις προτεραιότητες που θέτει, αλλά και τις προκλήσεις σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο.
Τονίζει ότι “για το Eteron οι δικτυώσεις και η ενδυνάμωση αποτελούν ακρογωνιαίους λίθους της ύπαρξής του. Η οικοδόμηση συνεργασιών με σεβασμό και προσήλωση σε κοινές αξίες, μαζί με τη δημιουργία πεδίων συνάντησης και σημείων διαλόγου, βρίσκονται στην καρδιά αυτού του εγχειρήματος”.
Παράλληλα, θέτει έναν ατομικό και συλλογικό στόχο, αυτόν της ενίσχυσης της εξωστρέφεια του ινστιτούτου, τόσο σε εγχώριο, όσο και σε διεθνές επίπεδο. Γι’ αυτό και στο επόμενο διάστημα, αναμένονται συμπράξεις με επιστημονικούς φορείς, πανεπιστήμια και αντίστοιχα ινστιτούτα στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Τέλος, τονίζει ότι η συνεργασία με ανθρώπους κάθε πλευράς δεν είναι απλώς ζητούμενο, αλλά ανάγκη. “Σε ένα περιβάλλον, που κυριαρχεί ο κομματικός ανταγωνισμός και η πόλωση, είναι σημαντικό οι δεξαμενές σκέψης να λειτουργούν ως χώροι σύγκλισης και δημιουργικού διαλόγου. Και για να συμβεί αυτό απαιτείται η συνεργασία και η καλή διάθεση όλων”.
Ακολουθεί η συνέντευξη του στο parallaximag.gr.
Ποιος είναι ο ρόλος ενός οργανισμού σαν το Eteron σε καιρούς που ο κυρίαρχος λόγος που επικρατεί είναι ένας λόγος που φλερτάρει πια ανοιχτά με ακραίες θέσεις στα περισσότερα κοινωνικά ζητήματα;
«Τα τελευταία χρόνια η γρήγορη πρόσβαση στην πληροφορία και η ευκολία διάχυσής της, μέσω του διαδικτύου, έφερε θετικά αποτελέσματα, αλλά και αρνητικές επιπτώσεις. Στα θετικά αποτελέσματα, είναι ο εκδημοκρατισμός της γνώσης και η διευκόλυνση του επιστημονικού διαλόγου. Στον αντίποδα, δόθηκε χώρος ώστε οπισθοδρομικές αντιλήψεις, χωρίς καμία τεκμηρίωση αλλά με ελκυστικό “περιτύλιγμα”, να βρίσκουν πρόσβαση στον γενικό πληθυσμό.
Σε αυτό το πλαίσιο, οργανισμοί όπως το Eteron οφείλουν να αξιοποιούν τις ευκαιρίες που προσφέρει ο σύγχρονος τρόπος ζωής, αλλά και να αναπτύσσουν στρατηγικές για την αντιμετώπιση των αρνητικών πτυχών του. Με τεκμηριωμένες έρευνες και εκλαϊκευμένη επικοινωνιακή προσέγγιση η αποστολή μας είναι να καταρρίπτουμε αντιδραστικές θέσεις και να κάνουμε την πρόοδο που φέρνει η επιστήμη κοινό κτήμα για όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους. Χωρίς υπεροψία και με διάθεση συμπερίληψης όλων, οφείλουμε να δημιουργούμε έναν ασφαλή και προσβάσιμο χώρο για την τεκμηριωμένη αμφισβήτηση κάθε κοινωνικά επιζήμιας άποψης, είτε είναι ακραία, είτε μετριοπαθής».
Σε τι βαθμό παρεμβάσεις σαν τις δικές σας βοηθούν να αντιληφθούμε θεμελιώδη ζητήματα της εποχής που περνούν απαρατήρητα;
Μέσα από αυτή τη διαδικασία, ιδέες και συζητήσεις που ίσως φαντάζουν μακριά από την κοινωνία, σταδιακά εισέρχονται στη δημόσια σφαίρα. Αυτές είναι συχνά αργές και πολύπλοκες διαδικασίες. Όμως, αν φυτευτεί ο σπόρος, έχει και πιθανότητες να ανθίσει. Οι παρεμβάσεις λοιπόν, “φυτεύουν” αυτόν τον σπόρο και ελπίζουμε μαζί με τις ευνοϊκές συνθήκες και την επίμονη δουλειά μας, να αναπτύσσεται διαρκώς η γνώση όσο περισσότερων ανθρώπων είναι εφικτό, αναφορικά με τα διακυβεύματα των καιρών μας».
Πόσο βιώσιμο είναι ένα τέτοιο εγχείρημα;
«Με όρους αγοράς, είναι ανέφικτο ένα τέτοιο εγχείρημα να πετύχει πλήρη αυτονομία ή ακόμη και “κερδοφορία”. Εξάλλου γι’ αυτό είναι και μη κερδοσκοπικός οργανισμός. Ωστόσο, γίνεται μεγάλη προσπάθεια το ινστιτούτο να προσελκύει έσοδα από διαφορετικές πηγές. Ακολουθώντας το μοντέλο των δεξαμενών σκέψης της Βόρειας Ευρώπης, λαμβάνουμε χρηματοδοτήσεις για ευρωπαϊκά και εγχώρια προγράμματα, ενώ προσπαθούμε να διαμορφώσουμε και μια κουλτούρα σύμπραξης ιδιωτικού και μη κερδοσκοπικού τομέα και στην χώρα μας. Πρόκειται για ένα δύσκολο εγχείρημα, ειδικά αναλογιζόμενοι και το εγχώριο πλαίσιο».
Που θα ρίξετε το βάρος της προσπάθειας σας από δω και μπρος; Ποιες είναι οι δικές σας προτεραιότητες στο τιμόνι του οργανισμού;
«Στόχος μας είναι να ενισχύσουμε την εξωστρέφεια του ινστιτούτου, τόσο σε εγχώριο, όσο και σε διεθνές επίπεδο. Γι’ αυτό και στο επόμενο διάστημα, να περιμένετε συμπράξεις με επιστημονικούς φορείς, πανεπιστήμια και αντίστοιχα ινστιτούτα στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Αυτό αποτελεί ατομικό και συλλογικό στόχο. Όλοι στην ομάδα εργαζόμαστε σκληρά, ώστε η ποιοτική ερευνητική δουλειά που γίνεται, να έχει όσο το δυνατόν μεγαλύτερο αντίκτυπο. Προς αυτή την κατεύθυνση η διεθνοποίηση και η εξωστρέφεια κάθε οργανισμού, είναι απαραίτητα συστατικά».
Πόσο ανοιχτοί είστε σε συνεργασίες και συμπράξεις;
«Για το Eteron οι δικτυώσεις και η ενδυνάμωση αποτελούν ακρογωνιαίους λίθους της ύπαρξής του. Η οικοδόμηση συνεργασιών με σεβασμό και προσήλωση σε κοινές αξίες, μαζί με τη δημιουργία πεδίων συνάντησης και σημείων διαλόγου, βρίσκονται στην καρδιά αυτού του εγχειρήματος. Συνεπώς, είμαστε ανοιχτοί για συνεργασία σε κάθε άνθρωπο, φορέα ή οργανισμό, που μοιράζεται το όραμά μας για μια συμπεριληπτική και δίκαιη κοινωνία για όλ@.»
Παρατηρώντας τα δεδομένα σε παγκόσμιο επίπεδο τι φοβάστε περισσότερο για το άμεσο μέλλον;
«Αναντίρρητα η κλιματική κρίση είναι η μεγαλύτερη πρόκληση για την ανθρωπότητα. Φέρνει αλυσιδωτές συνέπειες σε ολόκληρο τον πλανήτη, επιβαρύνοντας τις ήδη υπάρχουσες ανισότητες και δοκιμάζει την ανθεκτικότητα των υποδομών, των θεσμών και των κοινωνιών μας. Το διαπιστώσαμε για ακόμη μια χρονιά με τις πλημμύρες στην Θεσσαλία και τις πυρκαγιές στον Έβρο. Παρόλα αυτά, νομίζω είναι κομβικό να βάλουμε πλάι σε αυτή την κρίση την όλο και πιο άνιση κατανομή του πλούτου. Η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, όπως και κάθε προβλήματος απαιτεί πόρους. Δυστυχώς, τις τελευταίες δεκαετίες η συσσώρευση πλούτου στα χέρια όλο και λιγότερων ανθρώπων, στενεύει τα περιθώρια των κρατών για αποτελεσματική αντίδραση. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία της Oxfam για το 2023, το πλουσιότερο 1% έχει σχεδόν διπλάσιο πλούτο από τον υπόλοιπο κόσμο τα τελευταία δύο χρόνια, ενώ ταυτόχρονα είναι υπεύθυνο για διπλάσιες εκπομπές από το φτωχότερο 50%.
Είναι συνεπώς, τεράστιας σημασίας ο υπερβάλλων πλούτος, να φορολογηθεί δίκαια. Ειδάλλως, καμία προτεινόμενη λύση δεν θα είναι επαρκής ή ακόμα και όταν είναι θα βασίζεται στην αφαίμαξη των πιο αδύναμων, εντείνοντας το κοινωνικό και πολιτικό αδιέξοδο που δεκάδες χώρες αντιμετωπίζουν. Συγκεκριμένα, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται στα λαϊκά στρώματα μια ισχυρή τάση της δυσπιστίας απέναντι στις αναδιανεμητικές πολιτικές. Αυτό συμβαίνει, διότι οι υποσχέσεις των προηγούμενων ετών διαψεύστηκαν και οι πολίτες προτιμούν να έχουν περισσότερα λεφτά στην τσέπη, γιατί φοβούνται ότι -λόγου χάρη- ένα καλύτερο νοσοκομείο θα επιβαρύνει τους ίδιους. Αυτή η δυσπιστία δεν αντιμετωπίζεται με μεγάλες υποσχέσεις, αλλά μόνο με πράξεις. Κι αν δεν αντιμετωπιστεί θα βλέπουμε να επικρατούν όλο και περισσότεροι ηγέτες, που δεν θεωρούν την κλιματική κρίση αληθινή, τα ατομικά δικαιώματα σημαντικά και το κοινωνικό κράτος αποτελεσματικό».
Η Ελλάδα βρίσκεται αντιμέτωπη με μεγάλες προκλήσεις που αφορούν το μετασχηματισμό της σε μια σειρά ζητήματα που χρονίζουν. Πόσο μπορεί να συμβάλλουν πρωτοβουλίες σαν τη δική σας στην επιτάχυνση των διαδικασιών αυτών;
«Οι μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, δεν έχουν την αρμοδιότητα να χαράζουν και να εφαρμόζουν δημόσια πολιτική. Είναι όμως συχνά “watchdog organizations”, δηλαδή οι φύλακες που παρατηρούν και καταγράφουν τις εκάστοτε κυβερνητικές πολιτικές, φροντίζοντας να ενημερώνουν τους πολίτες όταν εντοπίζουν πολιτικές που υπονομεύουν το κοινό συμφέρον. Η δύναμη μας μπορεί να είναι περιορισμένη, αλλά δεν είναι ασήμαντη. Μέσα από τις έρευνές μας, έχουμε την δυνατότητα να φωτίζουμε και να προτείνουμε καλές πρακτικές και τεκμηριωμένες προτάσεις δημόσιας πολιτικής. Η υιοθέτησή τους φυσικά έγκειται στη διάθεση των κυβερνώντων, αλλά και την πίεση των πολιτών προς αυτούς».
Ιδεολογικά βρίσκεστε πιο κοντά σε μια κεντροαριστερή λογική. Μπορείτε να συνεργαστείτε και με ανθρώπους της απέναντι πλευράς;
«Είναι απαραίτητο σε αυτόν τον κλάδο ένας οργανισμός, να είναι ανοιχτός σε όλους. Σαφώς, οφείλουμε να έχουμε ξεκάθαρες κόκκινες γραμμές και να είμαστε ειλικρινείς για την φυσιογνωμία του ινστιτούτου. Ωστόσο η συνεργασία με ανθρώπους κάθε πλευράς δεν είναι απλώς ζητούμενο, αλλά ανάγκη. Σε ένα περιβάλλον, που κυριαρχεί ο κομματικός ανταγωνισμός και η πόλωση, είναι σημαντικό οι δεξαμενές σκέψης να λειτουργούν ως χώροι σύγκλισης και δημιουργικού διαλόγου. Και για να συμβεί αυτό απαιτείται η συνεργασία και η καλή διάθεση όλων».