Κλείσιμο

Προσαρμόζοντας τους χώρους εργασίας στην κλιματική αλλαγή

Social Europe

11.09.2024

Το καλοκαίρι του 2024 καταγράφηκαν νέα παγκόσμια ρεκόρ σε καύσωνες, ακραία καιρικά φαινόμενα και πυρκαγιές σε εξαιρετικά ξηρές περιοχές. Σύμφωνα με το παρατηρητήριο Copernicus της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), η 22η Ιουλίου ήταν η πιο θερμή μέρα στη γη στην πρόσφατη ιστορία — ένα ρεκόρ που είχε καταρριφθεί την αμέσως προηγούμενη μέρα. Η Ευρώπη είναι η ήπειρος που θερμαίνεται πιο γρήγορα, αναφέρει επίσης ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Περιβάλλοντος, καθώς ήδη από τη δεκαετία του 1980 και μετά θερμαίνεται με περίπου διπλάσιο ρυθμό παγκοσμίως.

Η έκθεση της επιστημονικής επιθεώρησης Lancet καταδεικνύει ότι η κλιματική αλλαγή στην Ευρώπη επηρεάζει ήδη τους ανθρώπους και τις κοινωνίες συνολικά. Επικεντρώνεται στις δυσμενείς επιπτώσεις στην υγεία, υπογραμμίζοντας την ανάγκη για «γρήγορες δράσεις μετριασμού του κλίματος και προσαρμογής που ανταποκρίνονται στη στήριξη της δημόσιας υγείας». Ο χώρος εργασίας είναι ένας βασικός τομέας για τέτοιες ενέργειες που συντείνουν στη θωράκιση απέναντι στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.

Άμεση επίδραση 

Οι χώροι εργασίας επηρεάζονται άμεσα από την κλιματική αλλαγή. Οι σωματικοί και ψυχοκοινωνικοί κίνδυνοι που σχετίζονται με την εργασία μπορεί να ενισχυθούν, για παράδειγμα από την άνοδο της θερμοκρασίας και τα ακραία καιρικά φαινόμενα, επηρεάζοντας την ευημερία των εργαζομένων. Ακόμη και μόνο μέτρια υψηλότερες θερμοκρασίες μπορούν να επηρεάσουν τη απόδοση και τη λήψη αποφάσεων και να αυξήσουν τον κίνδυνο ατυχημάτων και τραυματισμών που σχετίζονται με την εργασία. Οι εργαζόμενοι σε εξωτερικούς χώρους, οι εργαζόμενοι σε εσωτερικούς χώρους χωρίς πρόσβαση στην ψύξη και οι εργαζόμενοι «πρώτης γραμμής» είναι ιδιαίτερα ευάλωτοι στις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, υπογραμμίζει η έκθεση της Lancet.

Ενώ οι εργοδότες είναι νομικά υπεύθυνοι για την υγεία και την ασφάλεια των εργαζομένων και είναι υποχρεωμένοι να διενεργούν εκτιμήσεις κινδύνου βάσει της δεσμευτικής νομοθεσίας της ΕΕ, οι εκπρόσωποι του προσωπικού και οι τοπικές συνδικαλιστικές οργανώσεις διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο στη ρύθμιση των κινδύνων στο χώρο εργασίας. Μπορούν να πιέσουν τους εργοδότες να μειώσουν τους κινδύνους στην εργασία, να επηρεάσουν το επίπεδο ρυθμιστικής εποπτείας και να εκπαιδεύσουν τους εργαζομένους σχετικά με τους κινδύνους στους χώρους εργασίας.

Επιπλέον, οι αναδυόμενοι ή ενισχυμένοι κίνδυνοι που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσω του κοινωνικού διαλόγου μεταξύ εργοδοτών και συνδικαλιστικών οργανώσεων στο χώρο εργασίας ή σε επίπεδο κλάδου. Αυτό μπορεί να συνεπάγεται μέτρα όπως η μείωση του χρόνου που αφιερώνεται σε δραστηριότητες υψηλής έντασης, η εισαγωγή μεγαλύτερων περιόδων ανάπαυσης και άδειας ή η προσαρμογή των ωραρίων των εργάσιμων ημερών σε νέα δεδομένα και ανάγκες. 

Η αξιολόγηση των κινδύνων στο χώρο εργασίας

Παρά τις δυνατότητες και τις επιλογές που υπάρχουν, οι εργοδότες και τα συνδικάτα φαίνεται να συμπεριλαμβάνουν με μεγάλη βραδύτητα πολιτικές που προσαρμόζονται στα νέα δεδομένα που θέτει η κλιματική αλλαγή αναφορικά με την επαγγελματική ασφάλεια και την υγεία των εργαζόμενων, ενδεχομένως επειδή εξακολουθούν να θεωρούν τους σχετικούς κινδύνους όχι αρκετά πιθανούς να συμβούν. Οι υποχρεωτικές αξιολογήσεις πιθανών κινδύνων στο χώρο εργασίας — ένα βασικό εργαλείο για τον εντοπισμό και τον μετριασμό των κινδύνων σύμφωνα με τη νομοθεσία της ΕΕ — συχνά εφαρμόζονται άνισα, σε χώρες, τομείς και εταιρείες διαφορετικών μεγεθών.

Ένα σημαντικό εμπόδιο, σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (EU-OSHA), είναι η πεποίθηση ότι οι επαγγελματικοί κίνδυνοι είναι ήδη γνωστοί. Αυτό μπορεί να είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο όταν πρόκειται για την αλλαγή του κλίματος, δεδομένου του μεγέθους και του σωρευτικού χαρακτήρα των αλλαγών που βρίσκονται σε εξέλιξη.

Απαιτούνται συγκεκριμένοι δείκτες αξιολόγησης και προστασίας σε επίπεδο χώρων εργασίας για την παρακολούθηση των εξελίξεων και τη δυνατότητα εξατομικευμένων πρωτοβουλιών προσαρμογής. Για να διευρυνθεί η βάση για τη χάραξη πολιτικής που βασίζεται σε στοιχεία, είναι απαραίτητες πληροφορίες από τις δημόσιες στατιστικές, που θα μπορούσαν στη συνέχεια να επεκταθούν σε ευρωπαϊκές έρευνες μεγάλου δείγματος που συγκεντρώνουν πληροφορίες από διάφορες χώρες και τομείς για να υπάρχει μια καλύτερη και πιο ολοκληρωμένη εικόνα. 

Απουσία εξειδίκευσης και κατάλληλης γνώσης

Η Ευρωπαϊκή Έρευνα για τις Επιχειρήσεις σχετικά με τους Νέους και Αναδυόμενους Κινδύνους (ESENER) παρέχει διάφορα στοιχεία για τις εκτιμήσεις κινδύνου στο χώρο εργασίας. Αυτά θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν για τη συλλογή πληροφοριών σχετικά με τον αριθμό των εταιρειών που ενσωματώνουν πτυχές και πολιτικές που σχετίζονται με το κλίμα και την κλιματική αλλαγή. 

Αν και είναι πιθανό οι εκτιμήσεις κινδύνου σε τομείς όπως οι κατασκευές, όπου κυριαρχεί η υπαίθρια εργασία, να περιλαμβάνουν ήδη πτυχές όπως η θερμότητα ή η έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία, δεν έχουμε λεπτομερείς γνώσεις και εικόνα της κατάστασης. Μένει επίσης να φανεί εάν τέτοιες πτυχές παίζουν ρόλο όταν η εκπροσώπηση των εργαζομένων και η γενικότερη κουλτούρα διαχείρισης τέτοιων θεμάτων είναι ασθενής και προβληματική, ιδιαίτερα σε άλλους χώρους εργασίας, όπως εκείνος του τομέα των υπηρεσιών.

Η ίδια η κλιματική αλλαγή εγκυμονεί ψυχοκοινωνικούς κινδύνους, όπως ο φόβος της απώλειας εργασίας ή της μετάβασης της εργασίας σε νέες συνθήκες και προκλήσεις, με διάφορους τομείς να υφίστανται ήδη μετασχηματισμό. Το εάν οι κίνδυνοι που δημιουργούνται με αυτόν τον τρόπο αντιμετωπίζονται στους χώρους εργασίας παραμένει επίσης ένα ερώτημα.

Η Ευρωπαϊκή Έρευνα Συνθηκών Εργασίας (EWCS) του Eurofound, η οποία απευθύνεται σε εργαζόμενους και ελεύθερους επαγγελματίες, περιλαμβάνει μια ερώτηση σχετικά με την «έκθεση στη θερμότητα» και μια σειρά άλλων στοιχείων για την υγεία και την ασφάλεια στην εργασία. Πρόσθετες ερωτήσεις, εστιασμένες στο εάν έχει πραγματοποιηθεί αξιολόγηση κινδύνου ή έχουν ληφθεί συγκεκριμένες ενέργειες για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής στον χώρο εργασίας, θα παρείχαν πολύτιμες πληροφορίες για όλες τις πλευρές, για τους εργαζόμενους, τα συνδικάτα, τις επιχειρήσεις, αλλά και όσους λαμβάνουν αποφάσεις σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο. Αν και το EWCS εστιάζει πρωτίστως στην οπτική των εργαζόμενων και όχι σε ό,τι έχει να κάνει με τους χώρους εργασίας, οι πληροφορίες που προσφέρουν τέτοιες έρευνες μπορούν να διαμορφώσουν ενδείξεις σχετικά με τη κρισιμότητα της αξιολόγησης των χώρων εργασίας μπροστά σε όσα φέρνει η κλιματική αλλαγή.

Μέχρι να καταστούν διαθέσιμοι στατιστικοί δείκτες και δεδομένα που αντιμετωπίζουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στους χώρους εργασίας, η ποιοτική έρευνα μπορεί να συμβάλει στην ευαισθητοποίηση και στον εντοπισμό πρακτικών κατάλληλων για αναπαραγωγή σε μεγάλης κλίμακας προγράμματα που αφορούν την κλιματική αλλαγή και την εργασία. Αναμφίβολα, απαιτούνται έρευνες που επικεντρώνονται σε συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την προσαρμογή των χώρων εργασίας στη νέα πραγματικότητα που προκύπτει από την κλιματική αλλαγή.

Εργασία για την προαγωγή της υγείας

Για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, οι ερευνητές, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και οι κοινωνικοί εταίροι θα πρέπει να επικεντρωθούν στον εργασιακό χώρο και σε πτυχές που σχετίζονται με αυτόν. Είναι το πλαίσιο στο οποίο λαμβάνονται οι αποφάσεις σχετικά με το σχεδιασμό της εργασίας.

Η οργάνωση της εργασίας με ανθρώπινο τρόπο και η προαγωγή της υγείας σε περιόδους κλιματικής αλλαγής είναι ζωτικής σημασίας. Από τη μία πλευρά, διατηρεί τους εργαζομένους απασχολούμενους εν μέσω ελλείψεων προσωπικού και έτσι συντείνει στην ευημερία · από την άλλη, συμβάλλει στην πρόληψη των θεμάτων υγείας που σχετίζονται με την απασχόληση, αφορά το ζήτημα της πρόωρης συνταξιοδότησης και των συνθηκών μέσα στις οποίες πραγματοποιείται, ενώ συνδέεται εξίσου και με τα συστήματα υγείας και κοινωνικής ασφάλισης και πρόνοιας των εργαζομένων.

*Η Nadja Dörflinger είναι επικεφαλής ερευνήτρια στο Ομοσπονδιακό Ινστιτούτο για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία (BAuA) στη Γερμανία.

Ο Adrien Thomas είναι επιστήμονας ερευνητής στο Ινστιτούτο Κοινωνικο-Οικονομικής Έρευνας του Λουξεμβούργου (LISER).

**Το παρόν άρθρο δημοσιεύεται στα ελληνικά σε συνεργασία με το Social Europe.

Πολιτική Cookies