Η ανθρωπογενής κλιματική κρίση είναι πραγματικότητα. Οι παρατεταμένοι καύσωνες, οι μεγάλες πλημμύρες, οι τεράστιες πυρκαγιές είναι απλά τα πιο εμφανή σημάδια των αλλαγών που ήδη βρίσκονται εν εξελίξει. Την ίδια στιγμή έχουν αποφασιστεί σημαντικές πολιτικές για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Ωστόσο, απομένουν πολλά που πρέπει να γίνουν αυτήν τη δεκαετία ώστε η χώρα να ανταποκριθεί με τρόπο που να αναλογεί στο μέγεθος αυτής της απειλής, με έναν κοινωνικά δίκαιο τρόπο.
Η σημασία των επερχόμενων εκλογών μπροστά σε αυτήν την τεράστια πρόκληση είναι αδιαμφισβήτητη.
Έχει αντιφάσεις ο πολιτικός λόγος για το κλίμα; Ποια είναι τα βασικά διακυβεύματα της επόμενης 4ετίας; Με ποια κριτήρια πρέπει να αξιολογήσει κανείς/καμιά τα πολιτικά κόμματα; Τι λέγεται τελικά για το κλίμα την προεκλογική περίοδο;
Απαντάμε σε αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα μέσα από άρθρα και τοποθετήσεις ειδικών και οργανώσεων και διαμορφώνουμε ένα ψηφιακό εργαλείο που καταγράφει σε ζωντανό χρόνο όλες τις προεκλογικές δηλώσεις για το κλίμα!
Το project ξεκίνησε τον Μάιο του 2023.
Επικοινωνία: a.kafetzis@eteron.org
1. Ποιοι είναι οι πιο κρίσιμοι τομείς ώστε η Ελλάδα να κάνει τα βήματα που χρειάζεται την επόμενη τετραετία για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης;
Η κλιματική κρίση είναι ένα πολυεπίπεδο παγκόσμιο ζήτημα που ξεπερνά τα όρια οποιασδήποτε χώρας και απαιτεί διεθνή συντονισμό και δράση. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει πως η κλιματική κρίση επηρεάζει με τον ίδιο τρόπο όλες τις περιοχές και τους πληθυσμούς του πλανήτη, ούτε και πως ο απαιτούμενος διεθνής συντονισμός μπορεί να υποκαταστήσει τις αναγκαίες δράσεις και διαβουλεύσεις σε τοπικό, περιφερειακό και εθνικό επίπεδο.
Κάθε χώρα οφείλει να εξερευνήσει τόσο τους παράγοντες που την καθιστούν ευάλωτη στις κλιματικές αλλαγές (πχ στην περίπτωση της Ελλάδας ραγδαία αύξηση των ημερών καύσωνα, άνοδος της στάθμης της θάλασσας, ερημοποίηση κτλ.) όσο και τους ιδιαίτερους τρόπους με τους οποίους η ίδια συμβάλλει στην κλιματική αποσταθεροποίηση, σε μια προσπάθεια να χαράξει μια αποτελεσματική και κοινωνικά δίκαιη και αποδεκτή πορεία επίλυσης του σύνθετου αυτού προβλήματος.
Σε κάθε περίπτωση αυτό που θα πρέπει να γίνει απολύτως σαφές είναι πως η κλιματική κρίση και η αντιμετώπισή της είναι ένα θέμα πολιτικό και όχι ένα θέμα τεχνικής φύσεως που μπορεί να επιλυθεί αποκλειστικά με περισσότερη και καλύτερη «πράσινη» τεχνολογία. Με βάση τα επιστημονικά ευρήματα, σήμερα δεν υπάρχει ούτε μια χώρα παγκοσμίως που να βρίσκεται σε ένα βιώσιμο αναπτυξιακό μονοπάτι, παρά τις πάρα πολλές και σημαντικές τεχνολογικές βελτιώσεις και εφευρέσεις.
Επίσης, υπάρχει έντονος προβληματισμός για το κατά πόσο οι Στόχοι Βιώσιμης Ανάπτυξης του ΟΗΕ μπορούν να αποτελέσουν οδηγό βιωσιμότητας για την κάθε χώρα και για τον πλανήτη συνολικά μιας και δίνουν περισσότερη έμφαση σε αναπτυξιακούς στόχους και λιγότερο σε στόχους περιβαλλοντικής βιωσιμότητας. Έχουν περάσει πάνω από 35 χρόνια από τότε που το πρόβλημα της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής συζητείται ευρέως και παρόλα αυτά η συνολική επιβάρυνση από τις εκπομπές του άνθρακα παραμένει σε ανοδική πορεία, τόσο στον Παγκόσμιο Βορρά όσο και στον Παγκόσμιο Νότο.
Όσο η συζήτηση παραμένει εγκλωβισμένη στον διπλό στόχο της επίτευξης και οικονομικής ανάπτυξης και οικολογικής βιωσιμότητας έχουμε λίγες ελπίδες να αντιμετωπίσουμε την κλιματική κρίση. Πρέπει να ανοίξει μια πιο ευρεία και τολμηρή πολιτική συζήτηση για το πως μπορούμε να ευημερήσουμε με ταυτόχρονη μείωση της παραγωγής και της κατανάλωσης σε εθνικό και παγκόσμιο επίπεδο.
Πιο συγκεκριμένα, η Ελλάδα μέσα στην επόμενη τετραετία θα πρέπει να επεξεργαστεί βιώσιμες πολιτικές για τα εξής:
2. Γιατί είναι τόσο σημαντικοί και πως αφορούν την καθημερινότητα των πολιτών;
Όλοι οι παραπάνω τομείς και στόχοι είναι κρίσιμοι γιατί αναδεικνύουν την πολυεπίπεδη φύση της κλιματικής κρίσης, πολιτικοποιούν τη συζήτηση γύρω από τη βιωσιμότητα, δεν αρκούνται σε απλοϊκές και τελικά αναποτελεσματικές στρατηγικές του παρελθόντος, και αντιμετωπίζουν το πρόβλημα σε διάφορες κλίμακες χωρίς να ρίχνουν το βάρος ούτε στις ατομικές επιλογές ούτε και σε κάποια αφηρημένη και απροσδιόριστη χρονικά και χωρικά τεχνολογική αποκάλυψη.
Μια τέτοια συζήτηση και στοχοθεσία μπορεί να επηρεάσει θετικά τις ζωές της πλειονότητας των πολιτών, εμπνέοντας την υιοθέτηση πιο υπεύθυνων προσωπικών στάσεων και επαναπροσδιορίζοντας το τι είναι καλή ζωή με τρόπο κοινωνικό και συλλογικό και όχι ατομοκεντρικό. Έτσι, μεσοπρόθεσμα δυναμώνει η κοινωνική αλληλεγγύη καθώς και η εμπιστοσύνη στους θεσμούς η οποία, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, έχει διαρραγεί σημαντικά τις τελευταίες δεκαετίες.
3. Με δεδομένο ότι η επόμενη βουλή θα έχει καίριο ρόλο στην αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, με ποια κριτήρια το εκλογικό σώμα μπορεί να αξιολογήσει τα πολιτικά κόμματα;
Είναι εξαιρετικά σημαντικό να αξιολογηθεί συνολικά η διάθεση των πολιτικών κομμάτων για ριζικές αλλαγές οι οποίες είναι απαραίτητες για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και των άλλων πολλών προβλημάτων που απορρέουν ή συνδέονται με αυτήν (πχ. ερημοποίηση αγροτικών εκτάσεων, αύξηση θανάτων από αυξημένες θερμοκρασίες, κίνδυνος παράκτιων περιοχών, κλιματική μετανάστευση κτλ.).
Εκτός από την ρητορική του κάθε πολιτικού σχηματισμού για τα περιβαλλοντικά ζητήματα θα πρέπει να αξιολογηθεί και η ικανότητά του να συνδέει αυτά τα ζητήματα με ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες, καθώς και να έχει ένα πλάνο που να δείχνει ικανό να αντιμετωπίσει το πρόβλημα στη ρίζα του και όχι να περιορίζεται σε διακηρύξεις πράσινων επενδύσεων οι οποίες τις περισσότερες φορές ουδεμία σχέση έχουν με την οικολογική βιωσιμότητα παρά μόνο με τη διατήρηση της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου.
4.Τελικά υπάρχει η αναγκαία πληροφορία για να μπορέσει να αποκωδικοποιήσει ο/η ψηφοφόρος τις θέσεις των κομμάτων για την κλιματική κρίση;
Όχι. Δυστυχώς στην Ελλάδα η συζήτηση για την κλιματική κρίση και τις πολλαπλές της συνέπειες έχει συστηματικά απαξιωθεί υπό το βάρος των πολλαπλών κρίσεων των τελευταίων 15 ετών, ενώ μια σειρά παγκόσμιων οικολογικών κινημάτων (Extinction Rebellion, Fridays for Future κ.α.) δεν κατόρθωσαν να έχουν μετρήσιμο αντίκτυπο εντός της χώρας. Ωστόσο, έχουν υπάρξει σημαντικές πρωτοβουλίες, κυρίως από μικρότερες άτυπες πολιτικές και κοινωνικές ομάδες, οι οποίες θα πρέπει να αναδειχθούν και να αποτελέσουν οδηγό για την ενίσχυση της συζήτησης και της διάχυσής της στα προγράμματα των πολιτικών κομμάτων της κεντρικής πολιτικής σκηνής.